Η βάση, η πηγή του κινηματογράφου, του θεάτρου, του χορού και κάθε μορφής τέχνης είναι η ποίηση, το βαθύ σκοτάδι της μαγείας που το γέννησε και το εκτυφλωτικό φως της βαθιάς αναζήτησης που το ολοκλήρωσε. Χωρίς αυτά δεν υπάρχει τέχνη, χωρίς αυτά θα είχαμε απλές κατασκευές προς κατανάλωση. Εξ άλλου η ποιότητα ενός έργου τέχνης, δεν εξαρτάται από το πόσα εισιτήρια έκοψε ή πόσοι θεατές το είδαν, αλλά από την ποιότητα και το βάθος των ιδεών του και από τον τρόπο, την πλαστικότητα και την πρωτοτυπία που ιστορήθηκε.
Το " Σφαίρες πάνω από το Μπρόντγουεϊ" που προβάλλεται στο Cinobo, αφηγείται την ιστορία του Ντέιβιν Σέιν (Τζον Κιούζακ), ενός νεαρού επίδοξου θεατρικού συγγραφέα που ονειρεύεται να φέρει στη ζωή, να ανεβάσει το θεατρικό του έργο στο Μπρόντγουεϊ. Έχοντας ανάγκη από οικονομική στήριξη, δέχεται απρόθυμα χρηματοδότηση από τον διαβόητο γκάνγκστερ Νικ Βαλέντι, με τον όρο να πάρει πρωταγωνιστικό ρόλο η ατάλαντη φίλη του Βαλέντι, η Όλιβ Νιλ.
Καθώς αρχίζουν οι πρόβες, γίνεται φανερή η κραυγαλέα έλλειψη ταλέντου της Όλιβ. Η ατάλαντη φίλη του αρχιγκάνγκστερ δυσκολεύεται να θυμηθεί τις ατάκες της και αποτυγχάνει να τις αποδώσει πειστικά, απογοητεύοντας το υπόλοιπο καστ. Εν τω μεταξύ, ο Ντέιβιντ αισθάνεται έλξη για τη γοητευτική πρωταγωνίστρια Έλεν Σινκλέρ (Ντάιαν Γουίστ), με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια ρομαντική ατμόσφαιρα όταν συναντιούνται οι δυο τους.
Για να ελέγχει τις κινήσεις της Όλιβ, αλλά και για να φροντίζει την ασφάλεια της φίλης του, ο Βαλέντι αναθέτει στον Τσιτς (Τσαζ Παλμιντέρι), ένα πιστό μέλος της συμμορίας, να παρακολουθεί τις πρόβες κατά τη διάρκεια της παραγωγής,. Παραδόξως, ο Τσιτς αποδεικνύεται κρυφό διαμάντι, προσφέροντας διορατικές και δημιουργικές ιδέες για τη βελτίωση του σεναρίου του έργου. Οι απροσδόκητες προτάσεις του αρχίζουν να αναδιαμορφώνουν την παράσταση, προς μεγάλη έκπληξη αλλά και ευχαρίστηση του Ντέιβιντ.
Σε μερικές παραστάσεις, για λόγους ανωτέρας βίας, η Όλιβ αντικαθίσταται από μία αξιοπρεπή ηθοποιό και το έργο γίνεται πολύ καλύτερο. Ο Τσιτς, βλέποντας τη διαφορά, σκοτώνει την Όλιβ, γιατί τόσο καιρό του κατέστρεφε το σενάριο. Ο Ντέιβιντ γίνεται έξαλλος μαζί του και στη συνέχεια πηγαίνει στην Έλεν και της εκμυστηρεύεται πως έχει σχέση με την Έλεν Σινκλέρ, όμως εκείνη δε στενοχωριέται, καθώς «ταξιδεύει» με τον φίλο του Ντέιβιντ, τον Φλέντερ.
Τα πρωτοπαλίκαρα του Βαλέντι του λένε πως ο Τσιτς ήταν αυτός που σκότωσε την Όλιβ, επειδή είχαν σχέση. Ο Βαλέντι τους πιστεύει και τους δίνει εντολή να τον σκοτώσουν. Κυνηγούν το υποψήφιο θύμα στα παρασκήνια κατά τη διάρκεια της παράστασης και τον πυροβολούν. Λίγο πριν πεθάνει, λέει στον Ντέιβιντ κάποιες τελευταίες αλλαγές για το σενάριο. Οι κριτικοί νομίζουν πως οι πυροβολισμοί ήταν μέρος της παράστασης που παρακολούθησαν, το έργο δε το εκθειάζουν ως αριστούργημα.
