H μεγάλη στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιουνίου και η επακόλουθη παραίτηση του Αλ. Τσίπρα από την προεδρία του κόμματος σηματοδοτεί το τέλος μιας πολιτικής διαδρομής. Αυτή ξεκίνησε το 2012 με την αναδιάρθρωση του τότε πολιτικού σκηνικού της κρίσης και ολοκληρώθηκε το 2023 με την κατάρρευση του δικομματισμού και την κρίση του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Τα αποτελέσματα των εκλογών ανέδειξαν την αποστροφή της ελληνικής κοινωνίας απέναντι σε ένα φανατισμένο, παρωχημένο, ακατάλληλο για τις νέες συνθήκες και εν πολλοίς καταστροφολογικό πολιτικό λόγο, που ο ΣΥΡΙΖΑ υιοθέτησε τόσο ως αξιωματική αντιπολίτευση όσο και στις προγραμματικές θέσεις του εν όψει εκλογών. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη μια βαριά εκλογική ήττα, γιατί απλά αυτά που υποστήριζε και όπως τα επικοινωνούσε δεν ενδιέφεραν πια τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, η οποία αποζητούσε την επιστροφή στην κανονικότατα. Περισσότερο οδυνηρή πολιτική ήττα υπήρξε αυτή του Πρόεδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλ. Τσίπρα, του εμπνευστή, καθοδηγητή και κύριου εκφωνητή της πολιτικής γραμμής του κόμματός του, την τελευταία δεκαετία. Αυτός, ο -για πολλούς- χαρισματικός ηγέτης, ο οποίος, πατώντας κυριολεκτικά πάνω στα συντρίμμια της μεγάλης δημοσιονομικής και κοινωνικής κρίσης, πήρε ένα κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς του 3% και το οδήγησε στην Κυβέρνηση της «ρήξης και ανατροπής» του 2015, έπαιξε στα πολιτικά ζάρια την τύχη της χώρας με το παράνομο δημοψήφισμα, μέχρι να υποχρεωθεί σε αναδίπλωση, κυβέρνησε με ακροδεξιούς συμμάχους, δεν κατανόησε γιατί έχασε το 2019, παρέμεινε πολιτικά αναξιόπιστος στην αξιωματική αντιπολίτευση, για να «παραμερίσει» το 2023 και να παραδώσει ένα κόμμα σε περιδίνηση.
Το ρέκβιεμ του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι καθόλου επικό, δεν διεκδικεί κανένα ηθικολογικό πλεονέκτημα της «αριστεράς της θυσίας», δεν κρύβει ελπίδα αναγέννησης, δεν προσφέρεται για αυταπάτες, ούτε για ψευδαισθήσεις. Είναι ένας μακρύς κατήφορος προς την εξαΰλωση για τον οποίο κανένας δεν θέλει να αναλάβει ακέραια την ευθύνη. Ο αναμφισβήτητος ηγέτης του «παραμερίζει για να περάσει το νέο κύμα», αλλά δεν αρθρώνει τη λέξη «παραίτηση». Οι ποικιλόχρωμες τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες διαπραγματεύονταν μέχρι χθες μερίδιο από την εξουσία του μονοκράτορα αρχηγού, αναδιατάσσονται και «επί τον ιματισμόν» του βάζουν ήδη κλήρο. Ο κ. Τσίπρας ξέρει τι άφησε και σε ποιους. Άφησε ένα κόμμα αμιγώς αρχηγικό με επίφαση συλλογικών διαδικασιών, με δομικά και ταυτοτικά προβλήματα πολιτικής κατεύθυνσης, ένα κόμμα μιας καταγγελτικής «θολής» αριστεράς που βρίσκεται πλέον σε βαθιά σύγχυση. Το άφησε στα χέρια της παλιάς φρουράς του 3%, η οποία βρίσκεται σε αναζήτηση νέου ρόλου, σε ορισμένους εκπροσώπους μιας ανεπιθύμητης πλέον -για τους παραδοσιακούς κομματικούς- κεντροαριστερής διεύρυνσης που ακυρώθηκε στις κάλπες, σε κάποιους «νεόγερους» που ψάχνουν από τον καιρό της Γένοβας να γίνουν χαλίφηδες στη θέση του Χαλίφη και στους εναπομείναντες «προεδρικούς». Καμία ομάδα από τις παραπάνω δεν φαίνεται να διαθέτει στρατηγικό προσανατολισμό που να τη συνδέει με την κοινωνία και τις ανάγκες της και να μπορεί να ξανακάνει τον ΣΥΡΙΖΑ κόμμα εξουσίας. Όσο για το σχέδιο της επόμενης μέρας του κ. Τσίπρα, αυτό εξαρτάται από τον τρόπο και το χρόνο που θα αποτύχουν οι επίγονοι.
Ωστόσο, το κενό στο πολιτικό σύστημα του ενός κόμματος δεν μπορεί να παραμείνει, ούτε γίνεται η Ν.Δ. να κυβερνά χωρίς αντίπαλο. Με δεδομένο ότι η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ θα βρίσκεται σε αργία, ένα νέο κόμμα του Κέντρου μπορεί και πρέπει να προκύψει από μεγάλες και ευρείες κοινωνικές και πολιτικές συγκλίσεις, ως ιστορική και συστημική αναγκαιότητα. Είναι ζήτημα χρόνου.
Πηγή: www.tanea.gr