Τα σημάδια διάλυσης της κυβέρνησης είναι πια τόσο πολλά που δεν κάνουν εντύπωση. Η αξιολόγηση όχι μόνο δεν κλείνει αλλά και γίνεται με διαρκώς δυσμενέστερους όρους. Ο Πρωθυπουργός διαβεβαιώνει ότι όλα πάνε καλά και ο Υπουργός Οικονομικών στέλνει επιστολή στους Ευρωπαίους συναδέλφους του παραδεχόμενος ότι τα 2/3 των ανειλημμένων υποχρεώσεων δεν έχουν υλοποιηθεί. Η Υγεία χαροπαλεύει αλλά το βάρος δίνεται σε διαστημικά προγράμματα. Και το ενδεχόμενο της επιστροφής στη δραχμή, ή σχετικού δημοψηφίσματος, διακινείται με τη μεγαλύτερη φυσικότητα από κυβερνητικούς βουλευτές, πριν οι κοιμώμενοι τοποτηρητές τούς αναγκάσουν εκ των υστέρων να «διευκρινίσουν» αυτά που δεν ήθελαν διευκρίνιση.
Η εικόνα ερασιτεχνισμού και αμηχανίας –οι κηπουροί της κυβερνητικής «επικοινωνίας» καταβρέχονται κάθε μέρα από τα ίδια τα δημιουργήματα τους- θα ήταν από αστεία έως παρήγορη, αν οι καιροί δεν ήταν τόσο δύσκολοι και τα περιθώρια τόσο στενά για τη χώρα μας.
Επικίνδυνο είναι επίσης ότι τα γεγονότα, σημαντικά και ασήμαντα, είναι τόσο πυκνά και θεαματικά, που πολλά χάνονται, ή δεν τυχαίνουν της προσοχής που θα τους άρμοζε, μέσα στον ορυμαγδό. Τις τελευταίες ημέρες έχουμε άλλο ένα τέτοιο παράδειγμα, που κανονικά θα έπρεπε να εξοργίζει κάθε δημοκρατικό πολίτη και να έχει φέρει σε πολύ δύσκολη θέση την κυβέρνηση.
Ενώ ο Άρειος Πάγος έκανε το νομικό χρέος του στην υπόθεση της έκδοσης των Τούρκων αξιωματικών, κρίνοντας αυτονοήτως ότι η Τουρκία δεν παρουσιάζει τα ελάχιστα εχέγγυα δίκαιας δίκης, μια κρίσιμη αποκάλυψη για τους κυβερνητικούς χειρισμούς ήρθε στο φως αλλά γρήγορα συγκαλύφθηκε –να που σε κάτι διακρίνονται οι κυβερνητικοί κηπουροί. Κι όμως, αν είναι αλήθεια –όπως φαίνεται, αφού από πουθενά δεν διαψεύστηκε- πως ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, και ίσως και άλλοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, είχαν «υποσχεθεί» στην Τουρκία, και προσωπικά στον Πρόεδρό της, ότι «δεν θα υπάρξει κανένα πρόβλημα» με την έκδοση των Τούρκων αξιωματικών, δηλαδή ότι θα τους παρέδιδαν στις τουρκικές αρχές, αυτό συνιστά μια βαρύτατη και πολλαπλά εύγλωττη πράξη. Φανερώνει άγνοια ή αγνόηση της νομικής διαδικασίας για την έκδοση και, για πολλοστή φορά, καταπάτηση της δικαστικής ανεξαρτησίας. Υποβιβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου στο βωμό πολιτικών σκοπιμοτήτων. Αδυναμία ηγετών μιας δημοκρατικής χώρας μπροστά στην ωμή δύναμη του αιρετού αλλά απολυταρχικού ηγέτη μιας ημι-δημοκρατικής χώρας. Διγλωσσία και υποκρισία, για μια ακόμα φορά, αλλά αυτή τη φορά σε θέμα αρχής.
Πρόχειροι και καιροσκόποι, όπως πάντα, αυτοί που μας κυβερνούν –ψευτο-αριστεροί αδιάφοροι για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ψευτο-μάγκες της λαϊκής δεξιάς-υπόσχονται, στο όνομά μας, πράγματα που δεν δικαιούνται και δεν θα έπρεπε καν να διανοούνται να υποσχεθούν. Τα παχιά λόγια περί ελευθερίας, δικαιωμάτων, κυριαρχίας και ανεξαρτησίας, αυτή την αλήθεια κρύβουν: παραμερισμό των κανόνων της δημοκρατίας, έλλειψη ευαισθησίας, παιχνίδια εν οι παικτοίς. Ενώ σύσσωμη η διεθνής κοινότητα περίμενε από την ελληνική έννομη τάξη να διασώσει την τιμή του ευρωπαϊκού κράτους δικαίου, οι κυβερνήτες της χώρας μας προσέθεταν μια ισχυρή δόση κυνισμού στη δοκιμασμένη «διαπραγματευτική» τακτική τους. Όχι μόνο επίφοβοι αλλά και δουλοπρεπείς.
Αν δινόταν η σημασία που έπρεπε σε αυτή τη στάση, οι τελευταίοι εναπομείναντες ιδεαλιστές, στελέχη ή οπαδοί της κυβέρνησης, θα έχαναν και τις τελευταίες ψευδαισθήσεις τους. Αλλά από καιρό πια δεν υπάρχουν ψευδαισθήσεις.