Σχόλιο απευθυνόμενο κυρίως στους Γάλλους που ζουν και ψηφίζουν στην Ελλάδα, διαβάζουν την AV και ξέρουν Ελληνικά
Κοιτάζω το εξώφυλλο της LIbaration με τη φέηκ φωτογραφία του Μακρόν να επιστρέφει σπίτι βιαστικά και να λέει στη γυναίκα του, την οποία δεν βλέπουμε: cherie, j’ ai oublié la gauche (αγάπη, ξέχασα την αριστερά !). Έξυπνο και πολυσήμαντο, αλλά όταν το λέει η Libé, κάποιο λάκκο έχει η φάβα. Ο καθένας και η αριστερά του δηλαδή. Η εφημερίδα, σύμβολο της πάλαι ποτέ ανεξάρτητης, ανένταχτης, ριζοσπαστικής και εικονοκλαστικής αριστεράς, μεγαλωμένη με τις ιδέες του Μάη του 68 και των άλλων Μαϊων που ακολούθησαν, η Libé
του Σαρτρ και του Σερζ Ζουλί, σήμερα δεν είναι παρά ένας θλιβερός απόγονος εκείνης της περιπέτειας που ήθελε την «φαντασία στη εξουσία». Όσο για την αριστερά την οποία υπαινίσσεται, δεν είναι άλλη απ’ αυτήν του Μελανσόν, προϊόν ενός ετεροθαλούς υβριδισμού, κατά το πρότυπο του Σύριζα, των Podemos και της Die Linke, μια αριστερά που έκανε σημαία τον αντι-ευρωπαϊσμό, όπως άλλωστε και οι Λε Πεν, βλέποντας ότι ο λαϊκισμός (με δεξιό ή αριστερό πρόσημο) έχει ανταπόκριση σε ένα νέο αγοραστικό κοινό το οποίο αν και “δεν πληρώνει” απαιτεί να εισπράτει δωρεάν κουπόνια για το κοινωνικό κράτος. Τα “κίτρινα γιλέκα” που απείλησαν σοβαρά στην πρώτη θητεία του τον Μακρόν, ήταν χαρακτηριστική έκφανση του νέου αυτού κινήματος των θυμωμένων ψηφοφόρων, προϊόν κι αυτό των πολλαπλών κρίσεων, της οικονομίας, των θεσμών και των ιδεολογικών ρευμάτων του παρελθόντος.
Λίγο καιρό πριν τις προηγούμενες ευρωεκλογές, το σχεδόν κόμμα του Μακρόν “La Republique en Marche-LaREM” συνέλαβε την ιδέα ενός Ευρωπαϊκού δημοκρατικού και φιλελεύθερου πολιτικού σχηματισμού με θυγατρικά κόμματα στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης και σε συνεργασία με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες (ALDE) του Φερχόφσταντ. Ανεξάρτητα από τους λόγους οι οποίοι οδήγησαν στην εγκατάλειψη του σχεδίου, τους οποίους εικάζω αλλά δεν γνωρίζω μετά βεβαιότητας, είχα την τύχη να συμμετέχω στις προκατακτικές εκείνες συζητήσεις, όταν αντιπροσωπείες των ως άνω πολιτικών οργανισμών είχαν επισκεφθεί την Ελλάδα. Εκτός όλων των άλλων όμως, τα οποία ανήκουν πλέον στην ιστορία - διότι το εγχείρημα δύσκολο να επαναληφθεί – είχα την τύχη να δω από κοντά και επί της ουσίας, τα προγράμματα των πρωταγωνιστών και το όραμά τους για μια «Ευρώπη της Επιτυχίας». Σκέφτηκα τότε, πως, έστω και το ένα εκατοστό των ιδεών και της γνώσης η οποία είχε στριμωχτεί στα μπαγκάζια του ALDE και της LaREM για τις ανάγκες των παρουσιάσεων στις θεματικές συζητήσεις, να είχε περάσει στις πολιτικές δυνάμεις των χωρών που δεν είχαν την τύχη να ζήσουν την υλική και πνευματική ανάπτυξη της Ευρώπης των Βορείων, τότε τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά. Και για την Ένωση και για τους πολίτες. Τώρα αγωνιζόμαστε για να κρατήσουμε απλώς την Ευρώπη ζωντανή και να μην υποκύψει στον εθνικιστικό Μεσαίωνα. Η απειλή είναι ορατή και η Μαρίν Λε Πεν ενσαρκώνει έναν από τους βασικούς πυλώνες της δυσοίωνης προοπτικής που ξεκίνησε με την άνοδο του Όρμπαν και του Μπέπε Γκρίλο, και κλιμακώθηκε με την πολεμική παρέλαση του Πούτιν στα σύνορα της Ευρώπης.
Με την έννοια αυτή, η ψήφος στον Μακρόν είναι μια ψήφος για την Ευρώπη, τη δημοκρατία και την ειρήνη. Έννοιες οι οποίες όταν απειλούνται, κακοποιούνται ή και καταστρέφονται, μας φέρνουν πολύ πίσω και η προσπάθεια πρέπει να ξαναρχίσει από το μηδέν, στα ερείπια δηλαδή των δομών και των έστω και ατελών κατακτήσεων του παρελθόντος. Η Λε Πεν δεν είναι μόνο μια δυσάρεστη (για πολλούς) παρουσία στο πολιτικό προσκήνιο της Γαλλίας και της Ευρώπης, αλλά και ενδεχομένως το προοίμιο της ανάκαμψης του φασισμού που πολεμήθηκε (ανεπιτυχώς) στην Ισπανία του 36 και (επιτυχώς) στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Διότι εκεί που νομίζεις ότι όλα αυτά δεν είναι παρά ιδιοτροπίες της ιστορίας (έλα μωρέ και τι έγινε;) βλέπεις ξαφνικά τα τανκς να μπαίνουνε στο σπίτι σου. Εκεί που νομίζεις ότι η ειρήνη και οι δημοκρατικοί θεσμοί έχουν πια κατοχυρωθεί, βλέπεις τον χαφιέ να σου χτυπάει την πόρτα τα ξημερώματα. Η Λε Πεν δεν θέλει την Ευρώπη, δεν θέλει τις ανεμογεννήτριες, δεν θέλει τους ξένους και φλερτάρει με τον Πούτιν. Είναι ο αρνητικός ήρωας του Ουελμπέκ (βλ. και το μυθιστόρημά του «η Υποταγή» εκδ. Εστίας, 2015) ο οποίος έχει ήδη μεταγλωτίσσει τις ιδέες του Εθνικού Μετώπου ή αυτές του Ερίκ Ζεμούρ για τη λογοτεχνική μηχανή της πνευματικής ζωής της Γαλλίας, και όχι μόνο. Από κει και πέρα, η απόσταση ανάμεσα στο επινοημένο (fiction) και στην πραγματικότητα, είναι ένα τσιγάρο δρόμος.
Πηγή: www.athensvoice.gr