Πλησιάζει η ημέρα της τρίτης ψηφοφορίας για την εκλογή του επόμενου Προέδρου της Δημοκρατίας στις 29 Δεκεμβρίου, κατά την οποία θα κριθεί τελεσίδικα το ενδεχόμενο πρόωρης προσφυγής στις κάλπες με βάση την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα διαδικασία.
Στο πρόσωπο του κ. Δήμα συναντάμε μια σοβαρή υποψηφιότητα από το χώρο της κεντροδεξιάς. Μπορεί ο κ. Δήμας να είναι αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ωστόσο, στο βιογραφικό του αντανακλάται τόσο το στοιχείο της μακροχρόνιας εμπειρίας με θετικό πρόσημο όσο και η πολιτική μετριοπάθεια που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος. Φυσικά, οι προδιαγραφές ενός «καλού» Προέδρου έχουν να κάνουν στην ολότητά τους με τη δυνατότητα της δημιουργικής αξιοποίησης του συμβολικού κύρους του ρόλου του, παρά με τις πραγματικές θεσμικές του εξουσίες.
Κατά την εκκίνηση της κρίσης, υπήρξαν πολλές φωνές οι οποίες τόνιζαν πως θα πρέπει να αντιληφθούμε την κρίση σαν ευκαιρία. Η ρητορική αυτή δεν παραγνωρίζει το ότι η χώρα γονάτισε, πως πολλές οικογένειες οδηγήθηκαν σε υπαρξιακά αδιέξοδα. Το να αντιληφθείς την κρίση σαν ευκαιρία όμως σημαίνει πως πρέπει κατ’ αρχήν να διαγνώσεις καλά τα προβλήματα της χώρας, να περάσεις από μια φάση επιπόλαιης ευμάρειας σε μια φάση όχι οργής αλλά εθνικής αυτογνωσίας. Σε αυτή τη βάση, η ουσιαστική συζήτηση που θα έπρεπε να είχε ανοίξει αυτή τη στιγμή θα ήταν αυτή των πραγματικών προβλημάτων της χώρας: των θεσμών, του παραγωγικού μοντέλου, της κοινωνικής συνοχής. Η συζήτηση αυτή άνοιξε μόνο ελλιπώς και σίγουρα αποσπασματικά. Και το παράθυρο της συνταγματικής αναθεώρησης – η οποία είναι εθνικά αναγκαία – θα χαθεί για το άμεσο μέλλον σε περίπτωση πρόωρης προσφυγής στις κάλπες.
Οι θεσμοί πάσχουν. Το βλέπουμε, για παράδειγμα, στην υπόθεση Ρωμανού και ειδικά στο πως χρειάστηκε η συγκεκριμένη περίπτωση για να ανακαλυφθεί το νομικό κενό της έλλειψης εξ’αποστάσεως εκπαίδευσης για κρατουμένους, ενώ προβλεπόταν η διαδικασία της εισόδου τους σε τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αλλά αυτή δεν είναι παρά μια έκφανση του προβλήματος. Δεν είναι μόνο οι θεσμοί που πάσχουν, αλλά και οι νοοτροπίες. Οι πτέρυγες του ελληνικού κοινοβουλίου καταφέρνουν να συναινέσουν στο «βραχιολάκι» του κ. Ρωμανού αλλά όχι σε μια κοινή αντιμετώπιση του κυρίαρχου εθνικού θέματος. Στο επίπεδο της εθνικής συνεννόησης, η Ιρλανδία τα κατάφερε, η Πορτογαλία τα κατάφερε, η Κύπρος τα κατάφερε. Σε εμάς επικρατεί ακόμα ένας δημόσιος διάλογος όπου υποψήφιος Πρωθυπουργός αναπαράγει θεσμικά σκοτεινές σελίδες της Μεταπολίτευσης, αξιοποιώντας μια διαδικασία που θεωρητικά οφείλει να οδηγεί στη συναίνεση με μια ακριβώς αντίθετη λογική, δηλαδή για να αντλήσει εκβιαστικά κομματικά και πολιτικά πλεονεκτήματα, μέσα από μια παραταξιακή και όχι εθνική αξιολόγηση. Φυσικά, η εθνική αξιολόγηση βρίσκεται εκ των πραγμάτων εκτός τραπεζιού με δηλώσεις του τύπου «εμείς θα βαράμε το νταούλι και οι αγορές θα χορεύουν», νοητά μιμούμενος, όπως σημείωσε αρθρογράφος, το Βασιλιά Ξέρξη όταν επέλεξε να μαστιγώσει τον Ελλήσποντο επειδή εκεί κατεστράφη ο Περσικός στόλος όταν ξέσπασε καταιγίδα.
«Στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα», θέλει η γνωστή σε όλους μας ρήση. Δυστυχώς στην οικονομία υπάρχουν. Πρέπει να γίνει κτήμα όλων μας πως το ότι η χώρα γονάτισε δε σημαίνει ότι καταστράφηκε. Στη χώρα επικράτησε μια «μίνιμουμ» σταθερότητα έπειτα από την απομάκρυνση της ΝΔ από την εφεύρεση και τη ρητορική του αντιμνημονίου και την προσχώρησή της στη μόνη διαθέσιμη εθνική στρατηγική. Προβλήματα και λάθη υπήρξαν πολλά, με πρώτη τη μεταρρυθμιστική αμφιθυμία, ιδιαίτερα στη φάση που η χώρα έχει ανάγκη τη μετάβασή της σε ένα νέο μοντέλο, ωστόσο η κυβερνητική σταθερότητα κατοχυρώθηκε, με μεγάλο κόστος ειδικά για το ΠΑΣΟΚ, που από το 2010 σήκωσε το μεγαλύτερο βάρος της κρίσης.
Ωστόσο, κυβερνητική σταθερότητα δε σημαίνει και πολιτική σταθερότητα, η οποία είναι μια εθνική συνθήκη και αφορά και την αξιωματική αντιπολίτευση, ιδιαίτερα όταν αυτή φλερτάρει με την εξουσία. Είδαμε πως οι αυξήσεις στο χρηματιστηριακό δείκτη που σταθερά πραγματοποιήθηκαν από τα μέσα του 2012 μέχρι σήμερα, εξαλείφθηκαν κατά το ήμισι σε λίγες μόλις ημέρες. Η πολιτική σταθερότητα είναι αναγκαία για την ανασυγκρότηση της πατρίδας μας. Σε πρώτη φάση, ας την κατοχυρώσουμε, εκλέγοντας ένα νέο πρόεδρο. Και έπειτα ας βρούμε όλοι μέσα μας το σθένος να μην ερμηνεύσουμε τη σταθερότητα ως στασιμότητα και να προβούμε στο σύνολο των εθνικών εκείνων μεταρρυθμίσεων που επιτέλους θα πρέπει να προωθήσουμε στον τόπο.