Η συζήτηση για την ανάγκη συνεργασίας ή και ενοποίησης των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς και της Σοσιαλδημοκρατίας έχει ανάψει. Κι όμως. Παρότι το 30% των πολιτών αυτοπροσδιορίζονται σοσιαλδημοκράτες, κεντροαριστεροί, σοσιαλιστές και αριστεροί δημοκράτες, η συγκεκριμένη συζήτηση αφήνει αδιάφορη την κοινωνία. Πώς εξηγείται αυτό το παράδοξο;
Οι επικαλούμενοι τη Σοσιαλδημοκρατία απορούν γιατί οι ιδέες τους μαραίνονται, αν και έχουν αναθέσει στους κηπουρούς τους να τις ποτίζουν κάθε μέρα. Δεν είναι οι «κηπουροί» που συνήθως υπονοεί ο δημοσιογραφικός λόγος, αλλά κάτι σοβαρότερο και χειρότερο. Είναι η λογική των δημοσίων σχέσεων και των δείπνων, οι εγωκεντρικοί τακτικισμοί αντί των αξιών, ο καθορισμός των ιδεολογικών προτάσεων από την πορεία των προσωπικών στρατηγικών και όχι το αντίθετο, το εύκολο πέρασμα από τη μια συμμαχία στην άλλη, κ.λπ. Η Σοσιαλδημοκρατία όμως δεν έχει σχέση με προσωπικούς και κομματικούς τακτικισμούς, μόνο με τη γνώση και την κατανόηση των αναγκών της κοινωνίας των πολιτών. Οι συζητήσεις για μεταρρυθμίσεις, αποκρατικοποιήσεις, εξορθολογισμούς, αν και απαραίτητες για την κριτική του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, δεν αρκούν για να πείσουν μια κοινωνία που βρίσκεται σε απόγνωση – σύμφωνα με τον Ηλία Κικίλια, διοικητή του ΟΑΕΔ, «1,6 εκατομμύρια συμπολίτες μας ζουν σε οικογένειες όπου δεν εργάζεται κανείς». Επίσης, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2011, το 31% του πληθυσμού της Ελλάδας ζει κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ το εισόδημα του 21% των Ελλήνων είναι πενιχρό ακόμα και μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων.
Αλλά η κριτική στο στρεβλό μοντέλο της χώρας δεν μπορεί να γίνεται άκοπα απ’ όσους συνέβαλαν στη δημιουργία του. Δεν μπορεί εκείνοι που θεμελίωσαν αυτό το μοντέλο να είχαν δίκιο και τότε και τώρα που το αποθεμελιώνουν. Πρέπει να διαλέξουν πότε είχαν δίκιο. Αλλά ακόμη και αν γίνει αποδεκτή αυτή η παραδοχή, δεν επαρκεί να πείσει για την αναγκαιότητα μιας σοσιαλδημοκρατικής παράταξης αν δεν γίνει σαφές πως αυτή δεν θα είναι λαϊκιστική αλλά θα είναι πάντα λαϊκή.
Η προσπάθεια των εκσυγχρονιστικών δυνάμεων να υποβάλουν σε κριτική τις συντεχνίες, τους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, το ανεπαρκέστατο διοικητικό σύστημα, τον λαϊκισμό και τις πελατειακές σχέσεις οδήγησε πολλούς στο να ταυτίσουν τη λαϊκότητα με τον λαϊκισμό και τα λαϊκά προβλήματα με το κακώς νοούμενο αριστερό.
Σήμερα, η προσπάθεια συγκρότησης της Σοσιαλδημοκρατίας δεν πείθει, επειδή γίνεται με τον ίδιο δογματισμό αλλά με αντίθετα πρόσημα. Επειδή ψάχνει την απάντηση στα κακά καταναλωτικά ελλείμματα, επιζητώντας κατάργηση ακόμη και των δαπανών για το κράτος πρόνοιας. Επειδή αναζητεί στην αγοραία λογική την απάντηση στις συντεχνίες και στο υπερτροφικό κράτος, επειδή θεωρεί τον κοινωνικό αυτοματισμό απάντηση στον λαϊκισμό.
Η διαρκώς ανανεούμενη Σοσιαλδημοκρατία γνωρίζει πως η λύση δεν είναι στις υποσχέσεις όλων προς όλους. Αλλά δεν βρίσκεται ούτε στην απαξίωση του κόσμου της εργασίας ή του κεφαλαίου. Η λύση υπάρχει στις πολιτικές που εγγυώνται την προώθηση του δημόσιου συμφέροντος μέσα από τη συγκρότηση ενός σύγχρονου κοινωνικού συμβιβασμού μεταξύ όλων των παραγωγικών, κοινωνικών και ταξικών δυνάμεων της χώρας. Σοσιαλδημοκρατία δεν σημαίνει δημόσιες σχέσεις, ατέρμονα και αδιέξοδα φόρουμ και ημερίδες, αλλά ιδέες, προγράμματα και προτάσεις για ένα κράτος πρόνοιας που θα θεμελιώνει τη δημοκρατία και τη λαϊκή κυριαρχία.
Εχω αναφερθεί και παλιότερα («ΤΑ ΝΕΑ», 14/6/2012) στο συντηρητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ που υπόσχεται επιστροφή στο 2008. Εκτοτε, περιμένω ακόμα τον κ. Τσίπρα «να πει και κάτι αριστερό» αντί για τη συστηματική υποστήριξη στον κρατισμό και στον λαϊκισμό. Τα ίδια ισχύουν σήμερα και για διάφορα φόρουμ της Σοσιαλδημοκρατίας. Κι αυτοί, αντί για συνεχείς επικλήσεις του αντικρατισμού και του αντιλαϊκισμού, πρέπει να πουν κάτι αριστερό.
ΥΓ: Αυτό το κείμενο είχε σταλεί στην εφημερίδα όταν έγινε γνωστό πως ο Νίκος Μπίστης παραιτήθηκε από τη θέση του υπεύθυνου στη ΔΗΜΑΡ για τη διεύρυνση, όταν η Εκτελεστική Επιτροπή του κόμματος απέρριψε την πρότασή του για τη δημιουργία Φόρουμ Διαλόγου για την Κεντροαριστερά. Αυτή η εξέλιξη μάλλον επιβεβαιώνει την κεντρική θέση του άρθρου πως η ελληνική Σοσιαλδημοκρατία χρειάζεται ιδρυτικό συνέδριο και όχι φόρουμ και άλλες ημερίδες.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Κοινωνιολογίας, επιστημονικός διευθυντής του ΙΣΤΑΜΕ. Μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο του, «Ζαν Ζακ Ρουσσώ, ο φιλόσοφος της πεφωτισμένης δημοκρατίας» (εκδ. Πόλις).