Σαν παλιό σινεμά

Γιάννης Παπαθεοδώρου 20 Οκτ 2015

Τις τελευταίες ημέρες επανήλθε στο προσκήνιο της πολιτικής αντιπαράθεσης, ιδιαίτερα μέσα στο Κοινοβούλιο, το λεγόμενο «ηθικό πλεονέκτημα» της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ακούγοντας τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τον ίδιο τον πρωθυπουργό να το επικαλούνται διαρκώς, γίνεται αντιληπτό ότι το επιχείρημα αυτό βασίζεται σε δύο διακριτούς αλλά συμπληρωματικούς άξονες: α) την ιστορική διαδρομή της Αριστεράς («Αριστερά της θυσίας») και β) τη συνολική απαξίωση των άλλων —πρώην κυβερνητικών— κομμάτων (κυρίως ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) λόγω της σύνδεσής τους με τη διαφθορά και τη διαπλοκή, που οδήγησε στη χρεοκοπία («εσείς, που κυβερνήσατε σαράντα χρόνια, μας φέρατε εδώ»). Την απαξίωση αυτή εξέφρασε μάλιστα προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ με το γνωστό μεταπολιτικό σύνθημα: «ξεμπερδεύουμε με το παλιό». Την επαναλαμβάνει και τώρα, προκειμένου να επινοήσει ένα αριστερό άλλοθι στη δύσκολη μνημονιακή διακυβέρνηση.

Δεν χρειάζεται να εξετάσουμε αναλυτικά τους δύο άξονες. Ο πυρήνας αλήθειας που περιέχεται σε αυτούς δεν είναι αρκετός πάντως για να αποδεχτεί κανείς την ισχύ του επιχειρήματος. Η Αριστερά άλλωστε κουβαλάει πολλούς «σκελετούς στη ντουλάπα», ακριβώς επειδή η ιστορία της συνδέθηκε σε μεγάλο βαθμό με την «κομμουνιστική υπόθεση». Επίσης, δεν είναι καθόλου σίγουρο πως η διαφθορά αποτέλεσε τον κύριο παράγοντα της χρεοκοπίας της χώρας. Γιατί, άραγε, η διαφθορά ευθύνεται περισσότερο για τη χρεοκοπία από τον πελατειακό κρατισμό, που τόσο θερμά υποστήριξε και υποστηρίζει η ριζοσπαστική Αριστερά; Πίσω από αυτούς τους δύο άξονες, ωστόσο, είναι σαφές ότι κρύβεται το αίτημα «ηθικοποίησης της πολιτικής»? αίτημα ριζωμένο στο λαϊκισμό αλλά και στη φαντασιακή εκδίκηση των αγανακτισμένων απέναντι στις οικονομικές και πολιτικές ελίτ, που όλες «μαζί τα φάγανε».

Πριν από μερικά χρόνια (2007), κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Εστία το σπουδαίο βιβλίο της Μυριάμ Ρεβώ ντ’ Αλλόν, με τον τίτλο Πρέπει η πολιτική να γίνει ηθική; Το βιβλίο, μεταφρασμένο από τον Νίκο Ζαρταμόπουλο, κυκλοφόρησε στη σειρά που, με εξαιρετική επιμέλεια, ιδεάσθηκε και σχεδίασε ο Σταύρος Ζουμπουλάκης. Στο βιβλίο αυτό, η Γαλλίδα φιλόσοφος έθετε στο κέντρο της κριτικής το στερεότυπο του ηθικού εξαγνισμού της πολιτικής, υπενθυμίζοντας ότι αυτή η καθαρότητα συσκοτίζει την ίδια την πολιτική πράξη. Η συγγραφέας υποστηρίζει πως πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί απέναντι σε αυτή την ηθικολογία και στους προπαγανδιστές της, ακριβώς επειδή εύκολα παρασύρονται από τον πειρασμό του ολοκληρωτισμού. Με άλλα λόγια, δεν είναι μόνο τα «βρώμικα νερά» της πολιτικής που υποχρεώνουν τους πολιτικούς να υιοθετούν κατεξοχήν μεροληπτικά κριτήρια για το «ηθικό και το νόμιμο»? είναι κυρίως ο δογματισμός αυτής της ιδιάζουσας αρετολογίας, που μπορεί να εξελιχτεί σε κίνδυνο για τη δημοκρατία.

Στο βιβλίο της η  Μυριάμ Ρεβώ ντ’ Αλλόν, ακολουθώντας τον Weber, διαχώριζε την «ηθική της πεποίθησης» από την «ηθική της ευθύνης». Στην πρώτη καταλόγιζε ότι προσπαθεί να επιβληθεί με τις άκαμπτες αρχές ενός ορισμένου αξιακού συστήματος, που παραμένει πάντα πιστό στους κανόνες του, ακόμη και όταν οι κανόνες αυτοί συγκρούονται με την πραγματικότητα. Στη δεύτερη, αναγνώριζε το πλεονέκτημα της αναγνώρισης των πραγματικών συνεπειών και επιπτώσεων μιας πολιτικής πράξης? άρα τη διαρκή λογοδοσία της πολιτικής, μέσα σε μια ορισμένη συγκυρία. Είναι προφανές πως η λεγόμενη «ηθική υπεροχή» του ΣΥΡΙΖΑ ανήκει στην πρώτη περίπτωση. Το επιχείρημα που λέει ότι η Αριστερά είναι ηθικά ανώτερη επειδή είναι Αριστερά, είναι ένα επικίνδυνο ιδεολόγημα, που αδυνατεί να ενσωματώσει τις στοιχειώδεις αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού.

Η κυβερνητική αυτοπροβολή της ριζοσπαστικής Αριστεράς ως μοναδικής «ηθικής δύναμης» του τόπου εγκαινιάζει ήδη μια νέα «γκρίζα ζώνη» του λαϊκισμού. Είναι προφανές πως, στους επόμενους μήνες, αυτό το επιχείρημα θα καταρρεύσει. Δεν θα καταρρεύσει βέβαια λόγω της λεγόμενης «αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας» που ξεσκονίζει τα υπουργικά «πόθεν έσχες», αλλά λόγω της λενινιστικής καχυποψίας απέναντι στις πολιτειακές εγγυήσεις και στους θεσμούς, που ορίζουν τη δημοκρατική σχέση ανάμεσα στην πολιτική και την ηθική. Θα καταρρεύσει επίσης, επειδή ο ηθικισμός είναι ο πιο γρήγορος δρόμος για να μετατρέψει την ηθική σε καρικατούρα της εξουσίας. Στο βιβλίο της, η Μυριάμ Ρεβώ ντ’ Αλλόν υπενθύμιζε την τραγική διάσταση της πολιτικής πράξης? διάσταση, νομίζω, ιδιαίτερα ταιριαστή σε καιρούς οικονομικής κρίσης. Σήμερα, η κωμική αντιστροφή αυτής της άποψης, μετατρέπει τη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ σε ηθικιστική ατάκα, βγαλμένη από το παλιό ελληνικό σινεμά. Ακούγοντας τους κυβερνητικούς βουλευτές στη Βουλή, ολοένα και περισσότερο ηχούσε στα αυτιά μου η μπάσα φωνή του Βασίλη Αυλωνίτη στην Ωραία των Αθηνών (1954): «Πνεύμα και ηθική, πνεύμα και ηθική»!