Το εξαιρετικό πρωτοσέλιδο της «Εφ.Συν.» με τίτλο «Το ΤΕΙΧΟΣ της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ», και η πολύ καλή έρευνα για την δίκη της Χρυσής Αυγής έγιναν ευμενώς δεκτά από την ευρύτερη κοινωνία. Συνάντησαν όμως και ορισμένες κριτικές, κυρίως όσον αφορά την συμπερίληψη κορυφαίων στελεχών της συντηρητικής παράταξης στον σχετικό διάλογο.
Είναι απαραίτητο να είμαστε σαφείς, χωρίς μισόλογα. Η ανάδυση του νεο-ναζισμού αποτελεί υπέρτατο κίνδυνο, που πρέπει να αντιμετωπιστεί από ευρύτατη συσπείρωση δημοκρατικών δυνάμεων, ανεξαρτήτως των διαφορών τους. Ο νεο-ναζισμός είναι το «απόλυτο κακό», με παλιές ρίζες, και αποτελεί κοινό αντίπαλο.
Κάθε κομματική δύναμη, πολίτης, πολιτικό στέλεχος, που αθροίζεται σε αυτό το μέτωπο, είναι κέρδος για την δημοκρατία. Οι διαφορές μεταξύ τους υπήρχαν, υπάρχουν, και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Όχι μόνο για τα γενικότερα προβλήματα, αλλά και για τις αιτίες, την προέλευση, την φύση και τον τρόπο αντιμετώπισης της Ακροδεξιάς, των φασιστικών αντιλήψεων, του αντισημιτισμού, του ρατσισμού και του ακραίου επιθετικού εθνικισμού.
Ούτε η θεωρία των δύο άκρων, με την συμπερίληψη σε αυτά κομμάτων του συνταγματικού τόξου, ούτε ορισμένες υπεραπλουστευτικές διακηρύξεις, ότι οι ασκούμενες σήμερα πολιτικές οδηγούν απευθείας και μονοσήμαντα στον φασισμό, λαμβάνουν υπόψη την σοβαρότητα του φαινομένου.
Κανείς δεν μπορεί να δίνει συγχωροχάρτι στο νεοφασισμό, με την «σχετικοποίηση» των φαινομένου και των συνεπειών του. Και, βεβαίως, το «κλείσιμο του ματιού» ορισμένων στελεχών της Ν.Δ. προς την Ακροδεξιά αποτελεί βαρύ ολίσθημα. Βλάπτει σοβαρά τον κοινοβουλευτισμό και τη χώρα. Γι αυτό ακριβώς, η καθαρή τοποθέτηση κορυφαίων εκπροσώπων του κόμματος αυτού έχει μεγάλη παιδαγωγική σημασία.
Η προσπάθεια για πολιτική μετατόπιση πολιτών που στήριξαν ή ανέχθηκαν το νεοναζιστικό μόρφωμα προς δημοκρατική κατεύθυνση δεν γίνεται με «ιδεολογικές καθαρότητες» και περιχαρακώσεις, ούτε με διαγ(κ)ωνισμούς για το ποιος είναι ο πιο συνεπής αντίπαλος του. Γίνεται με την αποκάλυψη του ρόλου του και με την ήττα του, μέσω της ασφυκτικής πολιτικής, κοινωνικής και ηθικής απομόνωσης των πρακτικών και ιδεών του.
Σε αυτή την προσπάθεια έχει θέση η κοινοβουλευτική Δεξιά. Τα όρια της προς την Ακροδεξιά, καθώς και τις φασιστικές αντιλήψεις και πρακτικές, πρέπει να είναι απόλυτα και σαφή. Είναι η μόνη «κόκκινη γραμμή» που έχει τόση και αυτονόητη σημασία. Ο ολοκληρωτισμός δεν μπορεί να γίνει ανεκτός.
Πηγή: www.efsyn.gr