Οταν ήμουν μικρός ζήλευα τα αμερικανάκια για την Ιστορία που διδάσκονταν στο σχολείο. Την ώρα που εμείς -σκεφτόμουν- απομνημονεύαμε αυτοκράτορες του Βυζαντίου, αυτά μάθαιναν για καουμπόηδες και Ινδιάνους! Φαντάζομαι την έκπληξή τους όταν, μεγαλώνοντας, άρχισαν να τους λένε ότι στην πραγματικότητα οι καλοί -οι Τζον Γουέιν- που ήξεραν, δεν ήταν όλοι τόσο καλοί. Και ότι ορισμένοι ευθύνονταν για σφαγές και διώξεις των ιθαγενών Ινδιάνων μόνο και μόνο για να τους αρπάξουν τη γη.
Αλλά βέβαια αυτά έχει η Ιστορία. Αναθεωρείται συνεχώς. Δεν πρέπει να μας ανησυχεί. Αλλωστε υπάρχουν δύο ειδών Ιστορίες. Υπάρχει η Ιστορία που λίγο-πολύ γνωρίζουμε όλοι και αποτελεί ουσιαστικά στοιχείο της ταυτότητάς μας. Και υπάρχει η Ιστορία των ιστορικών που αναζητά την ιστορική αλήθεια και προσπαθεί να καταλάβει την αλληλουχία των γεγονότων.
Οι δύο αυτές Ιστορίες, εξίσου σημαντικές και αναγκαίες, προφανώς δεν ταυτίζονται. Η πρώτη αναζητά από το παρελθόν συμβουλές και παραδείγματα που βοηθούν στο παρόν. Για τον λόγο αυτό μάλιστα καταφεύγει συχνά στον μύθο και στο φολκλόρ, αποδίδει προθέσεις στους πρωταγωνιστές, αναζητά ηθικά κίνητρα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να καταλήξει σε έναν στείρο εθνικισμό. Σε κάθε περίπτωση αποτελεί βασικό συνεκτικό παράγοντα των σύγχρονων εθνικών κρατών.
Η Ιστορία των ιστορικών απεχθάνεται αυτά τα τερτίπια. Και αυτή φυσικά πολλές φορές δεν είναι απαλλαγμένη από ιδεολογικές προκαταλήψεις. Τότε όμως γίνεται απλώς κακή Ιστορία. Γιατί η επιστήμη της Ιστορίας πρωτίστως επιχειρεί να καταλάβει τι, και στο μέτρο του δυνατού γιατί, έγινε. Στέκεται στα γεγονότα, στους ανθρώπους και στην εποχή τους, όσο μπορεί απαλλαγμένη από σκοπιμότητες και αναστολές.
Συχνά βέβαια η μία μπαίνει στα ποδάρια της άλλης. Και τότε μπορεί να έχουμε πρόβλημα. Οταν για παράδειγμα η δική μας Ιστορία, η Ιστορία καθημερινής χρήσης να την πούμε, επιχειρεί να βάλει όρους και περιορισμούς, στην άλλη Ιστορία, την Ιστορία των ιστορικών.
Ή ακόμα χειρότερα, όταν κουφιοκεφαλάκηδες ή αδίστακτοι πολιτικοί επιχειρούν να αξιοποιήσουν διαφωνίες ή διαμάχες ιστορικών για να εξάψουν τα πάθη και να προωθήσουν τη δική τους πολιτική ή εθνικιστική ατζέντα, αδιαφορώντας αν ποδοπατούν κάθε έννοια επιστημονικής δεοντολογίας ή ακαδημαϊκής ελευθερίας.
Προσοχή: αυτό δεν σημαίνει ότι κατ? ανάγκην οι ιστορικοί έχουν πάντα δίκιο. Συχνά μπορεί να ισχύει το αντίθετο. Οφείλουμε ωστόσο -κι αυτό έχει την επικαιρότητά του σήμερα με τη συζήτηση για τον αντιρατσιστικό νόμο- να σεβόμαστε τον διακριτό τους ρόλο και να μην επιχειρούμε να τους εμπλέξουμε σε άλλες διαμάχες.
Δεν έχουν δηλαδή λόγο οι ιστορικοί στη διαμόρφωση της καθημερινής μας ιστορίας; Ασφαλώς έχουν. Και μακάρι να ήμασταν σε θέση την αναπόφευκτη απομυθοποίηση των ιστορικών να την ενσωματώναμε χωρίς την παραμικρή αίσθηση απώλειας στην υπερηφάνεια που νιώθουμε για την πατρίδα μας. Με ή χωρίς κρυφό σχολειό, με ή χωρίς τον χορό του Ζαλόγγου. Αλλά αυτό στην πράξη είναι ανέφικτο.
Η καθημερινή μας ιστορία, βλέπετε, είναι πολύ πιο ανθεκτική στις επιθέσεις της επιστήμης. Μπορείτε να φανταστείτε Σκοτσέζο χωρίς την παραδοσιακή του φούστα; Κι όμως οι ιστορικοί παραδέχονται σήμερα ότι δεν ήταν παρά μια εφεύρεση ενός Αγγλου κουάκερου, του Τόμας Ρόλινσον, τον 18ο αιώνα, ο οποίος ήθελε να βρει ένα πρακτικό ρούχο για όσους εργάζονταν στα ορυχεία. Αυτό φυσικά δεν εμπόδισε το Χόλιγουντ να εμφανίζει τον Μελ Γκίμπσον να φορά το Κιλτ μερικούς αιώνες νωρίτερα αλλά, για να είμαστε δίκαιοι, ούτε και τον διάδοχο στο θρόνο, πρίγκιπα Κάρολο να φορά την «επίσημη» σκοτσέζικη φορεσιά του. Κι ας φωνάζουν οι ιστορικοί!