Μπορεί κανείς να προσποιείται ότι ζούμε στον καλύτερο δυνατό κόσμο, τις καλύτερες ημέρες. Αλλά, ο εφησυχασμός δεν θα βγει σε καλό.
Μπορεί, παράδειγμα, να επαναπαύεται ότι το οικονομικό πρόβλημα οσονούπω θα λυθεί, γιατί στα λίγα επόμενα χρόνια θα μπουν στο ελληνικό τραπέζι περίπου 110 δισ. ευρώ, από το Ταμείο Ανάκαμψης (ΤΑ), το ΕΣΠΑ, την Κοινή Αγροτική Πολιτική και τη σχετική ιδιωτική συμμετοχή. Ουδείς σοβαρός άνθρωπος αμφιβάλλει, ωστόσο, ότι με το σημερινό κράτος και τη γνωστή κατάσταση της Δικαιοσύνης (με εξαίρεση ίσως την προσπάθεια που γίνεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο), τόσα λεφτά μέσα σε τόσο βραχύ χρονικό διάστημα δεν είναι δυνατόν να απορροφηθούν –τουλάχιστον όχι με παραγωγικό τρόπο. Μα, οι αρμόδιοι δεν φαίνονται να αγχώνονται.
Είναι επίσης πολύ αμφίβολο, αν και η ελληνική επιχειρηματικότητα μπορεί να απορροφήσει τόσα λεφτά σε τόσο λίγο χρόνο. Οι δράσεις ΤΑ και ΕΣΠΑ σε μεγάλο βαθμό αλληλεπικαλύπτονται (ψηφιακός εκσυγχρονισμός-πράσινη ανάπτυξη). Το ξεκίνημα θα είναι σχετικά εύκολο, αφού τώρα στο ΤΑ εντάσσονται επενδυτικά σχέδια που ήταν ήδη ώριμα και απλά περίμεναν να βρουν φτηνή χρηματοδότηση για να υλοποιηθούν -φεύγουν από το ΕΣΠΑ, μπαίνουν στο ΤΑ. Οι δυσκολίες έρχονται μετά, όταν θα πρέπει να έχουν ωριμάσει νέα επενδυτικά σχέδια σε παρεμφερείς τομείς, ώστε να απορροφηθούν και οι πόροι του ΕΣΠΑ. Αλλ’ ενώ οι τράπεζες σπεύδουν να είναι έτοιμες, δεν φαίνεται ανάλογη θέρμη εκ μέρους της επιχειρηματικότητας.
Το καλό σενάριο, να αξιοποιηθούν τα ευρωπαϊκά κεφάλαια για να αλλάξει η χώρα τροχιά, ροκανίζεται -μαζί με το χρόνο.
Αρκετοί ξένοι αναλυτές μιλούν ήδη για μια (πρώιμη) μεταρρυθμιστική κόπωση. Οι αυταπάτες που αναζωπυρώνονται από τη διαχείριση της τρέχουσας κρίσης, επειδή αυτή γίνεται με άφθονα λεφτά (σε αντίθεση με τη διαχείριση της κρίσης 2009-10 που απαιτούσε άγριες περικοπές δαπανών…), τείνουν να γεννούν νωθρότητα και να οδηγούν σε επανάληψη της γνωστής συντηρητικής τακτικής «ασ’ το για αργότερα». Βαθιές μεταρρυθμιστικές τομές είτε καθυστερούν είτε στέλνονται στις καλένδες. Και όσες μεταρρυθμίσεις γίνονται, γίνονται με αργούς ρυθμούς, σέρνονται, λες κι ο χρόνος δουλεύει για τη χώρα. Ή, λες, το ζητούμενο δεν είναι άλλο παρά να μένει αδιατάραχτη μια νιρβάνα με προσδοκίες, μέχρι την επόμενη εκλογική αναμέτρηση –λες, όλα αναστέλλονται μετά από εκείνη.
Το κακό σενάριο κερδίζει πόντους: Δυο-τρία χρόνια οικονομικής ανόδου χωρίς αλλαγές, ούτε στο οικονομικό υπόδειγμα ούτε στους κανόνες.
Οι ταχείς ρυθμοί αναπλήρωσης των απωλειών του ΑΕΠ με μοχλό (όχι τις επενδύσεις αλλά) την ιδιωτική και την δημόσια κατανάλωση, κρύβουν ότι στα τέλη του έτους, στην καλύτερη περίπτωση, θα έχουμε το ΑΕΠ του 2018 –μάλιστα, με όλες τις διαρθρωτικές αδυναμίες του και με διευρυμένες τις κοινωνικές ανισότητες. Η ευφορία ότι «υπάρχουν λεφτά» κρύβει τον μεγάλο διχασμό που εξελίσσεται στην οικονομία, ανάμεσα στο δυναμικό κομμάτι της, λίγες ισχυρές, σύγχρονες επιχειρήσεις που φεύγουν μπροστά, κι ένα αρχιπέλαγος περίπου 200 χιλ. πολύ μικρών επιχειρήσεων που βρίσκονται λίγο πριν το λουκέτο. Κι η ευκολία του δανεισμού χάρη σε παλιότερες ρυθμίσεις χρέους και στην κ. Λαγκάρντ, κρύβει την ανάγκη να βάλουμε σε τάξη τα δημοσιονομικά μας για να πάρουμε με κάποιες αξιώσεις μέρος στη συζήτηση της νέας ευρωπαϊκής δημοσιονομικής πολιτικής από το 2023.
Χρειαζόμαστε κάποιου είδους συνεννόηση και ένα μεγάλο σχέδιο. Δεν υπάρχει τίποτα από τα δύο.
Πηγή: www.kathimerini.gr