Κατά την διάρκεια του πρώτου Συνεδρίου της ΚΝΕ είχαμε την φαεινή ιδέα να οργανώσουμε μια συνάντηση αντιπροσωπειών της Κομμουνιστικής Νεολαίας του Ισραήλ και των πολλών Οργανώσεων των Παλαιστινίων. Φιλοδοξούσαμε να δοθεί και κοινή συνέντευξη τύπου. Στο τέταρτο επάνω η συνάντηση διαλύθηκε καθόλου ησύχως , μέσα σε αντεγκλήσεις. Ο Ισραηλινός σύντροφος, Άραβας στην καταγωγή από την Ναμπλούς με πήρε παραπέρα και ξέσπασε : «Θέλουν να υπογράψω το αίτημα για διάλυση του κράτους του Ισραήλ. Κάθε βήμα και κάθε λέξη τους δυσχεραίνει την υπόθεση τους και καθιστά απελπιστική όχι μόνο την δική μας θέση αλλά και όλου του ισχυρού δημοκρατικού κινήματος Ειρήνης στο Ισραήλ».
Από τότε ήμουν εξαιρετικά επιφυλακτικός στην κρατούσα στην χώρα μας – βοηθούντος και ενός συσσωρευμένου υποστρώματος αντισημιτισμού – άποψη περί σύγκρουσης του a priori καλού που εκπροσωπούν οι Παλαιστίνιοι με το εξόφθαλμα κακό που εκπροσωπούν συλλήβδην οι Ισραηλινοί. Για αυτό στην πορεία μαζί με άλλους αριστερούς και δημοκράτες χαιρετήσαμε την στροφή της Παλαιστινιακής ηγεσίας στην ρεαλιστική θέση της αναγνώρισης του κράτους του Ισραήλ, τις συμφωνίες του Όσλο, την απόφαση του ΟΗΕ για την δημιουργία δύο κρατών ως μόνη λύση του Μεσανατολικού.
Για τους ίδιους ακριβώς λόγους οι δυνάμεις που θέλουν την ειρήνευση και την συνύπαρξη στην περιοχή οφείλουν τώρα να εναντιωθούν στην προκλητική και απάνθρωπη πολιτική της ακροδεξιάς κυβέρνησης του Ισραήλ που με πλήρη συνείδηση των επιπτώσεων άρχισε τις παράνομες εξώσεις των Παλαιστινίων από συνοικία της Ιερουσαλήμ , για να ακολουθήσουν οι ρουκέτες της Χαμάς .
Τώρα έχουν αντιστραφεί οι ρόλοι. Η παλαιστινιακή Αρχή αποδέχεται την ΄ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ και η Ισραηλινή κυβέρνηση αρνείται την δημιουργία Παλαιστινιακού κράτους . Νετανιάχου και Χαμάς τηρούν με ανατριχιαστική ακρίβεια τα ραντεβού με την βία. Γνωρίζουν και οι δυο καλά ότι η μεν Χαμάς μπορεί να παρενοχλεί αλλά δεν μπορεί να νικήσει το πάνοπλο Ισραήλ και ότι το Ισραήλ μπορεί να βομβαρδίζει και να αποκλείει την Γάζα αλλά με αυτόν τον τρόπο αποκλείεται να εξασφαλίσει μόνιμη ειρήνη και ασφάλεια για τους πολίτες του. Επειδή όμως για αμφότερους δεν είναι αυτές οι προτεραιότητες τους, αλλά η ακραία πόλωση που ευνοεί τους αδιάλλακτους και φανατικούς και στις δυο πλευρές, Νετανιάχου και Χαμάς χρειάζονται ο ένας τον άλλο σε μια απολύτως προβλέψιμη και επαναλαμβανόμενη αντιπαράθεση. Εδώ που είμαστε η ήττα του Νετανιάχου και η αποδυνάμωση της Χαμάς θα αποτελούσαν ευχής έργο. Ρεαλιστικά μόνο το πρώτο έχει κάποιες πιθανότητες γιατί παρά την προσωρινή συσπείρωση που πέτυχε ο Νετανιάχου έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με την δικαιοσύνη και μια αντιπολίτευση που επιμένει.
Μεγάλο ερωτηματικό ο Μπάιντεν που- χωρίς να είναι Τραμπ- μέχρι στιγμής σε αυτό το θέμα σε αντίθεση με τον Ομπάμα τηρεί άκριτα φιλοισραηλινή στάση. Δυστυχώς η Παλαιστινιακή Αρχή και ο υπέργηρος Αμπάς βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Η μετριοπαθής και λογική επιμονή τους στην λύση των δύο κρατών μένει μετέωρη, βάλλεται και από την κυβέρνηση του Ισραήλ και από την Χαμάς, ενώ οι άλλοι διεθνείς παίκτες αδιαφορούν περιοριζόμενοι σε σε άνευ πρακτικού αποτελέσματος διακηρύξεις. Ο δρόμος ενός ριζοσπαστισμού που δεν θα ποδηγετείται από τον ισλαμικό φονταμενταλισμό είναι ακόμα πολύ στενός.
Οι ελληνικές κυβερνήσεις άλλοτε με μεγαλύτερη και άλλοτε με μικρότερη επιτυχία προσπάθησαν στο Μεσανατολικό χωρίς να εγκαταλείπουν τον βασικό προσανατολισμό προς την Δύση και την ΕΕ, να τηρούν κάποιες ισορροπίες ανάμεσα στο Ισραήλ, τους Παλαιστίνιους και τους ασταθείς συμμάχους των τελευταίων, τις Αραβικές χώρες. Και αυτό με μια κοινή γνώμη κατά πλειοψηφία, ιδίως τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ, φιλοπαλαιστινιακή. Προσπάθησαν – και αυτό το πιστώθηκε η χώρα- να διαδραματίσουν στο Μεσανατολικό ρόλο σχετικά αυτόνομου και σταθεροποιητικού παράγοντα.
