Σε τι αποβλέπει ο ΣΥΡΙΖΑ

Ιωακείμ Γρυσπολάκης 04 Απρ 2014

Κατέστη σαφές και στον πλέον αδαή. Το σημαντικότερο πολιτικό πρόβλημα, που αντιμετωπίζει η χώρα, είναι η απουσία ώριμης και σοβαρής αντιπολίτευσης. Οι δύο συνεδριάσεις της Βουλής, στις αρχές της εβδομάδας, ήσαν άκρως αποκαλυπτικές της τακτικής, που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και της έλλειψης επιχειρημάτων και θέσεων που χαρακτηρίζουν την πολιτική του. Διαβλέποντας ότι η σταθεροποίηση και ανάκαμψη της οικονομίας θα τον φέρει σε δυσχερή θέση, προσπάθησε με νομικίστικα μέσα και συνδικαλιστικά τερτίπια φοιτητικών αμφιθεάτρων του πρόσφατου παρελθόντος να επιτύχει την ακύρωση των συμφωνιών με τους δανειστές μας, με συνέπεια την άτακτη χρεοκοπία της χώρας μετά τον Μάιο.

Η συμπεριφορά του κ Τσίπρα επανέφερε στη μνήμη μας την τακτική των ταγμάτων εφόδου της Αριστεράς στα Πανεπιστήμια, όταν, στο όνομα του «λαϊκού κινήματος», εισέβαλαν στις αίθουσες Συγκλήτων και συνελεύσεων των Σχολών, αλλά και στα γραφεία πρυτάνεων, προκειμένου να αποτρέψουν τη λήψη αποφάσεων, να τρομοκρατήσουν και να εκβιάσουν. Ο κ. Τσίπρας χθες θυμήθηκε τα χρόνια που, ως επικεφαλής του 15μελούς στο Λύκειο και φοιτητής στο ΕΜΠ, ηγείτο καταλήψεων και διάλυσης συνεδριάσεων πανεπιστημιακών οργάνων.

Το γεγονός ότι όλες οι μεταρρυθμίσεις, που αναφέρονται στο πολυνομοσχέδιο, δεν εφαρμόστηκαν σταδιακά από το 2010 έως σήμερα, οφείλεται στη διστακτικότητα των κυβερνήσεων να αντιταχθούν στο πελατειακό κράτος, που τα κόμματα (δεξιά και αριστερά) δημιούργησαν, και στις μεγάλες αντιστάσεις των συντεχνιών. Έστω και την τελευταία στιγμή, τα κυβερνητικά κόμματα διαπίστωσαν ότι θα πρέπει να παραμεριστούν οι δισταγμοί και η προστασία των συντεχνιών, που κρατούν καθηλωμένη την αγορά, την επιχειρηματικότητα και την απασχόληση, και να προβεί σε τομές.

Όμως, ακόμη και σήμερα, τα κόμματα αλλά και συντεχνίες, αδυνατούν να αντιληφθούν ότι δεν είναι δυνατόν να συνεχίσουμε να διατηρούμε, ως κοινωνία, τις παραδοσιακές δομές και τα παραδοσιακά επαγγέλματα στην έκταση που το πράτταμε τη δεκαετία του 1970. Ιδιαίτερα σήμερα, που οι συνήθειες και οι ανάγκες έχουν διαφοροποιηθεί. Πρέπει άμεσα να διοχετευθούν παραγωγικές δυνάμεις και πόροι στην παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, τα οποία στο σύνολό τους σήμερα εισάγονται από άλλες χώρες. Είναι απαράδεκτο να εισάγονται το 2014 η πλειονότητα των 70.000 στα πανεπιστήμια και η μειοψηφία στα ΤΕΙ, τη στιγμή που η χώρα δεν έχει ανάγκη από μηχανικούς, γιατρούς, δικηγόρους, κοινωνιολόγους ή οικονομολόγους, αλλά από τεχνολόγους και εξειδικευμένους τεχνίτες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης διαμαρτύρονται γιατί, όπως ισχυρίζονται, με το άνοιγμα των επαγγελμάτων θα κλείσουν φαρμακεία, δικηγορικά γραφεία, καταστήματα λιανικού εμπορίου και εστίασης και δεν ξέρω τι άλλο. Δεν μας λένε όμως ότι το Βέλγιο με πληθυσμό τον ίδιο με αυτόν της χώρας μας δαπανούσε ετησίως 2,9 δις ευρώ για φαρμακευτική περίθαλψη, τη στιγμή που η Ελλάδα δαπανούσε περίπου 5,9 δις. Αποσιωπούν ότι η Ελλάδα δαπανούσε 7,8 δις ετησίως για ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη τη στιγμή που η Ισπανία των 44 εκατομμυρίων κατοίκων δαπανούσε κάτι λιγότερο από 13 δις. Δεν προβληματίζονται από το γεγονός ότι το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου ήταν το 2012 στα 20 δις, λόγω εισαγωγής αναγκαίων στην πλειονότητά τους, αλλά μη παραγομένων στη χώρα μας προϊόντων;

Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για ανάπτυξη και καταπολέμηση της ανεργίας, αποσιωπώντας ή μη αντιλαμβανόμενος ότι αυτή θα γίνει πράξη μόνον με επενδύσεις ιδιωτών για τη δημιουργία επιχειρήσεων, που θα παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα και θα δημιουργήσουν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.

Οι επενδύσεις, όμως, ιδιωτικών κεφαλαίων προϋποθέτουν σταθερότητα στην πολιτική σκηνή και συμφωνία συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης επί ενός ελάχιστου κοινού προγράμματος. Σε πρόσφατη τριήμερη εκδήλωση ινστιτούτου (think tank του SPD) στη Γερμανία οι επενδυτές είπαν ότι το 2013 οι ξένες επενδύσεις στην Πορτογαλία ανήλθαν σε 12 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ στην Ελλάδα μόλις στα 1,2 δις. Ο λόγος ήταν ότι στην μεν Πορτογαλία συμπολίτευση και αντιπολίτευση ομονόησαν επί ενός κοινού προγράμματος εξόδου από την κρίση, ενώ στην Ελλάδα η αξιωματική αντιπολίτευση διακηρύσσει ότι, όταν καταλάβει την εξουσία, θα εκδιώξει τους επενδυτές και θα επαναφέρει τις επιχειρήσεις υπό κρατικό έλεγχο. Αυτό φυσικά αποβαίνει εις βάρος, πρωτίστως, των φτωχών στρωμάτων της κοινωνίας και των ανέργων.

Είναι φανερό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί πλέον να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της θεσμικής θέσης της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Συμπεριφέρεται ακόμη ως κόμμα διαμαρτυρίας του 4%. Είναι φανερό πλέον ότι η κοινωνία δεν αρκείται στην παροχολογία και τον λαϊκισμό, αφού αρχίζει πλέον να πιστεύει ότι το μνημόνιο με τη δανειακή σύμβαση ήταν αναγκαίο για την αποφυγή της άτακτης χρεοκοπίας.

Και κάτι τελευταίο. Η ανικανότητα του ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εγείρει την άμεση αναγκαιότητα επανασύνταξης του χώρου της Σοσιαλδημοκρατίας και του Προοδευτικού Κέντρου. Αν η προσπάθεια απέτυχε χθες, αύριο θα ξημερώσει μια νέα ημέρα και οι προοδευτικοί πολίτες θα το επιβάλουν. Αυτό δε για την απρόσκοπτη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ας θυμηθούμε τα λόγια ενός μεγάλου Ανθρώπου, του Νέλσον Μαντέλα, τα οποία μου υπενθύμισε μία φίλη προ ημερών: «Προσπάθησαν πολύ να μας θάψουν, αλλά λησμόνησαν ότι είμαστε σπόροι και έρχεται η άνοιξη».