Όταν, πριν από μερικές μέρες, κάποιοι τόλμησαν να διατυπώσουν επιφυλάξεις για τη μεθόδευση της επιχείρησης κατά της «Χρυσής Αυγής», το μιντιακό κατεστημένο και η συγχορδία των φιλοκυβερνητικών αρθρογράφων όλων των αποχρώσεων, έπεσαν να τους φάνε. «Μίζερους» τους είπανε, «συριζαίους που στενοχωρήθηκαν για την κυβερνητική επιτυχία», μέχρι και κρυπτοφασίστες. Τους είναι ίσως αδιανόητο κάποιοι πολίτες που επιθυμούν όσο κι αυτοί (τουλάχιστον) το «τσάκισμα» της ΧΑ να πιστεύουν στα σοβαρά αυτό που όλοι οι δημοκράτες διακηρύσσουμε, ότι δηλαδή η δημοκρατία πολεμά τους εχθρούς της με δημοκρατικά μέσα. Και να ανησυχούν όταν θεωρούν ότι αυτή η αρχή παραβιάζεται.
.
Η κυβερνητική μεθόδευση χωλαίνει σοβαρά
.
Ας ξεκαθαρίσουμε αρχικά ότι η απόφαση της κυβέρνησης να χτυπήσει την ΧΑ και τις εγκληματικές πράξεις της αποτελεί μείζονα θετική εξέλιξη. Άσχετα με το πόσο άργησε και τι την οδήγησε σ’ αυτή τη στροφή. Η ΧΑ είναι μια νεοναζιστική οργάνωση, από τις χειρότερες στη σημερινή Ευρώπη, απ’ ευθείας απόγονος των χιτλερικών, που διαπράττει καθημερινά σωρεία εγκλημάτων. Η ύπαρξη και η λαϊκή επιρροή της αποτελεί όνειδος και κίνδυνο για τη δημοκρατία μας. Αν η επιχείρηση που άρχισε εναντίον της καταλήξει, μέσα από τις νόμιμες διαδικασίες που προβλέπει η πολιτεία, στην εξαφάνιση ή περιθωριοποίησή της, αυτό θα αποτελεί μεγάλη νίκη όλων των δημοκρατών, ακόμη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Δυστυχώς όμως, η μέχρι σήμερα μεθόδευση δείχνει, κατά τη γνώμη μου, να χωλαίνει σοβαρά.
.
Σε μια δημοκρατία, η θέση στην ουσία εκτός νόμου ενός κόμματος που εκπροσωπείται στη Βουλή και στηρίζεται από σημαντική μερίδα πολιτών, και η σύλληψη –και μάλιστα χωρίς σχετική έγκριση της Βουλής- της ηγεσίας του δεν είναι απλό πράγμα. Κι αυτό άσχετα με το πόσο απεχθές ή και εγκληματικό εκτιμούμε πως είναι το κόμμα αυτό. Οι χρυσαυγίτες δεν «παρεισέφρησαν» στη Βουλή, όπως γράφηκε στον τύπο. Εκλέχτηκαν κανονικά και με το νόμο.
.
Όταν η πολιτεία μας απέρριψε την δυνατότητα διάλυσης κόμματος και προέβλεψε συγκεκριμένη διαδικασία για άρση της βουλευτικής ασυλίας, προφανώς δεν είχε στο νου τον Στρατό της Σωτηρίας, αλλά τέτοιες ακραίες περιπτώσεις, συνυπολογίζοντας και την ιστορία της χώρας. Η παράκαμψη των θεσπισμένων δημοκρατικών διαδικασιών με απλή απόφαση ενός αντιεισαγγελέα να χαρακτηρίσει το κόμμα αυτό εγκληματική οργάνωση αποτελεί φοβάμαι σοβαρό πολιτικό λάθος, αλλά κατά πάσα πιθανότητα και νομικό ακροβατισμό. Όσοι έπεισαν την κυβέρνηση ότι το μείζον πολιτικό πρόβλημα της ΧΑ λύνεται με μιαν αστυνομική επιχείρηση και έναν «δημιουργικό» νομικό χειρισμό είναι, φοβάμαι, κακοί σύμβουλοι.
