Σοσιαλδημοκρατία 3 – Ελλάδα

Σπύρος Λυκούδης 30 Ιουν 2021

Η Σοσιαλδημοκρατία, όπως την γνωρίσαμε την μεταπολεμική περίοδο στην «χρυσή εποχή» στην Ευρώπη, έχει ένα λαμπρό παρελθόν. Σταθερά προσηλωμένη στις αρχές και αξίες της φιλελεύθερης πολιτικής δημοκρατίας, της κοινωνικής μεταρρύθμισης και της κοινωνικής δικαιοσύνης αποτέλεσε μια μεγάλη πολιτική οικογένεια στην Ευρώπη.


Έχει να επιδείξει μεγάλα επιτεύγματα. Προώθησε την οικονομική ανάπτυξη. Οικοδόμησε παντού ένα αξιοζήλευτο κοινωνικό κράτος χωρίς ιστορικό προηγούμενο, συνέβαλε καθοριστικά στην οικοδόμηση μιας νέας πορείας της καθημαγμένης από δυο φονικούς πολέμους Ευρώπης. Οδήγησε σε μια νέα Ευρώπη της ελευθερίας και των πολιτών, της προόδου, των δικαιωμάτων, των ευκαιριών, της κοινωνικής κινητικότητας, της μείωσης των ανισοτήτων, της Παιδείας, του πολιτισμού, της ευημερίας, της «διαρκούς ειρήνης» και της ασφάλειας.


Μπαίνοντας στον 21ο αιώνα, με την επέλαση νεοφιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών, το οικοδόμημα δέχτηκε σαρωτική απορρύθμιση. Δημιουργήθηκαν νέες ανισότητες, νέες κοινωνικές διαστρωματώσεις, νέα πολιτικά δεδομένα με αποτέλεσμα συνεχείς κρίσεις.


Ιδιαίτερα η πρόσφατη κρίση είχε ως παράγωγο έναν γενικό πολιτικό σεισμό. Τα συστημικά κόμματα εν μέρει απαξιώθηκαν και εμφανίστηκαν Κινήματα αριστερού και δεξιού λαϊκισμού που απείλησαν και απειλούν σήμερα σοβαρά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και τους δημοκρατικούς θεσμούς.


Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που αποδείχτηκαν πολύ πιο ευάλωτα από τα κεντροδεξιά, συρρικνώθηκαν. Οι λόγοι είναι πολλοί. Έχουν πολλαπλώς επισημανθεί.


Η Σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί να επαναπαύεται στις δάφνες του παρελθόντος. Οφείλει να απαντήσει στις σημερινές προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης, των νέων μορφών εργασίας που επιβάλλουν οι νέες τεχνολογίες, στις νέες ανισότητες, στη νέα φτώχεια υπό τις νέες ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες. Να επεξεργαστεί λύσεις πειστικές για τα λαϊκά στρώματα. Να εγκύψει στα πραγματικά προβλήματα: την παραγωγική ανασυγκρότηση, την ανεργία, το κοινωνικό κράτος, τα ζητήματα εθνικής και εθνοτικής ταυτότητας, το μεταναστευτικό, την ασφάλεια των πολιτών, τους δημοκρατικούς θεσμούς, την προστασία της φιλελεύθερης δημοκρατίας, τον σημερινό ρόλο του κράτους και τις πολιτικές αναδιανομής του πλούτου, που δεν είναι δυνατόν πλέον να ευδοκιμήσουν σε στενά εθνικά όρια.


Άτομα και κοινωνίες έχουν ανάγκη από «δημιουργικά όνειρα», όχι από χρεωκοπημένες ουτοπίες και εφιαλτικά ενύπνια. Έχουν ανάγκη από θετικά ρεύματα αλλαγής, μεταρρύθμισης και ανάταξης.


