Σύνεση είναι το να δρα κανείς με τρόπο ώστε να αποφεύγει δυσάρεστες καταστάσεις. Ριζοσπαστισμός είναι ένα σύστημα πολιτικών αξιών που εστιάζει στην ανατροπή των κοινωνικών δομών και με στόχο την εγκαθίδρυση ενός διαφορετικού συστήματος αξιών στις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και με το κράτος. Εκ πρώτης όψεως, η σύνεση και ο ριζοσπαστισμός δύσκολα συνυπάρχουν. Ο ριζοσπαστισμός, από τη φύση του, έχει ένα στοιχείο γενναιότητας και ανάληψης του κινδύνου που δεν απαντάται στις «συνετές» λύσεις. Κι όμως, όταν αυτές που τόσα χρόνια περιφέρονται ως υπεύθυνες και ρεαλιστικές συνταγές οδηγούν τις κοινωνίες στον μαρασμό και την εξάρθρωση, τότε το περιεχόμενο της σύνεσης αποκτά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά. Αυτό συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα. Αυτή η νέα σήμανση προϋποθέτει έναν κρίσιμο συνδυαστικό αγώνα στην κοινωνία και τους θεσμούς: στο είναι και τη συνείδηση, όπως θα λέγαμε στη νιότη μας.
Δεν μπορούν εύκολα να συνομολογηθούν συμμαχίες για θεσμικές αλλαγές μέσα στην κοινωνική οδύνη
Η πρόσφατη ελληνική ιστορία αλλά και μια αναγκαία αναφορά στη θεωρία από την οποία οι περισσότεροι ξεκινήσαμε, τον μαρξισμό, μας θυμίζει ότι αν δεν μπορέσουν να αλλάξουν στοιχειωδώς οι υλικοί όροι της ύπαρξης, δεν μπορούν, όσο ειλικρινά και να το παλεύουμε, να αλλάξουν οι θεσμοί και οι ιδέες. Όσο διαιωνίζονται στην Ελλάδα πολιτικές που οξύνουν τα κοινωνικά αδιέξοδα, την ανισότητα και την αδικία, δεν μπορούμε να έχουμε σοβαρές ελπίδες ότι θα αλλάξει το εποικοδόμημα, για να το πω με μια οικεία λέξη της νιότης μας.
Ας θυμηθούμε πως η χώρα αυτή κυβερνήθηκε για ικανά χρονικά διαστήματα από τα εκσυγχρονιστικά τμήματα των ελληνικών πολιτικών ελίτ, άλλοτε με ειλικρινή –το ομολογώ– και άλλοτε με προσχηματική προσήλωση σε μια ατζέντα των θεμελιωδών ελευθεριών. Κι όμως, αν το καλοσκεφτούμε, ποια είναι η κληρονομιά που μας παρέδωσαν στο πεδίο των δικαιωμάτων; Να θυμηθώ των υπέρ πάντων αγώνα που δώσαμε όλοι στην υπόθεση των ταυτοτήτων, μια πύρρειος νίκη η οποία ουδόλως μπόρεσε τελικά να χαλαρώσει έστω και λίγο τον σφιχτό εναγκαλισμό Εκκλησίας και Κράτους; Να θυμηθώ τέλος, των υπέρ πάντων αγώνα για την ιθαγένεια, ο οποίος υπονομεύτηκε από την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και αφέθηκε στην τύχη του από την παράταξη που θέσπισε την αλλαγή του 2010;
Το συμπέρασμα από τις παραπάνω υποθέσεις –νίκες και ήττες μαζί– είναι ότι οι μεγάλες δημοκρατικές αλλαγές στο θεσμικό εποικοδόμημα δεν μπορούν να εδραιωθούν χωρίς ένα πολιτικό σχέδιο κοινωνικής αναδιανομής στη βάση. Απλά μαθήματα μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας… Το ελληνικό παράδειγμα φωνάζει: χωρίς ουδόλως να υποτιμώ τις προηγούμενες, η αλήθεια είναι ότι οι αλλαγές που ρίζωσαν στη χώρα αυτή, πραγματοποιήθηκαν όταν ξεκίνησε το μεγάλο σχέδιο κοινωνικής αναδιανομής του 1981. Για να μπορέσει εκ νέου να εκδημοκρατιστεί το εποικοδόμημα των θεσμών και των δικαιωμάτων θα πρέπει συνάμα να ξεκινήσει αυτή η τεράστια επιχείρηση αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου που κυρίως εξαρτάται από την έκβαση των διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. Δεν μπορούν εύκολα να συνομολογηθούν συμμαχίες για θεσμικές αλλαγές μέσα στην κοινωνική οδύνη. Αυτό είναι βέβαιο. Από την άλλη, ο αγώνας για τις τομές στο εποικοδόμημα δεν χρειάζεται να περιμένει την έκβαση των διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. –μπορεί να ξεκινήσει από σήμερα–, ωστόσο πρέπει να έχουμε συναίσθηση και των ορίων εξάρτησης αυτής της μάχης από την έκβαση του μείζονος κοινωνικού σχεδίου αναδιανομής του πλούτου σε μια κοινωνία βυθισμένη στην οδύνη και την αναζήτηση δικαιοσύνης.
