Στην Ελλάδα εξελίσσεται μία τριπλή και παράλληλη μάχη σε τρία μέτωπα:
- Κυβέρνηση εναντίον Σύριζα – ΑΝΕΛ
- Κυβέρνηση εναντίον του χρόνου
- Κυβέρνηση εναντίον της οικονομικής ασφυξίας
Οι 3 αυτές μάχες εντάσσονται στο πλαίσιο του μεγάλου και κρίσιμου διλήμματος για την επόμενη φάση που θα επέλθει τον Ιούνιο. Η λήξη της επέκτασης θα θέσει επί τάπητος τις μεγάλες προκλήσεις. Μέσα ή έξω από την Ευρωζώνη; Ποιο μοντέλο ανάπτυξης θα επιλέξει η χώρα; Ποιοι πολιτικοί και κοινωνικοί φορείς θα σηκώσουν το βάρος της εξόδου ή της προσαρμογής;
Στροφή 360?.
Η χώρα ολοκλήρωσε τον πολιτικό κύκλο με τη ΝΔ να διαδέχεται το ΠΑΣΟΚ και το Σύριζα με τους ΑΝΕΛ να διαδέχονται τη συγκυβέρνηση του 2012, ενώ η ΔΗΜΑΡ εξαϋλώθηκε. Η χώρα ολοκλήρωσε όμως και έναν ακόμη κύκλο ευρισκόμενη στο σημείο που βρέθηκε το 2010 μόλις άρχισε η κρίση. Βρίσκεται πάλι στο προσκήνιο ως ο αποδιοπομπαίος τράγος. Η κρίση ξεκίνησε με την Ελλάδα ως τη βασική συστημική αιτία του προβλήματος. Τα τελευταία 2 χρόνια, όμως, ξεκίνησαν να ακούγονται περισσότερες και πιο ισχυρές φωνές που έκαναν λόγο για διαρθρωτικά προβλήματα της δομής του Ευρώ και τώρα η Ελλάδα επανέρχεται ως πρόβλημα…τρέχουμε γύρω από την ουρά μας.
Ιούνιος ο θεριστής.
Η κυβέρνηση ως τον Ιούνιο θα ασκήσει εφεκτική πολιτική. Αναποφάσιστη και διστακτική να κάνει όσα χρειάζεται ο τόπος και κυρίως νέα αναπτυξιακή ώθηση, η συγκυβέρνηση Σύριζα – ΑΝΕΛ θα σπρώξει το χρόνο έως τον κρίσιμο μήνα Ιούνιο.
Ακόμα και αν τώρα αποφύγει τα ζέοντα ζητήματα του Ασφαλιστικού, των εργασιακών σχέσεων, της Δημόσιας Διοίκησης, της φορολογίας, του τραπεζικού τομέα, των ιδιωτικοποιήσεων, τον Ιούνιο θα βρεθεί ενώπιον πάλι αυτών των θεμάτων που θα τεθούν εκ των πραγμάτων και χωρίς την πίεση των δανειστών, αλλά από την ίδια την οριακή κατάσταση της χώρας τότε.
Η Ελλάδα αν ξεπεράσει το φόβο του πολιτικού κόστους που βαραίνει τη συγκυβέρνηση και το τούνελ της επαπειλούμενης νέας ύφεσης που πλησιάζει, θα βρεθεί σε πιο ομαλή τροχιά.
Αν όμως, συμβεί κάτι που δεν έχει προηγούμενο για τον πολίτη τα 5 τελευταία χρόνια είναι πιθανόν οι εξελίξεις να προκαλέσουν αλυσιδωτές και απρόβλεπτες αντιδράσεις.
Ορισμένοι πιθανολογούσαν ότι ο πραγματισμός της Αριστεράς θα υπερισχύσει εν τέλει του βολονταρισμού της ρήξης, βάσιζαν την εκτίμηση τους στις συνέπειες που θα είχε ένα πρωτόγνωρο γεγονός για τη στάση των πολιτών. Ένα πιθανό πχ όριο αναλήψεων ήταν ένα ενδεχόμενο τράνταγμα που θα έβγαζε, εκτιμούσαν αρκετοί, από το λήθαργο της ουτοπικής Παλιγγενεσίας.
Η προσεκτική ανάγνωση, όμως, των δημοσκοπήσεων δείχνει μία αντιφατική εικόνα με κυρίαρχα μεν αίσθημα το φόβο, αλλά με την εμπιστοσύνη στην Κυβέρνηση να κυμαίνεται σε μεγάλο ποσοστό, ενώ το πιο ανησυχητικό δεν είναι άλλο από την αύξηση του ποσοστού που δεν ελπίζουν τίποτε και δεν φοβούνται τίποτε σχετικά με μία ενδεχόμενη έξοδο από το ευρώ.
Όλα αυτά ίσως σημαίνουν, ότι σε ενδεχόμενο καινοφανούς πιστωτικού ή άλλου επεισοδίου, η κοινή γνώμη όχι μόνο δεν θα κλονιστεί, αλλά ενδεχομένως και να εξοργιστεί ακόμα περισσότερο με τους ανάλγητους εταίρους, «προτρέποντας» την Κυβέρνηση σε κλιμάκωση της ρήξης με τους εταίρους. Η σταδιακή διολίσθηση τότε θα έχει φθάσει στο έσχατο σημείο και η έξοδος από το Ευρώ, θα είναι η φυσική εξέλιξη.