Στη σύντομη παρέμβασή μου θέλω σε αυτό το σημείο, να περάσω στο σκέλος της εισήγησής σας Σοσιαλδημοκρατία 3, με ενδιαφέρει δηλαδή να παρατηρήσουμε κυρίως την παρουσία και πορεία των δυνάμεων της Σοσιαλδημοκρατίας και της ευρύτερης Αριστεράς στην σημερινή Ελλάδα. Αν θέλουμε να εκτιμήσουμε τις προοπτικές ή έστω να τις ανιχνεύσουμε, πρέπει να προσδιορίσουμε έστω και συνοπτικά το πλαίσιο στο οποίο κινήθηκε η χώρα τα προηγούμενα χρόνια και κυρίως στην πρόσφατη δεκαετία της μεγάλης κρίσης που την έφερε σε οριακά επίπεδα.


Οι διαπιστώσεις νομίζω είναι κοινές.


Με την οικονομία σε σύνθλιψη, την κοινωνία σε απόγνωση και το πολιτικό σύστημα σε υστέρηση και ανεπάρκεια, η χώρα βάδιζε σύριζα στον γκρεμό.


Βρέθηκε μια ανάσα πριν την αυτοκτονία της και τελικώς διεσώθη από την καταστροφή, επειδή άντεξαν η Δημοκρατία και οι θεσμοί της, επειδή παρέμεινε στην ευρωπαϊκή οικογένεια, επειδή επικράτησε το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και επειδή έστω και μέσα από παλινωδίες ο πολιτικός κόσμος στο σύνολό του φάνηκε την κρίσιμη στιγμή να προχωρά στις ψύχραιμες και ορθές επιλογές.


Η κρίση αυτά τα χρόνια δημιούργησε νέα δεδομένα. Ανέδειξε τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, συσσωρευμένα από την Μεταπολίτευση και μετά, αν και δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ πως με όλα τα προβλήματά της, σ΄αυτά τα 40 45 Μεταπολιτευτικά χρόνια η χώρα έκανε μεγάλα βήματα προόδου με σημαντικούς σταθμούς την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή οικογένεια και στην Ευρωζώνη.


Δεν προχώρησε όμως στις διαρθρωτικές αλλαγές και στις μεταρρυθμίσεις που ήταν επιβεβλημένες να γίνουν σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, με βάση και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Και δεν προχώρησε για να μη θιγούν συτεχνιακά και άλλα συμφέροντα ειδικών ομάδων, με επιρροή στο πολιτικό σύστημα και το κράτος. Είχαμε μεγάλες περιόδους που ασκήθηκαν άφρονες οικονομικές πολιτικές , βασισμένες στον φθηνό ξένο δανεισμό της χώρας και σε μια πελατειακή αντίληψη αναδιανομής των όποιων οικονομικών πόρων, χωρίς να παράγεται νέος πλούτος. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να δημιουργηθεί ένας τεράστιος γραφειοκρατικός και αναποτελεσματικός κρατικός μηχανισμός, ο οποίος μεγάλωνε και λειτουργούσε χωρίς αξιοκρατία, μακριά από τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, στη βάση εξυπηρέτησης ημέτερων κομματικών και συντεχνιακών συμφερόντων.


Η κρίση λοιπόν, καθώς εξελισσόταν, επιβεβαίωνε προβλήματα και διέψευδε ανυπόστατες βεβαιότητες και κάθε λογής φενακισμούς.


Διαμορφώθηκαν αυτά τα χρόνια πολιτικές που παρήγαγαν μύθους, ψευδαισθήσεις, αυταπάτες και συμπεριφορές που οδηγούσαν σε δηλητηριασμένη ατμόσφαιρα όχι απλώς πολιτικού φανατισμού αλλά πολιτικού παροξυσμού και αλόγιστων παθών.


Σήμερα έχουμε μπει αναμφισβήτητα σε μια νέα φάση , με νέα χαρακτηριστικά. Επομένως όσα νέα συζητάμε δεν αφορούν μόνον στην επάνοδο σε μια νέα κατ΄ ανάγκη κανονικότητα, αλλά και σε έναν απολύτως απαραίτητο νέο σχεδιασμό του Μέλλοντος.