Επομένως, μεταξύ ενός αναγωγικού οικονομισμού που βάζει όλες τις θεσμικές τομές στη λίστα αναμονής για ένα απώτερο μέλλον και ενός αφελούς μεταρρυθμισμού που τα θέλει «όλα και τώρα», νομίζω πως υπάρχει χώρος και χρόνος να καταλάβουμε, να ιεραρχήσουμε τις στρατηγικές μας. Εγώ, λόγου χάρη, θεωρώ συστατικό για την εμβάθυνση της δημοκρατίας στην Ελλάδα να αποκτήσουν επιτέλους ιθαγένεια οι ριζωμένοι μετανάστες που συνθέτουν τον πληθυσμό αυτής της χώρας. Αντιλαμβάνομαι όμως ότι αυτή η τομή έχει μια συγκεκριμένη ιδεολογική φόρτιση: δεν θα την αφήσω να παραπέμπεται εσαεί ούτε όμως θα στυλώσω τα πόδια σαν κακομαθημένο παιδί και να λέω από σήμερα «ιθαγένεια τώρα». Φυσικά, η αλλαγή στο δίκαιο της ιθαγένειας είναι αυτονόητη και επειγόντως επιβεβλημένη τομή της κυβέρνησης της Αριστεράς, αλλά και αυτή, όπως και κάθε άλλη, πρέπει να ενταχθεί σε ένα συνολικό σχέδιο διαχείρισης του μεταναστευτικού, ώστε να μη λειτουργήσει πάλι ως ο εύκολος και εκτεθειμένος στόχος των πολιτικών αντιπάλων.
Σήμερα όμως, υπάρχει και ένας επιπρόσθετος λόγος υπέρ αυτών των αλλαγών στο εποικοδόμημα της κοινωνίας μας. Περισσότερο από ποτέ, ο θεσμικός μετασχηματισμός της ελληνικής κοινωνίας δεν είναι απλώς ένα δικό μας διαρκές ζητούμενο αλλά μπορεί, με τους κατάλληλους χειρισμούς, να αποβεί ένα κρίσιμο διαπραγματευτικό εργαλείο με την Ε.Ε. Εδώ και πολλά χρόνια, ένα μεγάλο κομμάτι του ίδιου του ευρωπαϊκού κατεστημένου που στέκεται αμήχανο έως και αρνητικό απέναντι στη νέα κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α., αγανακτεί πολύ περισσότερο με την απόλυτη αδυναμία των έως σήμερα ελληνικών κυβερνήσεων να υλοποιήσουν στοιχειωδώς τα αστικοδημοκρατικά αυτονόητα, όπως, κατεξοχήν τη συνταγματική επιταγή ότι «οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν, χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους» (Άρθρο 4, παρ. 5 του Συντάγματος). Με δεδομένες τις δημοσιονομικές δυσκολίες, οι τομές στις δημόσιες πολιτικές ως ένα πειστικό εναλλακτικό πρόγραμμα προς τις «δομικές μεταρρυθμίσεις» που λαίμαργα ζητάει η Ε.Ε. από την Ελλάδα είναι πολλαπλή και άμεση προτεραιότητα. Εξίσου κρίσιμη και ουσιωδώς προαπαιτούμενη για μια συμφέρουσα διευθέτηση του δημοσίου χρέους.
