Ρέκβιεμ ή όχι;

Κώστας Καρακώτιας 17 Φεβ 2015

Τον Απρίλη του 1955, ο εμβληματικός Γάλλος συγγραφέας Αλμπέρ Καμύ ήρθε στην Ελλάδα και έδωσε μια σειρά διαλέξεων. Συμμετείχε επίσης σε μια συζήτηση στρογγυλής τραπέζης στο Γαλλικό Ινστιτούτο υπό την προεδρία του καθηγητή και ψυχιάτρου Αγγελου Κατακουζηνού. Η συζήτηση είχε ως θέμα το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού και συμμετείχαν, μαζί με τον Καμύ, ο Ευάγγελος Παπανούτσος, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Γιώργος Θεοτοκάς, ο Φαίδων Βεγλερής και ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας. Αρκετοί από το κοινό έθεσαν ερωτήσεις στον Καμύ και διεύρυναν τη συζήτηση. Πρόσφατα εξεδόθησαν από τις Εκδόσεις Πατάκη τα πρακτικά της συζήτησης αυτής.

Στο βιβλίο σκιαγραφείται μια Ελλάδα που συνδιαλέγεται επί ίσοις όροις με τη σκεπτόμενη Ευρώπη, όπως αυτή εκφράζεται από έναν κορυφαίο διανοούμενο της τότε εποχής αλλά και διαχρονικά πλέον. Στο ερώτημα για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό που διατρέχει τη συζήτηση συμφωνούν όλοι με τον Καμύ όταν λέει ότι γι’ αυτόν «είναι αρχικά ένας πλουραλιστικός πολιτισμός … είναι ο τόπος της ποικιλομορφίας των σκέψεων, των αντιθέσεων, των αντιτιθέμενων αξιών και της ατέρμονης διαλεκτικής. Η ζωντανή διαλεκτική στην Ευρώπη είναι εκείνη που δεν καταλήγει σε ένα είδος ιδεολογίας απολυταρχικής και παράλληλα ορθόδοξης. Αυτός ο πλουραλισμός, που υπήρξε πάντα το θεμέλιο της έννοιας της ευρωπαϊκής ελευθερίας, μου φαίνεται ότι είναι η πιο σημαντική συμβολή του πολιτισμού μας». Βέβαια όσοι διανοούμενοι συνδιαλέγονται -τότε- με τον Καμύ και κατ’ επέκταση με την Ευρώπη ανήκουν μάλλον στην αστική Ελλάδα.

Σύντομα όμως και οι διανοούμενοι της Αριστεράς συναντούν τα νέα ρεύματα της ευρωπαϊκής αριστερής θεωρίας. Οι εβδομάδες της σύγχρονης σκέψης που διοργανώνουν οι Εκδόσεις Θεμέλιο στα μέσα της δεκαετίας του 1960 είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Εκτοτε η διανοούμενη εγχώρια Αριστερά, απελευθερωμένη από τον βλοσυρό σοβιετικό «μαρξισμό», αναγιγνώσκει και ενσωματώνει τις θεωρητικές κατακτήσεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς, από τον πάλαι ποτέ ευρωκομμουνισμό μέχρι τον Γκράμσι, τον Πουλαντζά, τον Αλτουσέρ, τον Νέγκρι, τον Αγκαμπέν και άλλους. Μέχρι τώρα και οι «δύο Ελλάδες», και η φιλελεύθερη αστική και μεγάλο τμήμα της αριστερής, ένιωθαν μέρος της Ευρώπης και συνομιλούσαν με την κουλτούρα της. Την ώρα όμως που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρώπη βρίσκονται ακόμα σε μια αβέβαιη μεταιχμιακή κατάσταση. Εάν όμως οι σχέσεις αυτές διαρραγούν και δεν υπάρξει ένας έντιμος συμβιβασμός, η ανάγνωση του βιβλίου των συζητήσεων με τον Καμύ θα είναι σαν ένα ρέκβιεμ για το επερχόμενο οικονομικό, πολιτικό αλλά και πολιτισμικό ελληνικό τέλος. Ως γνωστόν, όμως, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.