Η κρίση που ζούμε είναι βαθύτατα πολιτική και συστημική. Αφορά τα πάντα: τις δημόσιες πολιτικές, τις πρακτικές των θεσμών, τα κόμματα, τη συμπεριφορά των πολιτών, το κράτος, τη διοίκηση και τις επιχειρήσεις. Οι λόγοι της κρίσης είναι ταυτόχρονα εσωτερικοί και εξωγενείς, αλλά εδώ που έφτασαν τα πράγματα δεν αρκούν τα λόγια, η χώρα διακινδυνεύει την ίδια την ύπαρξή της.
Η Ευρώπη και ειδικά η ευρωζώνη, βυθίζεται σε βαθιά ύφεση, σε μεγάλη ανεργία και αναπόφευκτα, σε κοινωνική αναταραχή. Η ιστορία είναι αρκούντως διδακτική σε ό,τι αφορά τις πολιτικές συνέπειες τέτοιων εξελίξεων. Το θεσμικό οικοδόμημα της ΕΕ περνά επίσης μια πολλαπλή κρίση, βρίσκεται σε κρίση ταυτότητας.: έλλειμμα πολιτικής, δυστοκία νέων προτάσεων, αμηχανία στη λήψη αποφάσεων. Η κρίση ωθεί σε αναθεώρηση των πάντων και σε πολλές χώρες άρχισε ήδη η συζήτηση για το μέλλον της ΕΕ και της ευρωζώνης. Τα σενάρια είναι πολλά και σχετίζονται με τις επιλογές των πολιτικών εκείνων που θα οδηγήσουν σε πιθανή έξοδο από την οικονομική κρίση και που αναγκαστικά θα συζητηθούν ενόψει των ευρωεκλογών του 2014.
Η δική μας εμπειρία (κρίση, ύφεση, έλλειμμα, χρέος, ανεργία, Μνημόνια, καταστροφή της εθνικής οικονομίας) πρέπει να οδηγήσει σε εγρήγορση και σε επεξεργασία προτάσεων για το μέλλον. Προτάσεων που αφορούν τόσο την Ελλάδα (στρατηγική, ανάκαμψη, προτεραιότητες, νέες θέσεις εργασίας, επενδύσεις, φοροδιαφυγή, κοινωνική αλληλεγγύη), όσο και την ΕΕ. Υπάρχουν ήδη πολλές προτάσεις στο τραπέζι (τραπεζική ένωση, αλλαγή Συνθηκών, επενδυτικά σχέδια,) αλλά είναι ευνόητο ότι η αλλαγή στο εθνικό επίπεδο, θα γίνει εφικτή με παράλληλο ανασχεδιασμό των ευρωπαϊκών πολιτικών.
Όπως συμβαίνει πάντα, κερδίζει όμως αυτός που προβλέπει, που τολμά, που επηρεάζει την πολιτική, αυτός που είναι παρών στις εξελίξεις με δημιουργικές προτάσεις. Φρονώ ότι θα υπάρξουν προσπάθειες επανεξέτασης της κατάστασης απ’όλες τις πλευρές. Ήδη το ΔΝΤ εξέδωσε πρόσφατα το πόρισμά του για το τί δεν πήγε καλά στην περίπτωση της Ελλάδας. Η ταραχή που προκλήθηκε στην ΕΕ ήταν επικοινωνιακού τύπου και δεν αλλάζει τις συνέπειες των δραματικών επιλογών για τη χώρα μας. Αντίθετα, και χωρίς να απαντηθούν τα θέματα που τέθηκαν, η επιμονή στην ίδια πολιτική γίνεται πιο έντονη και η κοινή γνώμη βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση και απογοήτευση.
Πέρα όμως από αυτή την εξέλιξη, θα πρέπει να αναληφθεί τώρα νέα προσπάθεια. Μια προσπάθεια εκπόνησης ελληνικού σχεδίου ανασυγκρότησης και ανάπτυξης. Προτείνω τη συγκρότηση μιας Ομάδας Υψηλού Επιπέδου, υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας, που θα αποτελείται από επιστήμονες κύρους, δηλαδή στελέχη που έχουν γνώση της ελληνικής διοίκησης, της οικονομίας και της κοινωνίας, και που γνωρίζουν ταυτόχρονα την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Ετσι, πέρα από την τρόϊκα και τα Μνημόνια, που δεν έχουν καμμιά αναπτυξιακή διάσταση, θα έχουμε το ερχόμενο φθινόπωρο, ένα εθνικό σχέδιο για την μελλοντική ανασυγκρότηση της χώρας. Σχέδιο αναπτυξιακό και ρεαλιστικό κι όχι κατάλογο ευχολογίων, σχέδιο με προοπτική κι όχι κίνηση δημοσίων σχέσεων.
Χρειάζεται πρώτα η νηφάλια και αντικειμενική αξιολόγηση της μέχρι τώρα πορείας και ύστερα η επεξεργασία και αποτύπωση των προτάσεων και των δυνατοτήτων για μια έξοδο από την κρίση, σε ορίζοντα τριετίας. Το σχέδιο πρέπει να ορίσει σαφείς προτεραιότητες, να εδράζεται σε ένα οικονομικό μοντέλο προσαρμοσμένο στην ελληνική πραγματικότητα και να προτείνει ρεαλιστικά μέσα για την επίτευξη των στόχων. Πάνω σε αυτό το σχέδιο θα ξεκινήσει στη συνέχεια η δημόσια συζήτηση για τα μέσα, το χρονοδιάγραμμα και τον τρόπο υλοποίησης. Ένα είναι όμως βέβαιο: η κατάσταση είναι έκτακτη, η κοινωνία δεν αντέχει άλλο, οι προβλέψεις δεν είναι ευοίωνες και γι αυτό δεν πρέπει να περιμένουμε κι άλλο, άπρακτοι και άβουλοι.
Υπάρχουν πολλά και άξια στελέχη του ελληνικού επιστημονικού κόσμου και της διοίκησης που μπορούν και πρέπει να συμμετάσχουν αφιλοκερδώς σε μια τέτοια προσπάθεια.