Στροφή εντός!

Ελίζα Παπαδάκη 21 Ιουν 2012

Το βράδυ της Τρίτης, ενόσω οι αντιπροσωπείες ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ ακόμα αναζητούσαν την κοινή προγραμματική βάση για να σχηματιστεί κυβέρνηση, στις ιστοσελίδες του ευρωπαϊκού Τύπου δημοσιεύονταν ταυτόσημες πληροφορίες ότι στην ΕΕ, πιθανώς και στο ΔΝΤ, διαμορφώνεται μια διάθεση ανταπόκρισης στις οξυμένες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Χαρακτηριστικός ήταν ο πρώτος τίτλος της «Frankfurter Allgemeine Zeitung»: «Οροι λιτότητας – η Ελλάδα μπορεί να ελπίζει σε επιείκεια». Και αυτό παρά τη δήλωση της Καγκελαρίου Μέρκελ την ίδια μέρα, στους συνήθεις αυστηρούς τόνους, ότι πρέπει να τηρηθούν οι δεσμεύσεις.

Σημαίνουν άραγε οι τελευταίες πληροφορίες ότι αλλάζει το κλίμα μετά την ανακούφιση στην Ευρώπη – και πέρα από αυτήν – για τον διαφαινόμενο τερματισμό της πολιτικής αστάθειας, εφόσον την ευθύνη στη χώρα αναλαμβάνει πλέον κυβέρνηση νομιμοποιημένη από τη λαϊκή ψήφο; Θα μπορούσαμε δηλαδή να ελπίζουμε τώρα σε αλλαγές των όρων στους οποίους δεσμεύτηκε η Ελλάδα με τη δανειακή σύμβαση του Μαρτίου; Αν μετρούσαμε τις διαθέσεις που εκφράζονται τούτη την ώρα στις Βρυξέλλες με όσα έλεγαν προεκλογικά τα κόμματα ότι θα αναδιαπραγματευτούν, η απάντηση μάλλον θα απογοήτευε. Εξαιρώντας κάποιαν «ανώνυμη πηγή» της Επιτροπής η οποία εμφανιζόταν γενικά και αόριστα πιο διαλλακτική, όλοι οι ευρωπαίοι υπεύθυνοι, επίμονα διευκρινίζουν ότι ενδεχόμενη χαλάρωση μπορεί να αφορά μόνο παράταση των χρονοδιαγραμμάτων για τη δημοσιονομική εξυγίανση, για την εξάλειψη των ελλειμμάτων. Πρέπει να εξετασθεί, λένε, επειδή επιδεινώθηκε κι άλλο η οικονομική κατάσταση, οπότε οι στόχοι που συμφωνήθηκαν τον Μάρτιο φαίνεται πια πολύ δύσκολο να επιτευχθούν. Μια τέτοια παράταση δεν θα ήταν αμελητέα: ούτε για εμάς, αφού θα μας έδινε χρόνο να περιορίσουμε προγραμματισμένα, πιο ορθολογικά τις δαπάνες, αντί να περικόπτουμε αδιακρίτως όπου κοντόθωρα μοιάζει ευκολότερο – πρώτο θύμα έως τώρα ήταν οι επενδύσεις κι από κοντά οι πληρωμές σε προμηθευτές που έχουν φέρει σε απόγνωση τον τομέα της υγείας – και παράλληλα να οργανώσουμε καλύτερα την αύξηση των εσόδων, προχωρώντας επιτέλους σε σωστή φορολογική μεταρρύθμιση και σε αποτελεσματική αναδιάταξη των υπηρεσιών.

Υπάρχει και ένας δεύτερος άξονας στον οποίο επανέρχονται οι ευρωπαίοι πολιτικοί, αναγνωρίζοντας πόσο βαθιά ύφεση παράλληλα με υψηλή και διογκούμενη ανεργία πλήττουν τη χώρα: όλοι μιλούν για την ανάγκη να ενισχυθούν η ανάπτυξη και η απασχόληση με καλύτερη αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων. Εξαιρετικά επείγει εδώ η επανέναρξη των ουσιαστικών συζητήσεων για δράσεις και μέτρα που είχε βάλει μπροστά ο πρώην πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος με τον Πρόεδρο της Επιτροπής Ζοζέ Μπαρόζο. Μετά την προκήρυξη των πρώτων εκλογών, εκείνες οι προσπάθειες δεν πάγωσαν μόνο? στην πορεία αντιστράφηκαν κιόλας, όπως στις χρηματοδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, η οποία χειροτέρεψε δραστικά τους όρους εν μέσω των συζητήσεων περί ενδεχόμενης εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ.

Σε κάθε περίπτωση, αμέσως αναμένεται να εκταμιευθεί το ένα δισεκατομμύριο ευρώ, που στο όνομα της αβεβαιότητας είχε παρακρατηθεί από τη δόση του Απριλίου και λείπει τούτη την ώρα από τα κρατικά ταμεία. Στη συνέχεια, αναμένεται να εξεταστεί η κατάσταση της οικονομίας από την τρόικα με τη νέα κυβέρνηση, ώστε να εκταμιευθεί το ταχύτερο και η επόμενη δόση, αναγκαία για να λειτουργήσει ομαλά η οικονομία. Ενώ όμως στην εγχώρια πολιτική συζήτηση εξακολουθεί να κυριαρχεί η «αναδιαπραγμάτευση», η προτεραιότητα εφεξής πρέπει να δοθεί στην οργάνωση των προσπαθειών στο εσωτερικό της χώρας.

Τεράστια σημασία έχει να μην αμφισβητηθεί η συμμετοχή της Ελλάδας στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, τώρα που στα οξυνόμενα προβλήματα χρηματοδότησης της Ισπανίας και της Ιταλίας παίζεται πια μια αναδιαμόρφωση της ευρωζώνης, μια νέα ισορροπία Βορρά – Νότου. Αλλά και στην ευνοϊκότερη έκβαση των ευρωπαϊκών αντιπαραθέσεων που θα μπορούσαμε να ελπίσουμε, ακόμα και με τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα περί το Μνημόνιο, και πάλι η δυνατότητα να τερματίσουμε την ύφεση, να μπούμε σε πορεία βιώσιμης ανάπτυξης εδώ θα κριθεί: από την ικανότητα των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων του τόπου να συνεννοηθούν και να κινητοποιηθούν για μια δίκαιη κατανομή των βαρών, για τη στήριξη παραγωγικών δραστηριοτήτων. Γι’ αυτό είναι καλό ότι θα έχουμε μια κυβέρνηση ευρύτερης συνεργασίας. Και αφού δεν επιτεύχθηκε να μετάσχει ο ΣΥΡΙΖΑ, περισσότερο παρά ποτέ επιβάλλεται τώρα αδιάκοπη δημοκρατική συνεννόηση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης