Το τελευταίο διάστημα αυξάνονται οι δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών για το γεωπολιτικό ρόλο της χώρας. Δηλώσεις που μερικές φορές συνοδεύονται με υπονοούμενα για ενδεχόμενη αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, απειλές προς τους Ευρωπαίους εταίρους και θριαμβικές ανακοινώσεις για επικείμενα οφέλη από την άσκηση της πολιτικής αυτής.
«Ρήματα της καυχήσεως …» των πολιτικών αρχόντων μας που μόνο δεινά μπορούν να προκαλέσουν σε μία εποχή που μία ήρεμη ανάλυση και μία προσεκτική σχεδίαση θα επέτρεπε μια αποτελεσματική και επωφελή διαχείριση θεμάτων εξαιρετικής πολυπλοκότητας όπως είναι αυτά της γεωπολιτικής στη περιοχή μας και των οικονομικών σχέσεων με τους εταίρους μας.
Έτσι φαίνεται να διαφεύγει της προσοχής των μελών της κυβέρνησης, του πρωθυπουργού συμπεριλαμβανομένου, ότι η ένταξη της χώρας στο δυτικό συσχετισμό δυνάμεων, δεν απετέλεσε αποτέλεσμα εθνικής επιλογής αλλά κατανομής σφαιρών επιρροής. Ένας καταστροφικός εμφύλιος και μια μακρά μετεμφυλιακή περίοδος υπήρξε το τίμημα της αδυναμίας κατανόησης της πραγματικότητας εκείνης.
Εβδομήντα χρόνια μετά το “λάθος” αυτό, οι βασικοί συσχετισμοί δεν έχουν μεταβληθεί ούτε έχουν εξασθενήσει επειδή μια νέα κυβέρνηση αμφίβολου πολιτικού προσανατολισμού κέρδισε τις εκλογές.
Οι νέοι πολιτικοί άρχοντες μας πρέπει να γνωρίζουν ότι «ρήματα καυχήσεως» για αλλαγή γεωπολιτικών ισορροπιών δεν διατυπώνονται και πολύ περισσότερο δεν υλοποιούνται από γεωπολιτικούς παίκτες με εθνική ή περιφερειακή εμβέλεια. Αν, μάλιστα, χώρες αυτής της κλίμακας αυτό-παγιδευθούν σε λάθος εκτιμήσεις τότε το τίμημα που πληρώνουν είναι ιδιαίτερα βαρύ.
Η χώρα δεν θα πρέπει να θέλει να μετατραπεί σε μέρος προβλήματος ή προβλημάτων που προκύπτουν από περιφερειακής κλίμακας γεωπολιτικές αναδιατάξεις ακόμη κι αν αυτό εξάπτει την επαναστατική φαντασία των αξιότιμων υπουργών, υπεύθυνων για θέματα εξωτερικής πολιτικής, άμυνας και ενέργειας.
Συμφέρει τη χώρα να αποτελεί και να εκμεταλλεύεται τη θέση της ως μέρος της λύσης ενός προβλήματος, όπως η περίπτωση της ενίσχυσης των σχέσεων με την Αίγυπτο. Δεν την συμφέρει όμως να διεκδικεί το ρόλο αυτοδύναμου περιφερειακού γεωπολιτικού παίκτη και μάλιστα σε σύγκρουση με βασικούς συμμάχους της. Όταν δε αυτό δεν είναι εφικτό τότε ας παραμένει ήρεμη και προσεκτική χωρίς ανώφελες κινήσεις, σπατάλες και καυχησιολογίες.
Δεν υπήρχε κανένας λόγος να σπαταλήσει 500εκ.€ σε μια αμφίβολης χρησιμότητας χειρονομία συμμαχικής υποτέλειας. Δεν της το ζήτησε κανείς και δεν κέρδισε τίποτε, πέραν της αυτάρεσκης έπαρσης του υπουργού της.
Κι ύστερα είναι η πρόταση για την διακρατική συνεκμετάλλευση των ενδεχόμενων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων που μόνο “μειδιάματα” προκάλεσε. Πώς μπορούν να διατυπώνονται τέτοιες αφελείς προτάσεις από ένα αναρμόδιο υπουργό; Είχε άραγε κάποια εξουσιοδότηση για τη πρόταση αυτή; Και με ποιον θα υπέγραφε έστω ένα μνημόνιο κατανόησης; Μήπως με τον ομόλογό του υπουργό άμυνας; Και πως δεν ενημερώθηκε ότι η έρευνα και εκμετάλλευση κοιτασμάτων πραγματοποιείται από εταιρείες και όχι από κυβερνήσεις; Σε ποια χώρα και ποιο έτος φαντάσθηκε ότι βρέθηκε; Κι ύστερα τι ήταν αυτή η φαεινή πρόταση 70-30, προφανώς 70% για τους επενδυτές και 30% για τη χώρα μας; Ποιος τον συμβούλευσε; Εκτός κι αν όπως λέει στο γνωστό ανέκδοτο ο λαγός, “λέμε και καμιά σαχλαμάρα για να περνάει η ώρα”. Είναι αυτή υπεύθυνη στάση; Χαρίζουμε 500εκ. € σε αμφίβολης ποιότητας και χρησιμότητας εξοπλισμούς και κάνουμε “ευφυείς” προτάσεις νομίζοντας ότι αναβαθμίζουμε τη γεωπολιτική θέση της χώρας;
Κι ύστερα από την άλλη πλευρά είναι ο ορυμαγδός των δηλώσεων για “ελληνικό αγωγό” που θα αποτελέσει συνέχεια του “τουρκικού αγωγού”, για την αναβάθμιση του γεωπολιτικού ενεργειακού ρόλου της χώρας και για «το σοκ και δέος» από τα δισεκατομμύρια ευρώ που οσονούπω εισρέουν στην οικονομία. Μήπως κάποιος να συμβουλεύσει τον πρωθυπουργό, τους υπουργούς και τα στελέχη τους, να είναι περισσότερο προσεκτικοί, περισσότερο φειδωλοί στις δηλώσεις τους;. Στα θέματα αυτά ισχύει ότι «η σιωπή είναι χρυσός».
Καλώς ή κακώς, στην Ουκρανία διεξάγεται μια γεωπολιτική σύγκρουση, στην οποία εντάσσεται και η πρόταση αλλαγής της όδευσης μεταφοράς του Φ.Α. που έχει αφετηρία τις περιοχές της Κ. Ασίας, προς όφελος της Τουρκίας. Μία πρόταση που διατυπώνεται σε μια περίοδο μετακίνησης του κέντρου βάρους της ρωσικής ενεργειακής πολιτικής προς την Ασία και τον Ειρηνικό και που από το μέγεθος της θα μεταβάλλει υφιστάμενες πολιτικές και οικονομικές ισορροπίες στις χώρες διέλευσης και στις τελικές αγορές της Ε.Ε. Μία πρόταση που η υλοποίηση της δεν είναι απλή και πολύ περισσότερο δεν θα αποφασισθεί από την ελληνική κυβέρνηση.
Αυτός ο αναμφίβολα οικονομικά επωφελής για τα ελληνικά συμφέροντα αγωγός, δεν έχει ακόμη εξασφαλίσει την συγκατάθεση διέλευσης από τις ενδιάμεσες χώρες προς τις τελικές αγορές της Ε.Ε., δεν έχει γίνει αποδεκτός από την Ε.Ε. και πολύ περισσότερο δεν έχει συσχετισθεί με σχέδια αξιοποίησης των πιθανών ελληνικών υδρογονανθράκων.
Χρειάζονται προσεκτικοί σχεδιασμοί, συναινέσεις, συμμαχίες πολιτικές και οικονομικές, κατανόηση του μεγέθους και της πολυπλοκότητας του προβλήματος, της ισχύος των εμπλεκόμενων παικτών και της θέσης της χώρας στους συσχετισμούς αυτούς και κυρίως διακριτικότητα και ψυχραιμία.
Ας μη νομίσει η ελληνική κυβέρνηση ότι μπορεί με ένα μνημόνιο, δύο συναντήσεις και τρεις συνεντεύξεις να κατασκευάσει τον αγωγό. Αν η Βουλγαρία «πείσθηκε» να ακυρώσει τον South Stream ας προσπαθήσει η Ελλάδα να φαντασθεί τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσει.
Η χώρα ευρίσκεται σε μια περιοχή όπου η εξελισσόμενη γεωπολιτική αντιπαράθεση είχε ολέθριες συνέπειες σε χώρες όπως η Κύπρος, η Γιουγκοσλαβία, η Λιβύη, η Ουκρανία, η Μολδαβία, η Γεωργία και ενδεχομένως απειλεί την ακεραιότητα της Τουρκίας, της Συρίας και του Ιράκ. Αυτές είναι οι εξελίξεις που δεν πρέπει να αγνοούνται από τους ηγέτες μας, όταν εκφέρουν «ρήματα καυχήσεως» και πολύ περισσότερο παίρνουν αποφάσεις.
Δύο φορές κάναμε λάθη στο παρελθόν και πληρώσαμε βαρύ το τίμημα της ύβρης που επιδείξαμε. Η μια όταν δεν μπορέσαμε να επωφεληθούμε από την πολιτική του Ελ. Βενιζέλου στη Μ. Ασία και οδηγηθήκαμε στο “συνωστισμό” της Σμύρνης και η δεύτερη όταν δεν μπορέσαμε να καταλάβουμε τις επιπτώσεις της συμφωνίας της Γιάλτας και οδηγηθήκαμε στον Εμφύλιο.
Γιατί είναι ανάγκη να κάνουμε ένα τρίτο λάθος στο θέμα του ευρωπαϊκού προσανατολισμού;