Σαφάρι

Γιάννης Παπαθεοδώρου 16 Απρ 2019

Η Αριστερά ήταν η τελευταία πολιτική εφεδρεία της μεταπολίτευσης. Από τη βολική γωνία της αντιπολίτευσης, μπορούσε να καταγγέλλει τα πάντα ή και να προτείνει τα πάντα, κρατώντας ως καταφύγιο την ηθική υπεροχή απέναντι στον ιδεολογικό της αντίπαλο. Στα χρόνια της κρίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ καβάλησε το αντιμνημονιακό κύμα και βρέθηκε στην εξουσία. Έκτοτε έχασε και το προνόμιο της εφεδρείας και το άλλοθι της ηθικής υπεροχής. Η πρόσκρουση στα βράχια της πραγματικότητας, υποχρέωσε τον ΣΥΡΙΖΑ να διασπαστεί (2015), ενώ παράλληλα μπήκε, χωρίς κανένα νέο στρατηγικό σχέδιο, στη σκληρή εποχή του τρίτου μνημονίου. Η θέα του κενού δημιούργησε την ανάγκη για μια νέα τεχνική διακυβέρνησης: η εδραίωση στην εξουσία περνούσε πλέον υποχρεωτικά μέσα από την διαρκή επινόηση παλιών και νέων εχθρών.

Η υπόθεση της Novartis είναι αρκετά εύγλωττη για τη λαϊκιστική δικαιολόγηση του περίφημου «ηθικού πλεονεκτήματος», στο όνομα της εχθροπάθειας και της μνησικακίας. Σε πρόσφατη τοποθέτησή του, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και υπουργός Επικρατείας Δημήτρης Τζανακόπουλος μίλησε, ανάμεσα σε άλλα,  και για την υπόθεση Novartis? μια «υπόθεση που», σύμφωνα με τον υπουργό, «από την πρώτη στιγμή κατατρομοκράτησε τις δυνάμεις του παλιού καθεστώτος και οδήγησε σε αντιδράσεις οι οποίες είναι ενδεικτικές της νοοτροπίας αυτού του καθεστώτος», επειδή οι εμπλεκόμενοι «αποτελούν τους ιδιοκτήτες της χώρας και των θεσμών». Ας κρατήσουμε προσωρινά την αναφορά στο «παλιό καθεστώς» —μια έννοια που παραπέμπει στον γνώριμο επαναστατικό φολκλορισμό του ΣΥΡΙΖΑ— και ας προσθέσουμε την επίκληση στην ηθική νομιμοποίηση του επιχειρήματός του. Σύμφωνα με τον κ. Τζανακόπουλο, λοιπόν, «όλος ο λαός γνωρίζει ότι έστηναν δουλειές, ότι έβαζαν χέρι στο δημόσιο χρήμα παρασιτώντας σε βάρος του ελληνικού λαού, ότι υπηρετούσαν και συνεχίζουν να υπηρετούν δουλικά τα επιχειρηματικά συμφέροντα από τα οποία εξαρτώνται».[1]

Το γεγονός ότι ο υπουργός επικαλείται την αντιπροσώπευση του «λαού» ως αποκλειστική πηγή γνώσης και απονομής της δικαιοσύνης παραπέμπει όντως σε ορισμένα πολύ παλιά και μάλλον ολοκληρωτικά καθεστώτα. Για τον κ. Τζανακόπουλο, όπως και για όλη την «παρέα του Μαξίμου», ο πραγματικός λαός είναι μόνο όσοι πολίτες στηρίζουν το παρα-πολιτικό, παρα-δικαστικό  και παρα-δημοσιογραφικό κύκλωμα, που ελέγχεται πελατειακά από την κυβέρνηση. Αλλά ας το παρακάμψουμε και αυτό, για να πάμε στην ουσία. Οι προκλητικές δηλώσεις του κ. Τζανακόπουλου, είναι η απόληξη μιας σειράς κυβερνητικών ενεργειών που, όπως πρόσφατα υποστήριξε ο κ. Βενιζέλος, συνιστούν αλλοίωση των θεμελιωδών θεσμών  και των αρχών του πολιτεύματος.[2]

Το πρώτο κομμάτι της δικαστικής έρευνας που αφορά άλλωστε τα καταγγελλόμενα πολιτικά πρόσωπα δείχνει πως δεν πρόκειται απλώς για φιάσκο ούτε για παρερμηνεία ορισμένων νομικών διατάξεων αλλά για μια υπόθεση που είχε ως σαφή στόχο την χειραγώγηση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και τη σπίλωση των αντιπάλων της κυβέρνησης. Οι κυβερνητικές προθέσεις άλλωστε ήταν φανερές από την αρχή. Το γέλιο του Πολάκη την ώρα που μίλαγε συγκινημένος στη Βουλή ο πρώην πρωθυπουργός κ. Πικραμένος ήταν αρκετά χαρακτηριστικό για τον κυνισμό του ήθους και του ύφους της εξουσίας.[3] Το «δόγμα Πολάκη», που στήριξε δημόσια ο πρωθυπουργός, ήταν η οριστική «πράξη ιδιοκτησίας» αυτής της αντίληψης, προκειμένου να οδηγηθούν άμεσα οι αντίπαλοι στη φυλακή με στόχο να κερδίσει ξανά ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές.

Ενόψει της επικείμενης συζήτησης στη Βουλή για την επιλεκτική —και πάλι— άρση ασυλίας ορισμένων βουλευτών, η κυβέρνηση πρέπει να λογοδοτήσει για την περίοδο που έστηνε κάλπες με προγραμμένους βουλευτές και πρώην πρωθυπουργούς. Είναι ο μόνος τρόπος που έχει η αντιπολίτευση για να δείξει πως μπορεί να υπερασπιστεί τη δημοκρατική άμυνα μιας κοινωνίας που βαρέθηκε να βλέπει το ψευδώνυμο «ηθικό πλεονέκτημα» να εκφυλίζεται σε σφετερισμό των ανεξάρτητων αρχών και της δικαιοσύνης. Σε αυτό το πλαίσιο, η λογική της ανάδειξης της «σκευωρίας» είναι ίσως ανεπαρκής καθώς αναπαράγει το στερεότυπο της αντίστροφης διαφθοράς των λαϊκιστών. Αυτό που χρειάζεται μάλλον είναι να φανεί σε βάθος η ίδια η παρακμή του κράτους-δικαίου, το οποίο κινδυνεύει, ολοένα και περισσότερο, από «κουκουλουφόρους-μάρτυρες» και από κυβερνητικούς βουλευτές, που έγιναν πλέον επαγγελματίες «κυνηγοί κεφαλών» στο σαφάρι της εξουσίας.

[1]Τζανακόπουλος: Η υπόθεση Novartis κατατρομοκράτησε τις δυνάμεις του παλιού καθεστώτος

[2] Άρθρο Ευ. Βενιζέλου στα ΝΕΑ Σαββατοκύριακο: Σκευωρία εναντίον του μέλλοντος της πατρίδας

[3] Video: Ο Πολάκης γελάει ενώ μιλάει ο Πικραμμένος

—για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα—