Ο κεντροσυντηρητικός Πρόεδρος Ματαρέλα, ρέκτης της Ευρωπαϊκής Ιδέας όπως αποδεικνύεται, επιβεβαιώνει έναν άγραφο κανόνα, πως δηλαδή κάθε στιγμή η Ιστορία ως πνευματική ενότητα έχει τους ήρωές της. Μερικές φορές και ανέλπιστους, θα προσέθετα.
Η ζωή τα έφερε έτσι ώστε ο δικαστής Ματαρέλα να διαδεχθεί τον πολιτικό Ναπολιτάνο. Πριν λίγα χρόνια η δημαγωγία στο πρόσωπο του επικίνδυνου διαχρονικού κλόουν Σ.Μπερλουσκόνι απείλησε την Ιταλία και ο Ναπολιτάνο εξαντλώντας κάθε γράμμα και κάθε συλλαβή του Συντάγματος της χώρας τον αποκαθήλωσε , ώστε ο επόμενος ΠΘ Μάριο Μόντι με ένα σκληρό ρεαλιστικό πρόγραμμα λιτότητας να δώσει το φιλί της ζωής στην Ιταλία ως υπάρξεως εντός της Ευρώπης. Θέλετε γιατί ο Μ. Ρέντσι εξέλαβε με λάθος τρόπο – και αλαζονικό ενίοτε – την αρχή του βολονταρισμού ως κυβερνητικής ορμής, θέλετε γιατί ο λαϊκισμός θέριευε παντού, θέλετε γιατί αυτόν τον λαϊκισμό, που σύντομα μετατράπηκε πανευρωπαϊκά σε εθνολαϊκισμό τον χάιδευαν πολλοί της ημιμάθειας μα και της κερδοφόρου πονηρίας, θέλετε γιατί αυτά κι άλλα τόσα συνδυάστηκαν στο έπακρον, πάντως την ατελή εκσυγχρονιστική εκδοχή του αλαζόνα Μ. Ρέντσι διαδέχθηκε με γοργούς βηματισμούς μια ανομοιογενής και σκληρή αντιδραστική αντίληψη.
Αυτή η αντίληψη έφερνε στο προσκήνιο της Ιταλίας τις φρικτότερες απλοϊκότητες ως λύσεις, προέκρινε άλλοτε ακάλυπτα κι άλλοτε κομψά την αποχώρηση από την ΕΕ της ιδρυτικής Ιταλίας. Σε μας, η εκφορά του πολιτικού λόγου επανέφερε στις μνήμες, – το ολιγότερο – το φρικώδες εξάμηνο του 15. Τα λόγια των εθνικολαϊκιστών ήταν ολόιδια με τα αντίστοιχα του Τσίπρα, του Λαφαζάνη, του Βαρουφάκη. …μα εντελώς ίδια. Για να αποδειχθεί πως ο εθνικολαϊκισμός, ως μήτρα κάθε ολοκληρωτισμού – πολιτικού, νομισματικού, διπλωματικού, κοκ – είναι είτε άχρωμος είτε χρωματισμένος από ένα απίστευτο χρωματικό υβρίδιο.
Προφανώς ο προσεκτικός Πρόεδρος αντελήφθη τις εξελίξεις κι αυτός μόνος με ασπίδα το Σύνταγμα και την λογική, αφού υποχώρησε δεχόμενος έναν αμφίσημο τύπο ως ΠΘ, τα στύλωσε στο όνομα του ορκισμένου αντιευρωπαϊστή Υπουργού Οικονομίας. Και οι λαϊκιστές αντί να συμβιβαστούν, όπως έκανε εκείνος στον Κόντε διαμόρφωσαν απαρχής όρους πολιτικού και θεσμικού casus belli . Kι ο Ματαρέλα σκέφτηκε, μίλησε, κουβέντιασε, συνέκρινε, είδε την αντιδυτική ρητορεία μίσους κι αντέδρασε…όπως μπορούσε να κάνει, τίποτα πιο λίγο, τίποτα πιο πολύ.
Όπως δεν είχε αντιδράσει σε πολύ αλλιώτικες συνθήκες ο τότε μονάρχης Βίκτωρ Εμμανουήλ στο τελεσίγραφο των φάτσιο, των εκλεγμένων φασιστών, στην περίφημη πορεία των 80.000 ανθρώπων προς την Ρώμη , με σκοπό την συμβολική της κατάληψη.
Η Ιστορία ως μια νιτσεϊκή «αιώνια επιστροφή» ξανάρθε σ΄ένα παρεμφερές επικαιροποιημένο εκ των πραγμάτων σημείο.