.
Ήταν άραγε η συγκεκριμένη μεθόδευση η ύστατη άμυνα της δημοκρατίας μας απέναντι σε έναν εχθρό που βρίσκονταν στο σημείο να την καταλύσει; Φυσικά και όχι. Τι θα εμπόδιζε να προχωρήσει άμεσα η σε βάθος διερεύνηση του εγκλήματος του Κερατσινίου και των όσων προηγήθηκαν, με τη δίωξη και των όποιων ηθικών αυτουργών; Να ληφθούν -επίσης άμεσα- μέτρα κάθαρσης των σωμάτων ασφαλείας; Να κατασταλούν εφεξής αμείλικτα όλες οι παράνομες πράξεις της ΧΑ; Και να οικοδομηθεί με σοβαρότητα η πολιτική και ενδεχόμενα και νομική βάση για το χαρακτηρισμό της ηγεσίας του κόμματος ως εγκληματιών; Τι θα εμπόδιζε η όποια σύλληψη βουλευτών να γίνει με άδεια της Βουλής; Πιστεύει κανείς ότι η δημοκρατία μας θα έβγαινε πιο αδύνατη από την τήρηση αυτών των διαδικασιών; Πιο δυνατή θα έβγαινε.
.
Δυστυχώς οι μέθοδοι που ακολουθήθηκαν από την κυβέρνηση Σαμαρά δεν εκπλήσσουν. Επί μήνες άφηναν τους τραμπούκους να οργιάζουν, ενώ ανέχονταν τη διάβρωση του κρατικού μηχανισμού (μπροστά στην αδράνεια αυτή απέναντι στη φασιστική ανομία, η όποια ανοχή στους «μπαχαλάκηδες» από τον ΣΥΡΙΖΑ φαντάζει ως πταίσμα). Τους έκλειναν και το μάτι, ή τους εξίσωναν με την αξιωματική αντιπολίτευση. Τώρα που κάτω από την πίεση της λαϊκής και διεθνούς αγανάκτησης από τη δολοφονία του Φύσσα πραγματοποιούν στροφή, ακολουθούν πάλι τον γνώριμο και από προηγούμενες ενέργειες τρόπο τους: αρνούμενοι τη συνεννόηση με τις άλλες δημοκρατικές δυνάμεις, και με τις δημοκρατικές ευαισθησίες να μην βαραίνουν ιδιαίτερα στις κινήσεις τους.
.
Η ευφορία από το –έστω και καθυστερημένο- πλήγμα στη ΧΑ υπήρξε εύλογα μεγάλη. Για την κοινή γνώμη επειδή χτυπήθηκε το νεοναζιστικό φίδι. Για κάποιους κυβερνητικούς κύκλους περισσότερο επειδή ανέλαβαν την πολιτική πρωτοβουλία από τον Τσίπρα και μετέθεσαν την πολιτική ατζέντα από το μνημόνιο στο φασισμό. Κάποιοι πήραν και φόρα και επιδίωξαν μάλιστα να πιστώσουν το «σύστημα» (τον «ελληνικό καπιταλισμό» έγραψε ένας «μεταρρυθμιστής»!) με την αντιφασιστική νίκη, παραβλέποντας ανοήτως ότι ο καλύτερος τρόπος να ενισχύσουν πολιτικά την ΧΑ είναι να εμφανίσουν τη δίωξή της ως νίκη των δυνάμεων του μνημονίου. Οι ίδιοι, ενώ καταγγέλλουν υπαρκτές και ανύπαρκτες μικροκομματικές στάσεις της αντιπολίτευσης, προσπαθούν να στριμώξουν την πολιτική ζωή της χώρας στην πάλη κατά της ΧΑ: «Τι συζητάμε τώρα για νέα μέτρα, όταν έχουμε τη ΧΑ», «Πώς τολμά ο ΣΥΡΙΖΑ να μην εγκαταλείπει το από έτους αίτημά του για εκλογές, τώρα που η ΧΑ επιδιώκει κι αυτή το ίδιο;» Μόνο που δεν μας είπαν ότι πρέπει να αποδεχτούμε τα μνημόνια επειδή τα καταγγέλλει ο Κασιδιάρης.
