Με «εργαλείο» το πρωτογενές πλεόνασμα, η κυβέρνηση προβάλλει ένα συγκεκριμένο σχέδιο σύμφωνα με το οποίο «η χώρα βγαίνει από τα μνημόνια, φεύγει οριστικά η τρόικα και ανακτά την οικονομική ελευθερία της, διά της προσφυγής στις αγορές». Το «σχέδιο» στηρίζεται αφενός στην όντως μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή που έχει ήδη γίνει και αφετέρου σε μια υψηλού επιπέδου πολιτική διαπραγμάτευση του κ. Σαμαρά, με Βερολίνο, Βρυξέλλες και ΔΝΤ.
Η «αχίλλειος πτέρνα» του φιλόδοξου αυτού σχεδίου είναι ότι, σε τελευταία ανάλυση, πρόκειται περισσότερο για πολιτικό – κομματικό σχεδίασμα, παρά στηρίζεται σε ένα ρεαλιστικό και αξιόπιστο οικονομικό πρόγραμμα ανασυγκρότησης και ανάπτυξης της χώρας, που δυστυχώς ακόμα δεν υπάρχει. Λείπουν οι ρεαλιστικές οικονομικές προϋποθέσεις ανάπτυξης και αυτό το καθιστά έωλο…
Εχει επίσης ένα «γενετικό πρόβλημα». Κρίσιμο στοιχείο είναι να γίνει το χρέος βιώσιμο, μέσω μιας ευνοϊκής ρύθμισης, που επιπλέον να την «αναγνωρίζουν» οι αγορές. Εάν συμβεί αυτό, θα υπάρξουν «ανταλλάγματα επιτήρησης», καθώς οι ευρωπαϊκοί παράγοντες εκτιμούν ότι η Ελλάδα δεν είναι ακόμα ώριμη για μια έξοδο στις αγορές και δεν δέχονται την απαλλαγή της από την αυστηρή ευρωπαϊκή εποπτεία.
Δυστυχώς το υποτυπώδες οικονομικό σχέδιο της κυβέρνησης δεν είναι τόσο ισχυρό και πειστικό όσο το εμφανίζει η κυβέρνηση στα μάτια των ειδικών και των επενδυτών. Αυτό προκύπτει και από τα «αντικρουόμενα μηνύματα» που έρχονται από πολλές διεθνείς οικονομικές εκθέσεις και πηγές. Είναι χαρακτηριστικό, σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2014, για να επιτευχθεί ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης των 2,8 δισ., πρέπει να μαζευτούν επιπλέον από την πραγματική οικονομία περίπου 5 δισ., μέσω είσπραξης φόρων και μείωσης κοινωνικών παροχών. Υπ? αυτές τις συνθήκες, είναι όντως απορίας άξιον πώς θα μεταβληθεί ο ρυθμός του ΑΕΠ, από μία ύφεση της τάξης του 4% σε μία ανάπτυξη του 0,6 και θα μειωθεί η ανεργία, όπως προβλέπεται!
Ενώ συζητήσιμα είναι τα «ποιοτικά χαρακτηριστικά» του πλεονάσματος και η διατηρησιμότητά του… Επισημαίνουμε επίσης την αρνητική ψυχολογία που επικρατεί σε μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, που πιστεύει ότι η κατάσταση της οικονομίας χειροτερεύει, καθώς αυτό αντιλαμβάνεται από την καθημερινότητά της. Μπορεί όντως η προσδοκώμενη από την Αριστερά «κινηματικού τύπου» εξέγερση του φθινοπώρου να μην επιβεβαιώθηκε, όμως πληθαίνουν τα αντιφατικά και αντικρουόμενα μηνύματα που αφορούν το πολιτικό σκηνικό της χώρας και τις εξελίξεις. Φαίνονται και στις δημοσκοπήσεις.
Από την άλλη πλευρά, η αντιμετώπιση της ΧΑ, αντί να δημιουργήσει ένα «κοινό πολιτικό μέτωπο» των κομμάτων απέναντί της, βλέπουμε να γίνεται αντικείμενο κομματικών αντιπαλοτήτων, ενώ οι νέες συμπληρωματικές θεσμικές ρυθμίσεις που απαιτούνται, για «αχαρτογράφητα ζητήματα», γίνονται πεδίο εκατέρωθεν «καχυποψιών», με έντονα στοιχεία «πολωτικού διπολισμού», επικίνδυνου για τη χώρα.
Χρειάζεται «χαλάρωση» και «διόρθωση» αυτής της πορείας, όχι μόνο για να αντιμετωπισθούν καλύτερα οι ναζιστικές απειλές, αλλά και για να μην μπούμε, λόγω κομματικής πόλωσης, σε αμφισβή-τηση της ίδιας της νομιμότητας ή του Συντάγματος, που είναι οι πυλώνες της Δημοκρατίας. Το κράτος δικαίου δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει πεδίο πολιτικοκομματικής αμφισβήτησης…