Ο φίλος μου ο Γιάννης έχτισε καποτε ένα μεγάλο παραδοσιακό τρεχαντήρι κι έβαλε κατάρτια και πανιά με τον τρόπο τον παλιό.
Όταν ανοίγουν είναι μαγεία, νοσταλγική καρτ ποστάλ.
Μόνο που για να τα σηκώσεις θες 3 αρσιβαρίστες και δυό κουμανταδόρους…
“Βρε Γιαννάκη μου, έχει εξελιχθεί το πράγμα, βάλε ένα μοντέρνο σύστημα, ρίφιγκ το λέμε, να μην βασανίζεσαι και να γίνεται γρήγορα κι εύκολα η δουλειά”
“Α, όχι φίλε Η παράδοση…”
Εγώ της παράδοσης δεν ήμουν. ´Οχι μόνο στα πανιά αλλά ούτε στις μουσικές.
Το πιo παραδοσιακό που έπαιξα ήταν ρεμπέτικα, παραδοσιακά δεν τα λες αλλά εν πάσει περιπτώσει έχουν καμιά 100σταριά χρόνια ύπαρξης.
Αλλά κι αυτά με απόσταση.
“Καλός είσαι αλλά δεν είσαι δικός μας”μου έλεγαν οι μπουζουκτσήδες.
Αλήθεια ήταν, εμένα το μυαλό μου ταξίδευε σε μουσικές καινούργιες και περίεργες…
Έπιασα κουβέντα με υπέρμαχο της παραδοσιακής μουσικής, αυτή που πηγάζει από τους βυζαντινούς ύμνους και συνεχίζεται στα δημοτικούς σκοπούς
“Καλά δεν βαριέσαι να παίζεις μια μουσική που παραμένει ίδια εδώ κι εκατοντάδες χρόνια;”
“Κι εσύ δεν εντυπωσιάζεσαι όταν μια μουσική παίζεται με τον ίδιο τρόπο για εκατοντάδες χρόνια;”
Το σκέφτηκα. Όντως μια μουσική που λειτουργεί αδιαφορώντας για το πέρασμα του χρόνου κάτι δυνατό κουβαλάει.
Εγώ είμαι αλλού ταγμένος αλλά άρχισα να κατανοώ την αξία.
Το ξανασκέφτηκα στις βόλτες μου σε παραδοσιακούς οικισμούς, στις Κυκλάδες ή στα Ζαγοροχώρια.
Μας αρέσουν, μας ηρεμούν, μας προσφέρουν ένα είδος θαλπωρής, οικειότητας, σπιτικής ζεστασιάς.
Ίσως να ενσαρκώνουν ένα σώμα που πορεύεται μέσα στους αιώνες. Κι έχουμε το προνόμιο να είμαστε μέρος του. Έχουμε ρίζες. Έχουμε παρελθόν και άρα θα έχουμε μέλλον. Ως σύνολο.
Κατά κάποιο τρόπο ξορκίζουμε την μοναξιά της ύπαρξης ή την προϋπάρχουσα και μελλοντική ανυπαρξία.
Να λοιπόν που η πίτα της Κικίτσας στο Μονοδέντρι, το κοντοσούβλι του Μπάμπη ή τα γιουβαρλάκια της γιαγιάς μου αποκτούν φιλοσοφικό περιεχόμενο.
Και πάνω που συμφιλιώνομαι με τη παράδοση νασου η συζήτηση για τον γάμο των ομόφυλων.
«Καταστρέφουν τις παραδόσεις του έθνους» φωνασκούν έξαλλοι εκ δεξιών και εξ ευωνύμων.
Χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου και των εκπροσώπων της αγάπης, που οργισμένοι δηλώνουν ότι δεν βαφτίζουν τα παιδιά των απολωλότων..
Το μυαλό μου φεύγει από τον τρόπο παρασκευής του χοιρινού με σελινο ή τα τσάμικα του Καραϊσκάκη και θυμάμαι ότι η παράδοση έχει πολλές όψεις.
Παράδοση υπήρξε και η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα, το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο, η μονομερής παρθενία ως ηθική αξία, η διαπόμπευση των σεξουαλικών μειονοτήτων.
Στο όνομα της οι κάθε Ταλιμπάν αποκλείουν τη γυναίκα από την μόρφωση και παντρεύουν τα δεκάχρονα κορίτσια τους.
Σε χωρες της Αφρικής τα ακρωτηριάζουν γιατί η ηδονή είναι αμαρτία.
Η επίκληση της παράδοσης δεν καθαγιάζει τα πάντα.
Οι κοινωνίες προχωρούν, προσαρμόζονται, αλλάζουν.
Και το παραδοσιακό μας σπίτι, ο λαός, το έθνος, όπως θέλετε πείτε το, ενσωματώνει τις αλλαγές στις συνήθειες και στα ήθη αλλιώς καταρρέει.
Μην ανησυχείτε.
Θα συνεχίσουμε να σουβλίζουμε αρνάκι το Πάσχα και να χορεύουμε με το βιολί του Οικονομίδη στη Σχοινούσα τον Δεκαπενταύγουστο.
«Έλα να πάμε στο νησί…»
Αλλά όταν με καλεσουν σε ψαγμένο εστιατόριο, αυτά με τα Michelin, εκεί που ο μουσακάς αποδομείται, θα δοκιμάσω.
Στο κάτω κάτω δεν με υποχρεώνει κανείς.…