Στο τέλος, ο Ντέιβιντ φτάνει «κομμάτια» κάτω από το σπίτι του Φλέντερ και ζητά να είναι ξανά με την Έλεν. Εκείνη γυρίζει σε εκείνον, ο άστατος συγγραφέας μας της ζητά να ζήσουν παντρεμένοι στον γενέθλιο τόπο της, ενώ της αποκαλύπτει δύο πράγματα: ότι την αγαπά και ότι δεν είναι καλλιτέχνης.
Ένα από τα κύρια πλεονεκτήματα της ταινίας «Σφαίρες πάνω από το Μπρόντγουεϊ» είναι οι ιδιόρρυθμοι και καλά αναπτυγμένοι χαρακτήρες της. Ο Τζον Κιούζακ υποδύεται τον Ντέιβιντ Σέιν με ενδιαφέροντα και πειστικό τρόπο, αποτυπώνοντας τα αδιέξοδα ενός συγγραφέα που προσπαθεί να ισορροπήσει την καλλιτεχνική του ακεραιότητα με τις απαιτήσεις του σκοτεινού ευεργέτη του. Ο Τσαζ Παλμιντέρι, ως Τσιτς προσφέρει μια έξυπνη ερμηνεία, προσδίδοντας στον χαρακτήρα του αυθεντικότητα, και απροσδόκητο βάθος.
Η εξερεύνηση της δημιουργικής διαδικασίας και του δράματος πίσω από τα παρασκήνια της ανέλιξης ενός θεατρικού έργου προσθέτει βάθος στη συνολική αφήγηση. Η σύγκρουση μεταξύ των ανορθόδοξων αλλά εκπληκτικά αποτελεσματικών ιδεών του Τσιτς και του πεισματάρικου καλλιτεχνικού οράματος του Ντέιβιντ Σέιν δημιουργεί μια συναρπαστική και αστεία ένταση καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας. Ο πνευματώδης και έξυπνος διάλογος, χαρακτηριστικό γνώρισμα του έργου του Γούντι Άλεν, μας κρατάει σε συνεχή εγρήγορση και τα παιχνιδιάρικα πειράγματα μεταξύ των χαρακτήρων διατηρούν τον τόνο ελαφρύ, με συνεχείς μεταπτώσεις και εκπλήξεις.
Το σκηνικό εποχής της ταινίας μας μεταφέρει στο λαμπερό και γοητευτικό Μπρόντγουεϊ της δεκαετίας του 1920 πειστικά και εκθαμβωτικά. Η προσοχή στη λεπτομέρεια στο σχεδιασμό των κοστουμιών και των σκηνικών μας παρασύρει με ευκολία σε αυτόν τον νοσταλγικό κόσμο. Ωστόσο ενώ τα κωμικά στοιχεία είναι ευρηματικά και πρωτότυπα, η αφήγηση μοιάζει ενίοτε λίγο τυποποιημένη και προβλέψιμη. Ορισμένες από τις ανατροπές της πλοκής προαναγγέλλονται κάποιες φορές έντονα, μειώνοντας τον αντίκτυπο ορισμένων αποκαλύψεων.
Εν κατακλείδι, το " Σφαίρες πάνω από το Μπρόντγουεϊ " είναι μια γοητευτική και ευχάριστη κωμωδία που παντρεύει με επιτυχία τη γκανγκστερική ίντριγκα με τον κόσμο του θεάτρου. Οι εξαιρετικές ερμηνείες και το πνευματώδες σενάριο συμβάλλουν στη συνολική σφριγηλότατα της ταινίας. Όσοι αγαπούν το μοναδικό στυλ του Γούντι Άλεν και όσοι εκτιμούν τη φουρτουνιασμένη δεκαετία του '20, θα βρουν πολλά να απολαύσουν σ’ αυτό το πολύ όμορφο φιλμ του σπουδαίου δημιουργού.
Είναι αλήθεια πως πολλές φορές ο συγγραφέας γράφει ένα έργο, οι ηθοποιοί παίζουν ένα άλλο και το κοινό καταλαβαίνει ένα τρίτο. Όταν πρόκειται όμως ο «μεσάζων» δημιουργός σ’ αυτήν την υπόθεση να είναι ο Γούντι Αλλεν, καθ’ ένας από το κοινό που βρίσκεται στη σκοτεινή αίθουσα, «συνδημιουργεί», με τον σπουδαίο σκηνοθέτη, τη δική του εκδοχή.