Η διάθεση τεράστιων Ευρωπαϊκών πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, το δημοσιονομικό πλαίσιο προς την Ελλάδα ( από τις πιο ωφελημένες χώρες ) μαζί με τους ιδιωτικούς επενδυτικούς πόρους ξένους και εγχώριους, παρέχουν μια μοναδική ιστορική ευκαιρία για μια νέα Ελλάδα σε πιο υγιείς οικονομικές και κοινωνικές βάσεις. Δημιουργούνται προϋποθέσεις για μια νέα εποχή σε συνθήκες ισχυρού κοινωνικού κράτους δικαιοσύνης, ισότητας και αλληλεγγύης. Η αξιοποίηση όλων αυτών μας ανοίγει την πόρτα για ένα νέο ιστορικό άλμα.


Ποιες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις είναι όμως ικανές να φέρουν σε πέρας μια αποστολή τέτοιων διαστάσεων, με όρους προοδευτικούς, όρους ελευθεριών κοινωνικής δικαιοσύνης, ισότητας και αλληλεγγύης; Είναι ερώτημα κομβικό. Διότι οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις διατρέχουν τον πολιτικό χάρτη και χωρίς την συσπείρωσή τους εύκολα θα ηττηθούν, με προφανή κίνδυνο την επανάληψη της διασπάθισης των ευρωπαϊκών πόρων όπως και στο παρελθόν, σε κατευθύνσεις παρασιτικές, πελατειακές, συντεχνιακές, κομματικές, αντιπαραγωγικές.


Στη μια πλευρά του πολιτικού φάσματος η κυβέρνηση και ο Κυρ. Μητσοτάκης καλλιεργούν και εμφανίζουν ένα μεταρρυθμιστικό προφίλ και επιχειρούν να το μεταφράσουν και σε πολιτικές, άλλοτε επιτυχώς άλλοτε ανεπιτυχώς.


Στην προοπτική του εκσυγχρονισμού των κομμάτων και των προγραμματικών τους θέσεων αυτό καταγράφεται με θετικό πρόσημο. Δεν βλέπω όμως την συγκρότηση ενός τέτοιου κεντροδεξιού πόλου ως πόλου μακράς μεταρρυθμιστικής εμβέλειας, από την στιγμή που θα πρέπει να διατηρηθεί η ισορροπία μεταξύ των πολιτικών κα ιδεολογικών ρευμάτων που συνθέτουν παραδοσιακά τη Ν.Δ. και να συγκρατηθούν τυχόν φυγόκεντρες δυνάμεις στο κόμμα και στους οπαδούς του. Πολλώ μάλλον που πιστεύω ότι η ανάγκη πόλωσης με τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, απαραίτητη στα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας για την συσπείρωσή τους, θα αφήσει ενδεχομένως στην άκρη την όποια μεταρρυθμιστική κατεύθυνση.


Στην άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος ο ΣΥΡΙΖΑ.


Παρακολουθώ με ενδιαφέρον όσους προτρέπουν, εύχονται και ελπίζουν σε μια σοβαρή και υπεύθυνη αξιωματική αντιπολίτευση και αναμένουν να μεταλλαχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε κάποιο δημοκρατικό Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Σε ανύποπτο χρόνο, πριν αρκετά χρόνια, είχα εξηγήσει γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα έστω και sui generis κεντροαριστερής κοπής κόμμα.


Οι λόγοι που τον γέννησαν, η πολιτική του διαδρομή έκτοτε, η πολιτική του κουλτούρα και ο λαϊκισμός που σφραγίζει την πολιτική του συμπεριφορά, τον κρατούν δυστυχώς δέσμιο.


Ένα κόμμα που επιζητεί τη ρεβάνς για να πάρουν εκδίκηση κάποια «ανεκπλήρωτα όνειρα» δεν μπορεί να έχει επαφή με την σημερινή πολύπλοκη πραγματικότητα. Δεν έχει τα εργαλεία για να αντιμετωπίσει σημερινές προκλήσεις και σύνθετα προβλήματα. Το «όταν θα ξανάρθουμε θα είναι αλλιώς» δεν είναι λεκτικό πολιτικό παιχνίδισμα. Είναι αντίληψη. Η επιδίωξή του δε για την συγκρότηση «προοδευτικού μετώπου» με την προχειρότητα που υποστηρίζεται και με τις «μεταγραφές» αγωνιούντων έστω για μια στοιχειώδη πολιτική επιβίωση παραγόντων, προφανώς δεν προχωράει και κακώς εκπλήσσονται όσοι έχουν επενδύσει και προσωπικά στη «διεύρυνση». Φυσικά δεν αγνοώ και ουδείς μπορεί να αγνοήσει και πολύ χειρότερα να περιφρονήσει, ότι ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας της Κεντροαριστεράς μετοίκησε στον ΣΥΡΙΖΑ και παραμένει εκεί. Το γιατί έχει επανειλημμένα εξηγηθεί. Εγώ την μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ αμφισβητώ. Την αμφισβητώ αλλά και δεν προτρέχω. Μακάρι να υπάρξει εξέλιξη στην πολιτική του σκέψη και πρακτική, μακριά όμως από τον πολιτικό χαμαιλεοντισμό ως στρατηγική πολιτικής επιβίωσης.


Η νέα περίοδος χρειάζεται ισχυρές κυβερνήσεις, μεταρρυθμιστική επιμονή, πολιτική σταθερότητα, ευρύτερες συμμαχίες. Αυτά δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς τις προοδευτικές δυνάμεις της Σοσιαλδημοκρατίας και του ευρύτερου χώρου δηλαδή της Κεντροαριστεράς.


Ο χώρος έχει κατεπείγουσα ανάγκη από ανασυγκρότηση, ιδεολογική και προγραμματική ανανέωση, νέες ηγετικές πρωτοβουλίες.


Τιμώ και σέβομαι το ΚΙΝΑΛ και όλους εσάς που λειτουργείτε στις γραμμές του. Αλλά είναι φανερό ότι ο χώρος ασφυκτιά στα όρια του ΚΙΝΑΛ.


Επιμένω, όχι τώρα, από καιρό, ότι χρειάζεται νέα αναγεννητική προσπάθεια για να προσελκύσει όλες τις δημιουργικές δυνάμεις, τις άριστες δυνάμεις που διαθέτει ο χώρος και που παραμένουν αδρανείς.


Είναι γνωστή η άποψή μας, η άποψη των Μεταρρυθμιστών της Αριστεράς. Χρειάζεται ένας νέος μεταρρυθμιστικός πολιτικός σχηματισμός στο χώρο της ευρύτερης Κεντροαριστεράς. Ένας νέος φορέας.


Δεν υπάρχει πλέον πολύς χρόνος αν θέλει κανείς οι επόμενες εκλογές να μην είναι οριστικά καταδικαστικές.


Υποστηρίζω δε ότι αναντικατάστατο στοιχείο μιας τέτοιας προσπάθειας είναι η ενεργοποίηση όλων εκείνων των δυνάμεων που εξακολουθούν να ασπάζονται τις αρχές, τις αξίες, το ύφος, το ήθος, την αρετή και την πολιτική κουλτούρα της δημοκρατικής μεταρρυθμιστικής φιλελεύθερης ανανεωτικής Αριστεράς.


Ειλικρινά πιστεύω ότι και η χώρα έχει ανάγκη από την ισχυρή ηθική και πολιτική παρουσία μιας τέτοιας Αριστεράς.


Κατά την γνώμη μου, το πρόβλημα της ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς με σύγχρονους ευρωπαϊκούς, μεταρρυθμιστικούς και πολιτικούς όρους δεν έχει λυθεί. Τη λύση του καλούνται και πάλι να επωμιστούν όλες εκείνες οι δυνάμεις που ανεξαρτήτως της σημερινής τους ένταξης δεν έχουν απελπιστεί από το Σισύφειο έργο τους και δεν θέλουν να εγκαταλείψουν την προσπάθεια.


* Από την παρέμβαση του ΣΠΥΡΟΥ ΛΥΚΟΥΔΗ στην 4η Συνδιάσκεψη των ΚΙΝΗΣΕΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ.