Oποτε και αν γίνουν εκλογές φαίνεται ότι έχουν παγιωθεί τρεις κύριες τάσεις στο πολιτικό σκηνικό. Η πρώτη αφορά την αναμφισβήτητη πρωτιά της ΝΔ. Αυτή είναι αποτέλεσμα της αντι-ΣΥΡΙΖΑ λογικής μεγάλων τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας, κυρίως της μεσαίας τάξης. Το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μπλοκ ψηφίζει ΝΔ χωρίς να πείθεται από την πρότασή της. Είναι η αντίθεσή του στον ΣΥΡΙΖΑ που τον φέρνει στη ΝΔ. Τα κόμματα όμως που επικρατούν λόγω της αποτυχίας των προηγούμενων, δείχνουν να μην έχουν δυναμική.
Από εδώ ακριβώς ξεκινά η δεύτερη τάση. Αυτή αφορά τις αντοχές του ΣΥΡΙΖΑ. Ενα κόμμα που φαίνεται να αντέχει, παρόλο που υποσχέθηκε στους πολίτες ότι με αυτό θα ζήσουν τον μύθο τους και αντί για μύθους διέσπειρε εφιάλτες και ψέματα. Αντέχει μάλιστα παρά ακόμη και τη συναισθηματική αναλγησία που έδειξε σε κεντρικό επίπεδο απέναντι στα θύματα και στην καταστροφή στο Μάτι. Μια πρώτη εξήγηση είναι πως αυτό οφείλεται στη μεγάλη φθορά των προηγούμενων. Μια ιδιαίτερα «εύκολη» ερμηνεία.
Οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ήταν μια συμμαχία δύο μεγάλων τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας. Το ένα εξέφραζε τις φοβίες του για τον εκσυγχρονισμό (αριστερός ριζοσπαστισμός) και το άλλο τον φόβο του απέναντι στο διαφορετικό (ακροδεξιός εθνικισμός). Κοινός τόπος συνάντησης αυτής της καθόλου ετερόκλητης συμμαχίας, η συνωμοσιολογία. Κάποια ξένα κέντρα εποφθαλμιούν τη γλώσσα, τον τρόπο ζωής, τον λαό μας και γι’ αυτό του φόρτωσαν τα Μνημόνια, τα οποία εφάρμοζαν εγχώριοι «κουίσλιγκ». Αυτό το ρεύμα εξακολουθεί να υπάρχει και, έστω απογοητευμένο, συνεχίζει να στηρίζει τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Και ερχόμαστε στην τρίτη τάση. Αυτή εκφράζεται στην αδυναμία της Κεντροαριστεράς του ΚΙΝΑΛ να καταθέσει δική του πρόταση επόμενης μέρας για τη διακυβέρνηση του τόπου. Αυτό το κόμμα «ορκίζεται» ότι είναι τόσο κατά του νεοφιλελευθερισμού που τον βλέπει στη ΝΔ (sic) όσο και κατά του λαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Ετσι αναγκάζεται να καταφεύγει σε κοινοτοπίες του τύπου «πρόοδος ή συντήρηση». Αυτό το ψευτοδίλημμα αντί να του φέρνει ψηφοφόρους, στέλνει και αυτούς που έχει στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός επιδέξια το εκμεταλλεύεται για να το στριμώχνει πολιτικά.
Το ΚΙΝΑΛ κινούνταν για τρία χρόνια στη γραμμή της «κυβέρνησης εθνικής συνεννόησης». Αυτή έτσι όπως εκφερόταν έδειχνε όχι μια υπεύθυνη εθνική στάση, αλλά την αγωνία κάποιων εντός του να κρατήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στο μετεκλογικό κυβερνητικό κάδρο. Και εκεί που άρχισε, με το αίτημα για εκλογές, να φαίνεται ότι γλιτώνει από αυτή την πολιτική και να περνάει στη λογική της στρατηγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ, που αυτονόητα εμπεριέχει και το αίτημα της παραμονής του στην αντιπολίτευση, με τις πρώτες αντιδράσεις εντός του κόμματος και με τις απογοητευτικές δημοσκοπήσεις ξαναπέρασε στην κυβέρνηση των τριών (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ). Μύλος.
Αν σ’ όλα αυτά προστεθεί και η προσπάθεια να τεθεί εκτός Βουλής και Ευρωβουλής ο δεύτερος – μακράν του τρίτου – υποψήφιος για την αρχηγία, εύλογα τίθεται το ερώτημα για το πού πάει και πού το πάνε το ΚΙΝΑΛ.