Είναι μάλλον «κατάρα» της χώρας εκεί που λέμε ότι έχουμε αφήσει πίσω μας τις τοξικές αντιπαραθέσεις -ειδικά κατά την προεκλογική περίοδο-, να επιστρέφουμε σε αυτές, σαν να τις αναζητούμε επειδή, κατά βάθος, μας λείπουν. Και δεν μιλάω για κάποιους λίγους και γραφικούς που ακούγονται περισσότερο επειδή απλά φωνάζουν, μιλάω για την μεγάλη, ήσυχη αλλά δημιουργική, πλειοψηφία. Ενώ στην διάρκεια της μετεκλογικής περιόδου θέλουμε από όλες τις πλευρές σύνεση, σοβαρότητα και αντιπαράθεση προτάσεων, με το που «μυρίζει» εκλογές σαν κάτι να μας πιάνει και εκμεταλλευόμαστε κάθε ευκαιρία όξυνσης.
Οι ευθύνες δεν κρύβονται
Η υπόθεση των υποκλοπών, από μόνη της, είναι αρκετή να προκαλέσει τα πολιτικά πάθη. Ειδικά όταν σε αυτή εμπλέκεται -ως θύτης- η αυλή του πρωθυπουργού και -ως θύμα- ο αρχηγός ενός ιστορικού κοινοβουλευτικού κόμματος. Τόσο η ίδια η κυβέρνηση όσο και τα φιλικά της ΜΜΕ έκαναν φιλότιμες προσπάθειες προκειμένου να κρύψουν τις πολιτικές ευθύνες όταν αυτές άγγιζαν τον ίδιο τον Κ. Μητσοτάκη. Όμως η διεθνής έρευνα και οι συνεχείς αποκαλύψεις έφτασε στα όρια του το συγκεκριμένο σύστημα, που κατάλαβε ότι κινδυνεύει να βυθιστεί μαζί με τον «καπετάνιο».
Ήταν στραβό το κλίμα…
Πριν καλά-καλά η σκόνη από το προηγούμενο σκάνδαλο κατακάτσει, «σκάει» το θέμα του βουλευτή Πάτση, που μπορεί να μην ακουμπά ευθέως το Μαξίμου, αλλά επιβαρύνει το ήδη επιβαρυμένο για την κυβέρνηση κλίμα. Αυτή την φορά μάλιστα το νέο σκάνδαλο εμπλέκει και το κόμμα (επιτροπή ψηφοδελτίων) και την βάση (αποδέχτηκε και ψήφισε), αλλά και δημιουργεί ερωτήματα για τον ρόλο των τραπεζών (επαναγορά δανείων), ενώ θέτει υπό αμφισβήτηση τον ουσιαστικό κοινοβουλευτικό έλεγχο στα αποκτηθέντα εισοδήματα (πόθεν έσχες).
Αλήθεια ή παραμύθια;
Στο μεταξύ, νέες λίστες και νέα ονόματα εμφανίζονται στην υπόθεση των παρακολουθήσεων, που μάλιστα, αυτή την φορά, εμπεριέχουν πρώην και νυν υπουργούς. Δικούς τους υπουργούς, γαλάζιους. Και παρόλο που δεν έχουμε καταλάβει ακόμα αν οι συγκεκριμένες λίστες είναι αληθινές ή είναι απλά προεκλογική λάσπη, η μάλλον χλιαρή κυβερνητική αντίδραση γεννά νέα ερωτήματα. Ταυτόχρονα, οι έρευνες από επίσημες επιτροπές και από διεθνή ΜΜΕ που συνεχίζονται, δεν αφήνουν να σταθούν για μεγάλο διάστημα τα νέα αφηγήματα που προσπαθεί να στήσει η κυβέρνηση.
Η εξουσία ως αυτοσκοπός
Μέσα σε αυτό το τοξικό περιβάλλον δύσκολα η αντιπολίτευση -η όποια αντιπολίτευση, σε όποια εποχή- θα άφηνε τέτοιου είδους υποθέσεις να «πέσουν κάτω» και να μην τις εκμεταλλευτεί πολιτικά. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση προσπαθεί με αγωνία να πιαστεί από κάπου, αλλά, ειδικά αυτή την φορά, αυτό από το οποίο μπορεί να πιαστεί, της το δίνει απλόχερα η ίδια η κυβέρνηση. Ωστόσο, στόχος και των δύο δεν είναι η δημιουργηθείσα κατάσταση να αποτελέσει ευκαιρία προκειμένου να αλλάξει κάτι προς όφελος των Θεσμών και της ίδιας της Δημοκρατίας. Η μόνη έγνοια της Ν.Δ. είναι να ξεχάσουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται όλα αυτά τα γεγονότα, και του ΣΥΡΙΖΑ, πετώντας τις «πέτρες» που του δίνουν τα πεπραγμένα της κυβέρνησης, να δείξει ότι μπορεί να «γυρίσει» το παιχνίδι. Και θα πετάξει όσες πέτρες χρειαστεί μέχρι να ραγίσει και τελικά να σπάσει το χοντρό τζάμι που τον χωρίζει από το Μαξίμου.