Στη λάσπη της υποκρισίας

Αγγελική Σπανού 20 Νοε 2017

Και ξαφνικά ανακαλύψαμε το μπαζωμένο ρέμα της Μάνδρας. Οι επιστήμονες λένε ότι η καταστροφή ήταν προκαθορισμένη αφού το νερό δεν είχε διέξοδο και κάποια στιγμή, με μια δυνατή καταιγίδα, η πλημμύρα θα γινόταν φονική. Όμως, μέχρι που έγινε το κακό, κανείς δεν ασχολήθηκε, μόνο φοιτητές που διδάσκονταν στο μεταπτυχιακό τους πώς μπορεί να φτιαχτεί ένα πολεοδομικό έγκλημα.
Τώρα θρηνούν όλοι. Το πολιτικό και το μιντιακό σύστημα οδύρεται για τις χαμένες ζωές, το blame game γίνεται όλο και πιο θορυβώδες, οι προαναγγελίες καταλογισμού ευθυνών εντείνονται και όταν ταφούν τα πτώματα και δοθούν αποζημιώσεις θα συνεχίσουμε όπως είμαστε, λίγο πιο κουρασμένοι, λίγο πιο συμφιλιωμένοι με την ιδέα ότι το αδιανόητο είναι δεμένο με τη μοίρα μας. Το χειμώνα πνιγόμαστε, το καλοκαίρι καιγόμαστε, το φθινόπωρο κολυμπάμε στο μαζούτ και προετοιμάζουμε εντατικά ένα ακόμη χειρότερο μέλλον.
Τα δημοκρατικά κόμματα, ακόμη και τώρα, αδυνατούν να δεσμευτούν για ένα τέλος στην παράνομη δόμηση. Λένε τα πάντα εκτός από το βασικό και το μόνο ουσιαστικά χρήσιμο, ότι δεν θα γίνουν άλλες νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων και ότι κάποια που βρίσκονται σε ευαίσθητες περιοχές θα γκρεμιστούν για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Τους νοιάζουν μόνο τα αντιπλημμυρικά έργα και η πρόληψη που δεν έγινε. Δηλαδή, το ελληνικό όνειρο είναι ότι θα δημιουργούμε όλες τις προϋποθέσεις για καταστροφικές πλημμύρες (και το καλοκαίρι πυρκαγιές) αλλά θα έχουμε όσο το δυνατόν καλύτερες υποδομές για να προστατευθούμε από τις δικές μας παρεμβάσεις στη φύση, δηλαδή από τον εαυτό μας. Ετσι, θα μπορούμε πιο άνετα να συνεχίζουμε την αποψίλωση των δασών, την τσιμεντοποίηση των αιγιαλών, την ισοπέδωση κάθε ίχνους κοίτης των ποταμών που κάποτε υπήρχαν στην Αττική.
Πού είναι το κράτος; Παντού και πουθενά. Πρωταγωνιστεί στην παραγωγή της καταστροφής (λχ κάθε αυθαίρετο χτίζεται με την ανοχή και τη συνεργασία των αρμόδιων υπηρεσιών) και απουσιάζει την ώρα του λογαριασμού (οι κάτοικοι της Μάνδρας ξέρουν καλύτερα απ όλους ότι δεν είναι εκεί που θα έπρεπε).
Δεν είναι σίγουρο ότι είναι πιο γελοίοι οι πολιτικοί με τα αδιάβροχα από τους δημοσιογράφους με την επαγγελματική συγκίνηση που ανακαλύπτουν τις γκρίζες ζώνες της Αττικής μόλις έρθει η συμφορά και αποτελέσει πρόσφορη τηλεοπτική ύλη.
Α, το παιδάκι που σκοτώθηκε από αδέσποτη σφαίρα στην Αγία Βαρβάρα. Τι κοπετός ήταν αυτός τότε! Αλλά δεν υπήρξε πριν ούτε μετά. Το πένθος και η οργή κράτησαν όσο το “θέμα” άντεχε ως είδηση στα κεντρικά δελτία ειδήσεων. Πραγματικότητα μιας χρήσης, εξαφανίζεται αφού την καταναλώσουμε βουλιμικά.
Έτσι, τώρα, τρώμε και πίνουμε λάσπες Δυτικής Αττικής. Λυπόμαστε, φοβόμαστε, συμπαραστεκόμαστε, θυμώνουμε και παίρνουμε θέση στις κερκίδες. Διψάμε για το αίμα των υπαίτιων και έχουμε έτοιμες ερμηνείες, ίσως και λύσεις. Αρκεί να μην αλλάξει τίποτα που να μας αφορά. Και βέβαια να γκρεμιστούν τα αυθαίρετα, εκτός από όσα ανήκουν στη δική μας οικογένεια, και βέβαια να σταματήσουν οι νομιμοποιήσεις εκτός αν περιμένουμε κάποια που μας ενδιαφέρει άμεσα και προσωπικά, και βέβαια να πάνε μέσα οι ένοχοι, αρκεί να μην είναι στην πλευρά μας.
Με τις λάσπες της Μάνδρας φτιάχτηκαν ωραία πρωτοσέλιδα, τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά προγράμματα, εμπλουτίστηκε ο διάλογος στα social media και γενικά η διαδικτυακή κίνηση. Είχαμε να ζήσουμε τέτοια ένταση από το καλοκαίρι με την καταστροφή της ανατολικής Αττικής από τις φωτιές και τότε δεν υπήρχε ούτε ένας νεκρός για να το νιώσουμε καλύτερα. Ενώ τώρα μετράμε πνιγμούς φτωχών ανθρώπων σε υπόγεια – τι πιο φρικιαστικό και πιο ανυπόφορο.

Το άρθρο δημοσιεύεται στην athensvoice.gr