Αυτή η σωστή αντίληψη κινδυνεύει να ανατραπεί τόσο σε κυβερνητικό επίπεδο όσο και σε αυτό της κοινής γνώμης. Για λόγους μάλιστα που δεν έχουν σχέση με την ουσία του Μεσανατολικού αλλά με τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Κυριαρχεί η ψευδαίσθηση ότι Ισραήλ και ΗΠΑ θα σταθούν ολοκληρωτικά και εμπράκτως στο πλευρό της Ελλάδας στην αντιπαράθεση με τον «φιλοπαλαιστίνιο» για δικούς του λόγους Ερντογάν . Ξεχνώντας ότι «Ο εχθρός του εχθρού μας δεν είναι υποχρεωτικά φίλος» διάφοροι ζητούν από την κυβέρνηση να γυρίσει την πλάτη στους Παλαιστίνιους και τα δικαιώματά τους και να ταχθεί άνευ όρων με το Ισραήλ, στην σημερινή μάλιστα ακραία και πιο επιθετική από ποτέ φάση που διέρχεται. Νεόκοποι φιλελεύθεροι και μεταμελημένοι αριστεροί που σωστά αγανακτούν για την καταπίεση των Κούρδων στην Τουρκία, δεν έχουν την ίδια ευαισθησία για τα παιδιά στην Γάζα που πεθαίνουν στα ερείπια των βομβαρδισμένων κτηρίων και προτρέπουν την κυβέρνηση να ταχθεί «καθαρά με το Ισραήλ».
Ο κίνδυνος σε επίπεδο κοινής γνώμης είναι από τον αντιαμερικανισμό της μεταπολίτευσης και την άνευ όρων στήριξη στους Παλαιστίνιους λόγω αντιιμπεριαλισμού, σήμερα λόγω αντιτουρκισμού να λυγίσουμε την βέργα από την άλλη πλευρά και να επικροτούμε ανεπιφύλακτα Ισραήλ και Αμερικανούς. Και λόγω αντιπαράθεσης με τον Ερντογάν να συμμαχούμε με τα εξ ίσου- αν όχι περισσότερο- ανελεύθερα και καταπιεστικά καθεστώτα της Αιγύπτου, της Σαουδικής Αραβίας και τον Ενωμένων Αραβικών Εμιράτων. Με τα οποία δεν αποκλείεται αύριο ο Ερντογάν να βρει πάλι κοινό έδαφος.
Υπάρχει και μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή του Μεσανατολικού δράματος που εφαρμόζει κυρίως στο Κυπριακό αλλά και τις ελληνοτουρκικές διαφορές. Ότι δεν μπορείς ατιμώρητα να αγνοείς συγκυρίες , τοπικούς και διεθνείς συσχετισμούς, να αφήνεις τον χρόνο και τις ευκαιρίες να περνούν, να αρνείσαι ένα έντιμο συμβιβασμό. Οι Παλαιστίνιοι είχαν τουλάχιστον δύο ευκαιρίες και τις αρνήθηκαν. Οι συσχετισμοί στο εσωτερικό του Ισραήλ την περίοδο των Συμφωνιών του Όσλο, κατόπιν με τον Ράμπιν και κυρίως με τον Μπάρακ στην Τάμπα και το Καμπ Ντειβιντ επι Κλίντον, θα επέτρεπαν επίτευξη συμφωνίας αν υπήρχε αποφασιστική βούληση από μέρους του Αραφάτ. Η « ειρήνη των γενναίων» όμως υπονομεύτηκε από τους ακραίους των δύο πλευρών. Αλλά μακροπρόθεσμα η αμοιβαία υπονόμευση απέβη πολιτικά επωφελής μόνο για την μία πλευρά, αυτή του Ισραήλ .Εκείνη η πλευρά που επειγόταν για λύση, δηλαδή η παλαιστινιακή πλευρά , όφειλε να σηκώσει το βάρος του συμβιβασμού και της απομόνωσης των δικών της ακραίων στοιχείων. Δεν το έκανε και έκτοτε οδηγήθηκε βήμα το βήμα στην σημερινή κατάσταση, με την πλάτη στον τοίχο.
Οι αναλογίες με το Κυπριακό είναι εμφανείς. Δέσμη Ιδεών Γκάλι , σχέδιο Ανάν, Κραν Μοντανά , οι ευκαιρίες χάνονται, ηττάται ο Ακκιντζί και επιδεινώνονται οι συσχετισμοί στους Τουρκοκύπριους ενώ σκληραίνει στάση ο Ερντογαν. Ευτυχώς η αντιπαράθεση περιορίζεται στην λεκτική αντιπαράθεση. Όμως η διχοτόμηση επι του εδάφους μπορεί να γίνει de jure και ο ΓΓ του ΟΗΕ να καταθέσει την εντολή. Η Κύπρος τότε θα αποκτήσει σύνορα κατευθείαν με την Τουρκία με ότι αυτό συνεπάγεται.
Αν η παλαιστινιακή Αρχή μπορούσε να γυρίσει πίσω τον χρόνο είναι βέβαιο ότι με την εκ των υστέρων γνώση δεν θα απέρριπτε τον συμβιβασμό στην Τάμπα . Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι τo ίδιο ισχύει για τους κ.κ Κώστα Καραμανλή , Πέτρο Μολυβιάτη και Νίκο Αναστασιάδη.