Αν οι σύμμαχοι Ακροδεξιοί και Εθνολαϊκιστές ήθελαν ένα μέσιασμα, έναν συμβιβασμό με πολλά στοιχεία υπέρ τους θα τον είχαν. Τα θέλησαν όλα σαν προανάκρουσμα μιας ευρωπαϊκής ρήξης δίχως αύριο με λειτουργία επεκτεινόμενου ντόμινο.
Η αντίσταση του Ιταλού Προέδρου απλώς δίνει χρονικές ανάσες ανάταξης υπό όρους των Ευρωπαϊστών και μιας ορθότερης ανάγνωσης του γιατί η Ευρώπη παρά τις πληγές της είναι η μόνη όαση του προοδευτικού στοιχείου, κόντρα στα παλιά διλήμματα που πατήθηκαν σαν τρίχες από την ρόδα της Ιστορίας. Αν δεν πετύχει η Ευρώπη – δεδομένου του υπαρκτού, κι ας κλυδωνίζεται, ιταλικού καπιταλισμού – ,θα μπει στην δίνη ενός ιδιότυπου πολέμου με ασαφή διακυβεύματα και ασαφέστερα αποτελέσματα.
Ο Ματαρέλα κρατάει , είναι όμως μόνος και πιθανώς μετά από λίγο καιρό θα ηττηθεί υπό τους γέλωτες της Λεπέν ή και του Β. Ορμπάν… δεν γνωρίζω πόσα μπορεί να κάνει η Ευρώπη ως άλλος Κλαούζεβιτς , πάντως ακόμα και τα στοιχειώδη οφείλει να τα πράξει, μιας κι απρόσμενα για αρκετούς, ο Αννίβας είναι προ των πυλών. Η Ιστορία είναι παρούσα – και πως αλλιώς – ως σωρεία επισυμβάντων, που με την μία ή την άλλη μορφή επιστρέφουν όπως γίνεται από τότε, που γράφει ο Ηρόδοτος.
Και βέβαια όταν μιλάμε ή γράφουμε ή δουλεύουμε δεν έχουμε στο νου μας τον Θουκυδίδη, τον Πολύβιο, τον Τάσο Βουρνά ή τον Στ. Καλύβα. Και ασφαλώς όσο απομακρυνόμαστε από ένα επεισόδιο είμαστε πιο ψύχραιμοι, πιο κρύοι.Όμως αυτό αφορά στην αντίληψη του θέματος κι όχι στο θέμα καθ΄ εαυτό, που δεν παραγράφεται.
Υπό αυτή την έννοια η αδιαφορία και απλοϊκή υποτίμηση του συμβάντος της δολοφονίας Λαμπράκη από την ΝΔ, ενός συστημικού και άρα φιλίστορος πολιτικού σχηματισμού, είναι μια ροπή προς την κατεύθυνση της εσκεμμένης αμνημοσύνης. Αμνημοσύνης τώρα για τον Λαμπράκη, τις προάλλες για τον Κίτσο Μαλτέζο που δολοφονήθηκε από την ΟΠΛΑ από τους αντιπάλους της, τις παραάλλες για τους εμφύλιους διχασμούς από το 21 ως το 2015 από τρίτους, μετά για τον Ψαρρό, χιλια δυο. Η Ιστορία ως αιτιώδης ενοποιητικός δεσμός είναι η απόλυτη διάνοια, που στην συνέχεια ως Κράτος –Πολιτεία κυβερνά. Αυτό το λέει ο Χέγκελ όχι ο Μάρξ.
Είναι κρίμα στο πλαίσιο πολυσυλλεκτικών κατά περίπτωση πολιτικών, να ατονεί η Ιστορία ως συμβάν και ως διδακτική παράμετρος δράσης.
Όπως επίσης είναι δυό φορές ανώφελο αυτή να γίνεται φέιγ βολάν μιάς χρήσεως από σύγχρονους δημαγωγούς όπως ο Αλέξης Τσίπρας, πρώην ιδεολογικός – και νυν ίσως;- ομόσταυλος του Πέπε Γκρίλο, του Ιγγλέσιας, του Ντι Μάιο. Είπαμε ο soft – ο Θεός να τον κάνει – εθνοποπουλισμός δεν έχει όρια, δεν έχει χρώματα.
ΥΓ «Σκοτώνουμε το περελθόν και το παρόν ως παρελθόν , μιας και δε έχουμε μέλλον»…ο Φ.Νίτσε στο ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ, ΠΟΛΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ…