Στο Κίνημα Αλλαγής παρουσιάζεται μια νέα ευκαιρία, πιθανότατα η τελευταία, για να αναδειχτεί ως μια πραγματική, εθνικά, πολιτικά και κοινωνικά υπεύθυνη αξιωματική αντιπολίτευση, μολονότι τυπικά τη θέση αυτή και τον τίτλο κατέχει το κόμμα του κ. Τσίπρα, ο ΣΥΡΙΖΑ. Τελευταία διότι οι προοπτικές του κόμματος είναι συγκεκριμένες: αυτόνομη μεν πορεία αλλά με στρατηγική ενδυνάμωσης και με κεντρικό στόχο την κάλυψη του μεγαλύτερου μέρους του χώρου της Σοσιαλδημοκρατίας και των διάφορων κεντροαριστερών τάσεων. Είναι ζωτικής πολιτικής σημασίας η κατάκτηση κυρίαρχης και ηγεμονικής ιδεολογικά και πολιτικά θέσης στο πολιτικό σύστημα. Στον αντίποδα ελλοχεύει η στασιμότητα στα σημερινά επίπεδα, ήτοι αποτελμάτωση και τελικά ενδεχόμενη πολυδιάσπαση ή/και η αναπόφευκτη κατολίσθηση σε κατάσταση ουσιαστικού παραρτήματος και ουράς του ΣΥΡΙΖΑ.
Η στάση του Κινήματος απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα στον Έβρο, με την εργαλειοποίηση των δυστυχών μεταναστών και προσφύγων, καθώς και οι συνεχείς τουρκικές επιθετικές προκλήσεις στο Αιγαίο υπήρξε ενωτική, ορθή και πατριωτική, χωρίς εθνικιστικές εξάρσεις. Αντίστοιχα, η στάση απέναντι στα πρώτα στάδια της πανδημίας συναινετική, ενωτική, ήπια και ενδεδειγμένη, όπως αρμόζει σε ένα κόμμα θεσμικό και συστημικό που σέβεται τον εαυτό του, υπηρετεί την κοινωνία, δεν στρουθοκαμηλίζει και δεν λαϊκίζει. Ωστόσο, η στάση αυτή δεν είναι σταθερή. Η ροπή προς την υπερβολή, τον μηδενισμό, τις γενικότητες και την υπερπατριωτική ρητορεία καθώς και η παγίδευση σε αντιδεξιά σύνδρομα από τον φόβο των Ιουδαίων, ήτοι του ΣΥΡΙΖΑ, είναι εμφανής.
Το ΚΙΝΑΛ θα πρέπει να διερευνήσει τα αίτια της δημοσκοπικής καθήλωσης και το γεγονός ότι η οιαδήποτε πολιτική και δημοσκοπική φθορά της κυβέρνησης δεν μεταφράζεται σε αντίστοιχα κέρδη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία, όμως, έχει μια συμπαγή υποστήριξη μεταξύ 20% με 25%, ποσοστό καθόλου αμελητέο για ένα νέο ρεσάλτο για την εξουσία. Το ΚΙΝΑΛ δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τον ΣΥΡΙΖΑ σε αυθεντικό λαϊκισμό. Αλλά, δεν έχει μέλλον εάν δεν μπορεί να ελκύσει νεότερες γενιές, τα δημιουργικά και παραγωγικά μικρομεσαία και μεσαία στρώματα της κοινωνίας με τη δική του πολιτική πρόταση, με τις δικές του προτάσεις, το δικό του όραμα για την κοινωνία και τη χώρα. Προφανώς, εγκλωβισμένο σε μια «αντιδεξιά» ρητορεία έχει αφήσει τον κ. Τσίπρα να αλωνίζει ανενόχλητος διεκδικώντας την ηγεσία κάποιας ιδεατής «αριστεροκεντρώας» παράταξης που κατασκευάζει ο ίδιος και η καμαρίλα του.
Στο ΚΙΝΑΛ είναι φανερό ότι δεν είναι σε θέση να αποτιμήσουν κριτικά τα πεπραγμένα και την κληρονομιά του ΠΑΣΟΚ με τα σοβαρά λάθη αλλά και τα πολύ σημαντικά επιτεύγματα που συντέλεσαν στην ασφάλεια της χώρας και σε ένα άνευ προηγουμένου βιοτικό επίπεδο ευημερίας και δημοκρατίας στην ιστορία της. Η ιδιοκτησία του παρελθόντος περιορίζεται στον Ανδρέα Παπανδρέου. Δεν υπερασπίζονται τα μεγάλα επιτεύγματα των κυβερνήσεων του Κ. Σημίτη ούτε της λεγόμενης κυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου (παραλείπω τη συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη και την εξευτελιστική τους πορεία) που ήταν από τις καλύτερες της Μεταπολίτευσης και κατάφερε να βγάλει στην ουσία μέσα σε 2 χρόνια την Ελλάδα από την κρίση παρά τις τεράστιες δυσκολίες και εμπόδια τόσο στο ευρωπαϊκό όσο και στο εγχώριο επίπεδο. Ούτε είναι σε θέση να συνεκτιμήσουν τη πολύτιμη προσφορά της κυβέρνησης Παπαδήμα και της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου. Η σιγή και η ενοχική στάση άφησε ελεύθερο το πεδίο για να επικρατήσει το αφήγημα της Αριστεράς ότι τη χρεοκοπία έφεραν τα Μνημόνια του «διεφθαρμένου συστήματος» των 2 μεγάλων κομμάτων και κάποιων ελίτ. Η απογύμνωση της μεγάλης λαϊκιστικής πολιτικής απάτης είχε ένα τεράστιο και μη ανατρέψιμο κόστος για την κοινωνία, για τη χώρα. Δεν είχε, όμως, ως αποτέλεσμα την αποκατάσταση της πολιτικής απήχησης των πολιτικών σχηματισμών στο μεσαίο και κεντροαριστερό χώρο παρά την ανθεκτικότητα, σε χαμηλό βέβαια επίπεδο του ΠΑΣΟΚ.
Είναι πολιτικά φυσιολογικό κάθε παρελθούσα ή παρούσα ηγεσία του Κινήματος να επιδιώκει τη δικαίωση της δικής της πολιτικής, αλλά δεν είναι νοητό να συγκαλύπτεται το σημερινό τέλμα υπό το πέπλο κάποιας δήθεν μεγαλύτερης νομοτελειακής απήχησης στο μέλλον. Το ΚΙΝΑΛ έχει όλες τις δυνατότητες να αποτελέσει αναπόσπαστο και καθοριστικό μέρος μια νέας εποχής για μια Νέα Ελλάδα. Το έχει ανάγκη η χώρα. Για να κρατάει το κλειδί της πολιτικής σταθερότητας και των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται αξιοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη νέα ιστορική ευκαιρία που τις δίνει η κοινοτική χρηματοδότηση. Με αυτό τον προβληματισμό αρθρογραφεί ο κ. Σημίτης. Προ ημερών μάλιστα (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής,, 6.12/2020) τοποθετήθηκε αρχικά με πολύ συγκεκριμένοι επιστημονικό και πολιτικό τρόπο, με τη γνωστή γραφή του και ύφος απέναντι στο Σχέδιο Πισσαρίδη. Οι προοπτικές και επιλογές της χώρας στις διάφορες πτυχές τους συζητούνται σοβαρά οι εκδηλώσεις του e-kyklos του κ. Ε. Βενιζέλου. Ο χώρος δεν είναι προικισμένος μόνο με ένα εκπληκτικό σε ποιότητα επιστημονικό και πνευματικό δυναμικό αλλά διαθέτει και τους πιο ορθολογικούς πολίτες σε όλα τα μείζονα θέματα (π.χ. εμβολιασμός).
Το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν χρειάζεται να επανέλθει στο σχήμα του παλιού δικομματισμού ούτε χρειάζεται την απλή αναλογική. Η χώρα μπορεί άνετα να κυβερνηθεί με ένα πρώτο κόμμα ισχυρό και με ένα ισχυρό κόμμα στο κέντρο του πολιτικού φάσματος με τα δικά του αυτόνομα ιδεολογικά και πολιτικά χαρακτηριστικά. Όχι ως μπαλαντέρ αλλά για να αποτελεί τον ιδεολογικό και πολιτικό πυρήνα και καθοδηγητή της εκσυγχρονιστικής και μεταρρυθμιστικής προσπάθειας που χρειάζεται η χώρα σε όλους τους τομείς. Ένας τέτοιος ρόλος είναι εφικτός και αναντικατάστατος και κατά πάσα πιθανότητα και δεκτός από την υπάρχουσα εκλογική βάση του Κινήματος που στην συντριπτική της πλειοψηφία παραμένει σφόδρα αντίθετη απέναντι στη νεοσταλινική συμμορία που κυβέρνησε τον τόπο και από την οποία διασύρθηκε, λοιδορήθηκε, συκοφαντήθηκε και προπηλακίστηκε βιαίως. Δεν έχει πάρει τα εύσημα που της αξίζουν.
Κατά την άποψή μου η πολιτική των «ίσων αποστάσεων» είναι ατελέσφορη και αδιέξοδη. Για να ανταποκριθεί το ΚΙΝΑΛ στις απαιτήσεις μιας νέας Ελλάδας χρειάζεται γενναία αναδιάρθρωση στα ηγετικά κλιμάκια με όρους πολιτικούς, ιδεολογικούς και ηλικιακούς καθώς και συγκεκριμένη πολιτική ιδεολογικής ηγεμονίας στο χώρο της κεντροαριστεράς. Ανηλεής πόλεμος κατά των λαϊκισμών, ιδιαίτερη και σύγχρονη προοδευτική πολιτική ταυτότητα που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του χώρου αλλά κυρίως στις ανάγκες της χώρας. Μπροστά σε μια νέα εποχή πολλαπλών προκλήσεων αλλά και να αναγκαίων τομών για να μην χάσουμε και το τελευταίο βαγόνι του τρένου οι παρωχημένες ιδέες της λαϊκιστικής αριστεράς δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα. Είναι απλώς για τον ιστορικό κάλαθο των αχρήστων.
Πριν δυο χρόνια ένα Non Paper του ΚΙΝΑΛ (10/5/2018), εκτιμούσε, μεταξύ άλλων, τον ΣΥΡΙΖΑ ως εξής:
{7. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανήκει στον ιδεολογικό και πολιτικό χώρο της δημοκρατικής αριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας… Είναι ένα κόμμα βαθιά λαϊκιστικό, με νεοκομμουνιστικές – τριτοδιεθνιστικές αναφορές και ολοκληρωτικού τύπου αντιλήψεις, πολύ πέραν από τις αξίες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, εχθρικό στις θεσμικές λειτουργίες της φιλελεύθερης αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Το αποδεικνύει αυτό με την εχθρότητα απέναντι στην διαφορετική πολιτική άποψη, την εμφυλιοπολεμική ρητορεία και την προσπάθεια του με κάθε δυνατό τρόπο και απίθανες επινοήσεις να ελέγξει την ελεύθερη ενημέρωση τις παρεμβάσεις του στη Δικαιοσύνη και την πλήρη καταστρατήγηση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών. Η άποψη «έχουμε την κυβέρνηση αλλά δεν έχουμε την εξουσία», παραπέμπει στη σταλινική παράδοση και όχι στις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας.}
Έχει αλλάξει κάτι στις εκτιμήσεις αυτές; Ξεκρέμασαν το πορτραίτο του Βελουχιώτη και κρέμασαν του Σβώλου; Άσε που αυτός ανήκε πάντα στη Δεξιά!! Ο κ. Τσίπρας, αφού έριξε το ανάθεμα για τις συντριπτικές εκλογικές του ήττες το 2019 σε όλες τις κάλπες στα ΜΜΕ, ενδύθηκε εκ νέου τη δορά του «αντισυστημικού». Παριστάνει το φτωχόπαιδο της Κυψέλης (για τον πόπολο) και τον σεμνό παραθεριστή του Σουνίου (για τους μικρομεσαίους). Ακάθεκτος προς την σοσιαλδημοκρατία.
Ο κ. Ε. Βενιζέλος σχετικά με την σκευωρία της υπόθεσης Novartis που διερευνάται πλέον δικαστικώς έχει κατ? επανάληψη δηλώσει ότι η υπόθεση αυτή (που δεν είναι και η μόνη) είναι η πιο μεγάλη σκευωρία της ελληνικής πολιτικής ιστορίας, μία ευθεία επίθεση κατά της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου. Υπόθεση εσχάτης προδοσίας στο Ποινικό Δίκαιο για αλλοίωση του πολιτεύματος σκόπιμης και συστηματικής (15/12/2020). Η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ έχει κάποια διαφορετική τοποθέτηση; Ή θέλει κι αυτή να κυνηγάει το φάντασμα της «νεοφιλελεύθερης Ακροδεξιάς» όπως ο ΣΥΡΙΖΑ;
Αν, πράγματι, ισχύουν ακόμα οι ανωτέρω εκτιμήσεις του ΚΙΝΑΛ για τον ΣΥΡΙΖΑ τότε τι νόημα έχουν οι πρόσφατες δηλώσεις της κας Γεννηματά περί «προοδευτικής κυβέρνησης ((17/12/2020) ή του κ. Γ. Παπανδρέου για ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου, μάλιστα με «προγραμματική συμφωνία με συγκεκριμένες δεσμεύσεις, επιλογές, πολιτικές, χρονοδιαγράμματα κ.α» !! (17/12/2020). Σε ποιες «προοδευτικές δυνάμεις» απευθύνονται άραγε αμφότεροι; Είναι συμπτωματικό; Βλέπουν κάποιοι στον ύπνο τους φαντασιακά «αριστερά» σχήματα τύπου «Μιτεράν» λόγω της απλής αναλογικής; Και ποιος θα είναι ο «Μιτεράν»; Και ποιος θα εκδώσει τα αναγκαία συγχωροχάρτια στον ΣΥΡΙΖΑ; Η ηγετική ομάδα του ΚΙΝΑΛ προφανώς δεν αντιλαμβάνεται ότι ο λαϊκισμός κάθε απόχρωσης αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο για τη δημοκρατία, ότι η ιδεολογική και πολιτική πάλη εναντίον του οφείλει να είναι διαρκής κι ότι κάθε ανοχή πόσο μάλλον κάποια άμεση ή έμμεση συμμαχία μαζί του θα αποτελούσε τη θανατική καταδίκη του Κινήματος, ιδανική αυτοχειρία.
Στο ΚΙΝΑΛ θα πρέπει να γνωρίζουν ότι σημαντική μερίδα των Κεντροαριστερών ψηφοφόρων δεν θα διστάσει να ψηφίσει, όπως έπραξε τον Ιούλιο του 2019, έναν φιλελεύθερο Π/Θ ακόμα κι αν δεν μπορέσει να εκπληρώσει με επάρκεια όλα όσα υποσχέθηκε, ακόμα κι αν δεν έχει καταφέρει να πραγματοποιήσει όσα υποσχέθηκε. Ο λόγος είναι πολύ απλός. Θα προτιμήσουν να επιλέξουν και να στηρίξουν έναν Π/Θ που διαλέγεται με την πραγματική πραγματικότητα και δια ζώσης με έναν Χαράρι κι όχι κάποιον άλλον που ασχολείται ακόμα με τη Βάρκιζα, το Γράμμο και τα φαντάσματα του Τσε, του Στάλιν και του Βελουχιώτη.
Ο νοών νοήτω.