Έχουμε καλά νέα για την οικονομία των ΗΠΑ. Τα καλά νέα στις ΗΠΑ, επηρεάζουν θετικά την ΕΕ και κατ’ επέκταση και την ελληνική οικονομία.Πιο συγκριμένα, η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) προχώρησε σε μία επιπλέον μείωση του μηνιαίου προγράμματος παροχής ρευστότητας προς την αμερικάνικη οικονομία (από τα $65 στα $55δις). Οι ανακοινώσεις αποτελούν απόδειξη των θετικών εξελίξεων για την αμερικανική οικονομία, η οποία φαίνεται ότι επεκτείνεται χωρίς την ανάπτυξη πληθωριστικών πιέσεων. Επίσης, οι ανακοινώσεις φέρνουν ένα βήμα πιο κοντά, τον τερματισμό του προγράμματος παροχής ρευστότητας και την αύξηση των αμερικάνικων επιτοκίων. Οι περισσότεροι αναλυτές μάλιστα τοποθετούν χρονικά κατά το 1ο μισό του 2015, την αύξηση των επιτοκίων δολαρίου.
Όπως αναμενόταν, η αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου καθιστά τις επενδύσεις στις ΗΠΑ πιο ελκυστικές, λόγω και του συγκριτικά χαμηλότερου ρίσκου σε σχέση με αυτό των αναδυόμενων αγορών. Στο πλαίσιο της επέκτασης της οικονομικής δραστηριότητας της οικονομίας των ΗΠΑ, προκαλείται φυγή κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές προς τις ΗΠΑ. Με λίγα λόγια, από τον περασμένο Μάιο, οπότε πρώτο-ανακοινώθηκαν οι προθέσεις της Fed, έχουμε την ακριβώς αντίθετη μετακίνηση κεφαλαίων σε σχέση με ότι συνέβαινε στην παγκόσμια οικονομία από το 2008.
Δηλαδή, ενώ από την έναρξη της πιστωτικής κρίσης και τη χρεοκοπία της Lehman Brothers, είχαμε απο-επένδυση στις ΗΠΑ και την ΕΕ, η οποία οδήγησε στην ύφεση, στην αύξηση της ανεργίας και στην κρίση χρέους, τώρα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Κατά το προηγούμενο διάστημα, όσες αναδυόμενες οικονομίες εκμεταλλεύτηκαν τη ροή επενδυτικών κεφαλαίων προς αυτές, και προχώρησαν σε σειρά διαρθρωτικών αλλαγών και σε σοβαρές επενδύσεις, σήμερα αντιμετωπίζουν μικρότερες εκροές κεφαλαίων.
Αντιθέτως, όσες αναδυόμενες οικονομίες δανείστηκαν φθηνό χρήμα από ξένα επενδυτικά κεφάλαια και το επένδυσαν κυρίως στο real estate ή στην κατανάλωση, σήμερα αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα, το οποίο μεταφράζεται σε υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, αύξηση των επιτοκίων, ύφεση και αύξηση της ανεργίας.
Ως μέτρο αξιολόγησης των αναδυόμενων οικονομιών χρησιμοποιείται το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Εκεί φαίνεται το εάν κατά τα τελευταία χρόνια, τα «δυτικά» κεφάλαια που εισέρχονταν εκεί, μετατρέπονταν σε ανταγωνιστικά προϊόντα ή υπηρεσίες τα οποία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αντίβαρο στη διαφαινόμενη φυγή των επενδυτικών κεφαλαίων και τη «διόρθωση» της οικονομίας.
Θα έλεγα ότι ανάμεσα στις χώρες που εντάσσονται σε αυτή την κατηγορία των αδύναμων αναδυόμενων οικονομιών, και που ενδιαφέρουν άμεσα την Ελλάδα, συγκαταλέγονται οι Ρωσία και η Τουρκία.
Υπάρχουν όμως ποιοτικές διαφορές μεταξύ της μετακίνησης των κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές προς ΗΠΑ & ΕΕ, σε σχέση με τη μετακίνηση κεφαλαίων από τις ΗΠΑ & ΕΕ προς τις αναδυόμενες οικονομίες. Οι ποιοτικές διαφορές αφορούν το πολιτικό σύστημα και κυρίως την εμπειρία διαχείρισης οικονομικών κρίσεων.Μπορεί η Δύση να βίωνε μία σημαντική οικονομική κρίση τα προηγούμενα 6 χρόνια, η οποία να προκάλεσε εκατομμύρια ανέργους. Παρόλα αυτά το σύστημα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που έχει εμπεδωθεί στη Δύση ως πολιτικό σύστημα, λειτούργησε κι ως «βαλβίδα εκτόνωσης».
Μέσω της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, οι χώρες της Δύσης κατόρθωσαν να διατηρήσουν την πολιτική σταθερότητα, να πετύχουν την αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή και τις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές, θέτοντας τις βάσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Επίσης, μέσω του κράτους πρόνοιας και των δικτύων κοινωνικής προστασίας των αδυνάμων, οι χώρες της Δύσης μπόρεσαν να συγκρατήσουν την κοινωνική συνοχή σε ανεκτά επίπεδα.
Στον αντίποδα, η πλειοψηφία των αναδυόμενων αγορών κυβερνάται από απολυταρχικά καθεστώτα και δεν υπάρχουν δομές κοινωνικής πρόνοιας που να εγγυώνται τη μίνιμουμ κοινωνική συνοχή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, οι οικονομικές κρίσεις σε αυτή την κατηγορία χωρών να προκαλούν μεγαλύτερες εντάσεις κι ενίοτε γεωπολιτικά θέματα. Εκεί έγκειται το πρόβλημα, και οι κίνδυνοι που σχετίζονται με το πρόβλημα δεν μπορούν να αφήσουν ανεπηρέαστες ούτε τις ΗΠΑ & ΕΕ και κατ’ επέκταση ούτε και την Ελλάδα.
Σε γενικές γραμμές, οι οικονομικές εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο συντείνουν στο θετικό σενάριο για την ελληνική οικονομία και την ανάδειξη της Ελλάδας ως επενδυτικός παράδεισος (safe heaven) στην περιοχή. Αυτό δεν είναι τυχαίο, γιατί η Ελλάδα έχει πετύχει σε μεγάλο βαθμό δημοσιονομική προσαρμογή, έχει προχωρήσει διαρθρωτικές αλλαγές και είναι η μοναδική χώρα στην περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου που είναι ταυτόχρονα μέλος της ευρωζώνης και ΝΑΤΟ. Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα υπάρχει υψηλός βαθμός ασφάλειας για επενδύσεις. Παρόλα αυτά, οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή, επιβάλουν στην ελληνική πλευρά τη μεγίστη προσοχή.
Γίνεται αντιληπτό ότι μπορεί στη διεθνή ειδησιογραφία να κυριαρχούν ειδήσεις για την εμπλοκή της Ρωσίας στο ουκρανικό ζήτημα ή την πολιτική κρίση στην Τουρκία. Με βάση τα παραπάνω, πίσω από αυτές τις πολιτικού ή γεωπολιτικού χαρακτήρα ειδήσεις, υπάρχουν οι διεθνείς οικονομικές εξελίξεις που τις προκαλούν. Στο πλαίσιο αυτό, στις οικονομικές αναλύσεις περιγράφεται μία πιο αξιόπιστη εικόνα του θέματος, σε σύγκριση αυτή που περιγράφεται στις πολιτικές αναλύσεις.
Κι αυτό γιατί στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η οικονομία είναι το αίτιο και η πολιτική το αιτιατό.