Ρεαλιστικός ευρωπαϊσμός

Αλέκος Κρητικός 15 Ιουν 2022

Κάθε φορά που φουντώνουν νέες προκλήσεις για την ΕΕ, αναζωπυρώνεται και η συζήτηση γύρω από το τι πρέπει αλλά και τι μπορεί να κάνει η ενωμένη Ευρώπη προκειμένου να τις αντιμετωπίσει. Αλλά και γύρω από το είδος και τα όρια της κριτικής που είναι σκόπιμο και επιτρεπτό να ασκείται στην ΕΕ σε ό,τι αφορά την ανταπόκρισή της στις προκλήσεις αυτές.

Κάποιοι υπενθυμίζουν, ορθώς, ότι η ΕΕ είναι ένα θεσμικό υβρίδιο που, χωρίς να είναι ένας απλός διεθνής οργανισμός, δεν είναι ούτε ένα κυρίαρχο κράτος, ούτε καν ομοσπονδία ή, έστω, συνομοσπονδία. Κατά συνέπεια δεν έχει ούτε τις αρμοδιότητες που έχουν κρατικές ή ομοσπονδιακές δομές, ούτε  τη δυνατότητα να ενεργεί με την ταχύτητα που αυτές ενεργούν. Ορθώς επίσης υποστηρίζουν ότι η ΕΕ έχει όσες αρμοδιότητες της έχουν δώσει τα κράτη-μέλη.

Κάποιοι άλλοι, ας τους αποκαλέσουμε «ρεαλιστικά ευρωπαϊστές»*, επισημαίνουν ότι η κριτική στην ΕΕ απευθύνεται εκ των πραγμάτων στην ομάδα των κρατών-μελών που, για τους δικούς τους λόγους, δεν είναι υπέρ της εμβάθυνσης της ΕΕ και αποτρέπουν τη λήψη αποφάσεων που θα πήγαιναν προς αυτή την κατεύθυνση. Όπως π.χ. έγινε στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής, που με εύγλωττη συγκατάβαση ο Μάριο Ντράγκι χαρακτήρισε ως “reasonably successful”. Η οποία, από τη μια πλευρά σηματοδοτήθηκε από την πολύ σημαντική απόφαση για εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο καθώς και από τις μεγάλης σημασίας αποφάσεις που θέτουν τις βάσεις μιας κοινής πολιτικής άμυνας, αλλά από την άλλη πλευρά δεν έδωσε καμία ευρωπαϊκή απάντηση στα άμεσα προβλήματα που δημιούργησε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Οι ίδιοι υπενθυμίζουν εξ άλλου ότι η ΕΕ, όποτε το θέλησε, έδρασε πέραν των αυστηρά  νοουμένων αρμοδιοτήτων της, όπως έγινε π.χ. στην κοινή προμήθεια εμβολίων ή στην αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία. Και εύλογα διερωτώνται γιατί αυτό δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται συχνότερα και πριν υπάρξουν μη αντιστρεπτές μετακινήσεις των πολιτών προς κατευθύνσεις επικίνδυνες για την ίδια τη δημοκρατία.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συχνά επικρινόμενη βραδύτητα στη λήψη αποφάσεων οφείλεται στις ισχύουσες βαριές διαδικασίες. Ακόμη περισσότερο, οφείλεται στην ανάγκη να ομονοούν κάθε φορά 27 κυβερνήσεις – ενίοτε και κάποια κοινοβούλια – κάτι που μόνο προφανές δεν είναι. Αυτό όμως δεν σημαίνει κατά κανένα τρόπο ότι πρέπει να αποφεύγεται η επίκριση αυτών των διαδικασιών και της βραδύτητας που συνεπιφέρουν στη λειτουργία της ΕΕ, με το επιχείρημα ότι έτσι δίνεται τροφή στους αντι-ευρωπαϊστές. Η κριτική όχι μόνον επιτρέπεται αλλά και επιβάλλεται. Και είναι αναπόσπαστο στοιχείο της δημοκρατικής λειτουργίας. Αντίθετα, η επικρότηση κάθε πράξης και η ανοχή κάθε παράλειψης κινδυνεύουν να φέρουν αποτέλεσμα αντίθετο προς το επιδιωκόμενο.

Ευρωπαϊσμός δεν σημαίνει να επαναπαυόμαστε αυτάρεσκα πάνω στις – αδιαμφισβήτητες – επιτυχίες της ΕΕ και να κρύβουμε τα προβλήματα κάτω από το χαλί. Κάποια στιγμή οι ευρωπαίοι πολίτες θα τα δουν. Θα θυμίσουμε - χωρίς προφανώς τα προβλήματα να έχουν ίδια διάσταση και περιεχόμενο - ότι η Καθολική Εκκλησία έκρυβε για πολλές δεκαετίες τα προβλήματα από τα γνωστά σκάνδαλα που συνέβαιναν στους κόλπους της. Κάποια στιγμή βέβαια αναγκάστηκε να παραδεχθεί την ύπαρξή τους. Στο μεταξύ όμως οι εκκλησίες είχαν αδειάσει.

*Ο όρος «ρεαλιστικός ευρωπαϊσμός» προκρίθηκε από τον φίλο καθηγητή Παναγιώτη Ιωακειμίδη σε προ καιρού συζήτησή μας ως ο καταλληλότερος να εκφράσει τη φιλοευρωπαϊκή αλλά και κριτική αντιμετώπιση των εξελίξεων στην ΕΕ.

Πηγή: www.tanea.gr