Για τον λόγο αυτόν επομένως, η μάχη είναι πολυμέτωπη. Ο κρίσιμος αγώνας για επαναδιαπραγμάτευση του ελληνικού χρέους και την άμβλυνση της κοινωνικής οδύνης είναι αυτός που, σε τελευταία ανάλυση, θα επιτρέψει μια νικηφόρα έκβαση στον εξίσου κρίσιμο αγώνα από τον οποίο θα κριθεί τελικά η φυσιογνωμία της κυβέρνησης σε μακρά διάρκεια. Αριστερά σημαίνει (και) θεσμικός μετασχηματισμός της κοινωνίας.
Οι μήνες που έρχονται θα είναι πολύ δύσκολοι. Η νίκη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δημιούργησε ένα κύμα συμπάθειας σε ένα μεγάλο τμήμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Αυτό είναι προφανές, εξόχως κρίσιμο και θετικό. Η αλήθεια είναι ότι αυτό το τμήμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας ψάχνει να σώσει την απολεσθείσα τιμή του μέσω του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., και αυτό καθιστά τον τελευταίο μείζονα πολιτικό παίκτη στην Ευρώπη. Όμως εδώ θέλει προσοχή. Αυτή η συμπάθεια, που μπορεί να είναι προάγγελος θετικών για την Ελλάδα διευθετήσεων, είναι εύθραυστη και σίγουρα όχι απροϋπόθετη. Υπάρχει ο κίνδυνος του άλλου δρόμου, αυτού που τόσα χρόνια έστρωναν απερίσκεπτα οι συντηρητικές βορειοευρωπαϊκές ελίτ σε βάρος της χώρας. Περπατάμε στην κόψη με επίγνωση αυτών των δυσκολιών: άλλο όμως η συναίσθηση των απειλών και άλλο η ασύστολη κινδυνολογία του τρόμου.
Πιθανές ήττες και ματαιώσεις είναι μέσα στα ενδεχόμενα. Οι πολιτικοί αγώνες είναι αδιάγνωστης έκβασης και κρύβουν πάντα εκπλήξεις για όλους. Θετικές και μη. Η συναίσθηση αυτού του εγγενώς αδιάγνωστου της πολιτικής έκβασης είναι αναγκαία προϋπόθεση για τις πιο έλλογες διευθετήσεις. Έτσι θα αποφύγουμε την ολίσθηση σε έναν αντιπερισπασμό από τον οποίο κινδυνεύουμε σε μια χώρα που ο λαός θέλει να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι της οδύνης του. Η δικαιοσύνη όμως είναι το μείζον ζητούμενο σήμερα, όχι η εκδίκηση. Το παλλαϊκό αίτημα για «τιμωρία των ενόχων» πρέπει να οδηγήσει σε μια συντεταγμένη λειτουργία των θεσμών και όχι σε μια αγοραία ικανοποίηση για «τα πλήθη [που] ουρλιάζουν στις κερκίδες». Μια τέτοια ολίσθηση θα είναι ακύρωση του κράτους δικαίου, το οποίο αρκετά έχει υποφέρει τα τελευταία χρόνια, αλλά και προάγγελος κακών στο πολίτευμα.
Η ανατροπή των πολιτικών λιτότητας που εντείνουν τις ανισότητες είναι επαναστατική πολιτική διεργασία στην Ευρώπη σήμερα και αναγκαία προϋπόθεση για την ανάταξη της κοινωνίας και της δημοκρατίας. Η ανατροπή αυτή είναι όμως και μια διαδικασία υπαγορευμένη από πολιτική σωφροσύνη. Για τον λόγο αυτό, η νίκη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κομίζει ένα διφυές μήνυμα: μήνυμα ριζοσπαστικό διότι διεκδικεί την ανατροπή της κυρίαρχης στρατηγικής, αλλά και μήνυμα σύνεσης διότι αν συνεχίσει έτσι, η Ευρώπη θα φάει το κεφάλι της. Κατά ιστορικά παράδοξο τρόπο σήμερα, ο ριζοσπαστισμός είναι σύνεση. Η σωφροσύνη, όχι προάγγελος συντηρητικών διευθετήσεων αλλά ριζοσπαστικών ανατροπών. Αυτό το δισυπόστατο είναι, νομίζω, το βασικό όπλο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. απέναντι σε όλους όσοι τα τελευταία χρόνια κουνούσαν «υπεύθυνα» στην «απερίσκεπτη» Αριστερά το δάχτυλο σπέρνοντας τη διάλυση. Τέτοια υπευθυνότητα να μας λείπει πλέον…