Σαμαράς – Βενιζέλος: Οι δρόμοι χωρίζουν;

Σάκης Μουμτζής 22 Δεκ 2014

Ενώ γράφονται αυτές οι γραμμές, η υπόθεση Χαϊκάλη βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Το όλο κλίμα που δημιουργήθηκε καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας.
Άλλωστε, όπως είχα γράψει στη «Θ» (15.12.2014), φαίνεται πως ο πρωθυπουργός έχει κάνει την επιλογή του. Επιζητεί εκλογές. Πιστεύει πως μπορεί να ανατρέψει τα δημοσκοπικά ευρήματα και να αναδείξει τη Νέα Δημοκρατία πρώτο κόμμα. Με δεδομένο ότι μέχρι το 2019 δεν μεσολαβεί καμία εκλογική αναμέτρηση, θα έχει μπροστά του μία τετραετία διακυβέρνησης. Η τακτική του είναι η διαρκής επίκληση των κινδύνων που θα έχει για τη χώρα η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, η συνακόλουθη πόλωση και η στόχευση σε μεγάλες κοινωνικές ομάδες -κυρίως συνταξιούχους- προς τις οποίες το κόμμα του έχει προνομιακή πρόσβαση. Ελπίζει και σε «βοήθειες» από το εξωτερικό, που όμως μερικές φορές λειτουργούν αντίστροφα. Στην τελική ευθεία είναι σίγουρος ο Αντ. Σαμαράς πως θα έχει τη στήριξη σχεδόν όλων των βασικών ΜΜΕ. Με αυτά τα όπλα ελπίζει στη νίκη της ΝΔ.

Για το ΣΥΡΙΖΑ το μόνο μέλημά του είναι η αποφυγή του «σοβαρού λάθους» της τελευταίας στιγμής. Βέβαια η πανσπερμία απόψεων έχει εθίσει το εκλογικό σώμα σε αυτήν, ώστε αναρωτιέμαι τι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «σοβαρό λάθος». Επιπλέον αισιοδοξεί ότι έχει περιθώρια άντλησης -έστω οριακά- ψήφων από το ΚΚΕ και την «αντισυστημική δεξιά».
Έτσι εκ πρώτης όψεως το μεγάλο πρόβλημα τακτικής, σε περίπτωση που προκηρυχθούν εκλογές, φαίνεται πως το έχει το ΠΑΣΟΚ. Γι’ αυτό και προσπαθεί να τις αποφύγει καταθέτοντας διάφορες συναινετικές προτάσεις, ασαφείς στο περιεχόμενό τους, ώστε να εκλεγεί πρόεδρος της Δημοκρατίας. Εάν το ΠΑΣΟΚ υιοθετήσει την κινδυνολογική και επιθετική προς το ΣΥΡΙΖΑ τακτική, ουσιαστικά θα στρέψει ένα κομμάτι των αμφιταλαντευόμενων ψηφοφόρων προς τη ΝΔ. Ενώ, αν ρίξει τους τόνους της κριτικής του, φαίνεται ανακόλουθο και ελάχιστα πιστευτό σε σχέση με τη μέχρι τώρα πολιτική του. Επιπλέον η απενοχοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ μέσω μιας ήπιας αντιπαράθεσης με αυτόν τον καθιστά για ένα μέρος των ψηφοφόρων αποδεκτή, εντός του συστήματος, εναλλακτική λύση. Πρέπει να γίνει αντιληπτό πως σε μία αναμέτρηση, που πιθανόν η διαφορά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων θα είναι μικρή, τέτοιες οριακές μετατοπίσεις -απόρροια εκλογικής τακτικής- ίσως κρίνουν το νικητή. Το ΠΑΣΟΚ όμως έχει και ένα πρόσθετο πρόβλημα. Αισθάνεται την ανάσα του «Ποταμιού», που αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία του στο χώρο της κεντροαριστεράς, κάτι που περιπλέκει ακόμη πιο πολύ την ακολουθητέα τακτική του.
Έχοντας λοιπόν όλα αυτά μπροστά του το ΠΑΣΟΚ, το μόνο σοβαρό χαρτί που διαθέτει είναι αυτό που το εμφανίζει ως μία υπεύθυνη δύναμη, απαραίτητη για τη διακυβέρνηση του τόπου. Εγγυητή της ομαλότητας και σταθερότητας. Εάν αυτός ο σχεδιασμός συνοδευτεί και με μία επί της ουσίας πολιτική κριτική των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ, μακριά από καταστροφολογικές κραυγές, ενδεχομένως να λειάνει το έδαφος για μία πιθανή και αναγκαία μετεκλογική συνεργασία των δύο κομμάτων. Συγχρόνως η προεκλογική τακτική του ίσως του δώσει την ευκαιρία να χαράξει διακριτές γραμμές από τη ΝΔ, κάτι που μέχρι τώρα δεν είναι ευρέως αντιληπτό. Συνεπώς ο αδύναμος κρίκος των βασικών παικτών, το ΠΑΣΟΚ, εάν συγκροτήσει έναν επιδέξιο προεκλογικό πολιτικό λόγο, μπορεί να επιτύχει εκλογικό ποσοστό που θα τον καταστήσει απαραίτητο κυβερνητικό εταίρο και θα ακυρώσει οποιαδήποτε εσωκομματική αναταραχή.
Βέβαια όλα αυτά θα διαδραματιστούν σε ένα ασταθές οικονομικό περιβάλλον και με τους εταίρους-δανειστές να περιμένουν το νικητή, για να υπογράψει τα συμφωνηθέντα και υποσχεθέντα.