Υπό αυτές τις συνθήκες μία πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, ανεξαρτήτως της πορείας έως τον Ιούνιο, δεν πρέπει να αποκλείεται. Οι αποφάσεις που θα πρέπει να λάβει η χώρα με ευρύ χρονικό ορίζοντα και με βάση το νέο Μεσοπρόθεσμο, πιθανώς να απαιτήσουν νέα λαϊκή εντολή και νέα «συγκυβερνητικά» σχήματα. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ενταχθεί και η όψιμη πρόθεση του κ. Σαμαρά να δηλώσει σύμφωνος σε φιλοευρωπαϊκή συγκυβέρνηση, αλλά και οι λεκτικές αβρότητες μεταξύ του κ. Τσίπρα και του κ. Θεοδωράκη, καθώς και η άμεση αποδοχή της πρότασης της κ. Μπακογιάννη από τον Πρωθυπουργό για τη σύσταση επιτροπής Διεθνώς Αναγνωρισμένων Οικονομολόγων και διακεκριμένων επιστημόνων, με σκοπό τη μελέτη των αδυναμιών των πολιτικών των μνημονίων.
Εξεταστική Επιτροπή. Λογοδοσία και εκτόνωση.
Ένας επιπλέον παράγοντας που θα επηρεάσει την περιρρέουσα πολιτική και κοινωνική ατμόσφαιρα θα είναι και η Εξεταστική Επιτροπή για την υπαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς των μνημονίων και της επιτήρησης και για κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με την εφαρμογή και υλοποίηση των Μνημονίων.
Η Εξεταστική Επιτροπή αν εξελιχθεί σε μάχη χαρακωμάτων, επιβεβαίωσης προαποφασισμένων απόψεων και εγωκεντρικής δικαίωσης, θα αποδομήσει ακόμα περισσότερο το πολιτικό σύστημα.
Ο μανιχαισμός που αναδύεται ως βασικό συστατικό από την πρόταση των δύο κομμάτων της συγκυβέρνησης για τη σύσταση της Εξεταστικής, περιχαρακώνει το πολιτικό σύστημα σε ένα δίπολο «εμείς και οι άλλοι». Η λογική αυτή, αν επικρατήσει, θα εξελιχθεί σε νέα κερκόπορτα πολιτικής ισοπέδωσης με νικητές την απαξίωση και τα «άκρα».
Η πολιτική όμως είναι απρόβλεπτη και ειδικά μέσα σε μεταβαλλόμενο περιβάλλον με πολλούς συντελεστές γίνεται ακόμα πιο απρόβλεπτη.
Η μεγάλη ευκαιρία της Εξεταστικής και το δέον γενέσθαι θα ήταν κάτι αντίστοιχο με την Εξεταστική της Ισλανδίας. Το 2008 η απαίτηση για λογοδοσία, ήταν ασφυκτική στην Ισλανδία, όπως και σήμερα στην Ελλάδα,. Η βουλή αποφάσισε, όπως και εδώ να συστήσει μία Εξεταστική Επιτροπή για ζήτημα αντίστοιχο με την υπό σύσταση ελληνική. Εδώ τελειώνουν οι ομοιότητες. Η βουλή της Ισλανδίας, ανέθεσε το έργο αυτό σε μία εξωτερική και ανεξάρτητη επιτροπή, αποτελούμενη από 3 μέλη. Έναν δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τον Ισλανδό Συνήγορο του Πολίτη και μία καθηγήτρια Οικονομικών στο Γειλ. Η επιτροπή που είχε στη διάθεση της μία πλειάδα συνεργατών, κάλεσε δεκάδες μάρτυρες και εργάστηκε υπό απόλυτη μυστικότητα και χωρίς διαρροές στον Τύπο για λίγες ημέρες. Κατόπιν επεξεργάστηκε για καιρό το πόρισμα της, το οποίο και δημοσίευσε στο Διαδίκτυο.
Αυτό φαίνεται δύσκολο να επαναληφθεί ως πρακτική στην Ελλάδα.
Παρόλαυτά, η Εξεταστική Επιτροπή οφείλει να λειτουργήσει ως ένα βήμα εξήγησης, απαντήσεων και τεκμηρίωσης. Μία ευκαιρία λογοδοσίας που δεν πρέπει να πάει χαμένη.
Η άλλη διάσταση της Εξεταστικής που ίσως αναδειχθεί, είναι η εκτόνωση των πολιτικών παθών. Είτε αφορά διακομματικά είτε εσωπαραταξιακά πάθη. Η Εξεταστική αναγκαστικά θα φέρει αντιμέτωπους το Σύριζα με τα διλήμματα που ταλάνιζαν τις Κυβερνήσεις έως τώρα. Η ΝΔ θα διυλίσει τον κώνωπα της περιόδου ΓΑΠ και θα καταπιεί την κάμηλο της περιόδου Καραμανλή, ενώ το ΠΑΣΟΚ ίσως συγκολλήσει τα εναπομείναντα κομμάτια του καλλιεργώντας τον παραταξιακό πατριωτισμό και τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που έγιναν. Σημασία έχει η στάση που θα τηρήσει το Ποτάμι και ως προς την ουσία της υπόθεσης και των πτυχών της, αλλά και για τον ευρύτερο χώρο του Κέντρου που βρίσκεται σε συνεχή αναδιάταξη.
Υπό προϋποθέσεις η εξωτερίκευση από τους πρωταγωνιστές των απόψεων τους και η παρουσίαση της κατάστασης μέσα από το πρίσμα όσων κληθούν να καταθέσουν, ίσως οδηγήσει σε μία μορφή Αριστοτελικής κάθαρσης που θα διευκολύνει ή θα δυσχεράνει ολοκληρωτικά τις πολιτικές σχέσεις εν όψει Ιουνίου.
Υπό αυτές τις οικονομικές και πολιτικές συνθήκες η χώρα θα διολισθαίνει συνεχώς ανερμάτιστη σε έναν φαύλο κύκλο δειλών αποφάσεων και χρονικής μετάθεσης.