.
Ο τραγέλαφος των (μη) προφυλακίσεων
.
Με τη μη προφυλάκιση των τριών βουλευτών, τα ερωτηματικά για τη νομική βάση της επιχείρησης πολλαπλασιάστηκαν. Η αντίφαση ανάμεσα στο κατηγορητήριο και τη μη προφυλάκιση, δεν κρύβεται με τίποτε. Αν το αδίκημα βάσει του οποίου συνελήφθησαν οι βουλευτές, είναι η συμμετοχή στο κόμμα τους που χαρακτηρίστηκε εγκληματική οργάνωση (και έτσι δικαιολογήθηκε η παράκαμψη της άδειας της Βουλής), τότε αποκλείεται να μην υπάρχει κίνδυνος υποτροπής (αφού εξακολουθούν να συμμετέχουν στην οργάνωση). Και όμως, φαίνεται πως απελευθερώθηκαν με ακριβώς αυτήν την παραδοχή.
.
Σε λίγα λεπτά η ευφορία (η γνήσια και η εκ του πονηρού) μετατράπηκε σε απογοήτευση και προβληματισμό. Η αμηχανία πέρασε από τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση και τους υποστηρικτές της που τώρα πότε «αφήνουν τη δικαιοσύνη να επιτελεί το έργο της», πότε εκφράζουν έκπληξη για το έργο αυτό και πότε χρησιμοποιούν και βαρύτερες εκφράσεις. Τα ΜΜΕ ανακάλυψαν «κενά» στο κατηγορητήριο που φαίνονται εντυπωσιακά. Ο διεθνής τύπος εκφράζει την ελπίδα, ενίοτε και την αμφιβολία, ότι οι διώξεις έχουν στέρεη νομική βάση. Και το χειρότερο, ο κόσμος αρχίζει να ανησυχεί πως η επιχείρηση δεν είναι αυθεντική, διερωτάται αν θα έχει αίσιο τέλος, ενώ ένα ρίγος μας διαπερνά όλους βλέποντας τους χρυσαυγίτες να περνούν στην αντεπίθεση με το απύθμενο θράσος και την τραμπούκικη δράση τους.
.
Η προφυλάκιση του Μιχαλολιάκου ασφαλώς άμβλυνε κάπως τις εντυπώσεις από την προηγούμενη πράξη, καθόλου όμως δεν εξάλειψε τη σύγχυση και τον κλονισμό της αξιοπιστίας της δικαιοσύνης και της όλης επιχείρησης. Γιατί βέβαια κανείς δεν καταλαβαίνει πώς ο Μιχαλολιάκος είναι ύποπτος φυγής και επανάληψης του εγκλήματος (της συμμετοχής στο κόμμα του), ενώ τα πρωτοπαλίκαρά του δεν είναι. Οι σπασμωδικές αυτές κινήσεις μακράν από το να αποδεικνύουν στον απλό πολίτη την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, περισσότερο υποθάλπουν απόψεις που διαβλέπουν επιρροή αντιφατικών κυβερνητικών βουλήσεων και μηχανισμών.
.
Το καρτέλ των ΜΜΕ υπονομεύει τη δημοκρατία
.
Κρίσιμη συμβολή σ’ αυτήν την αρκετά απογοητευτική εικόνα της δημοκρατίας και των θεσμών μας παρέχει το καρτέλ των ΜΜΕ. Τα ίδια κανάλια και εφημερίδες που μέχρι χθες «έπαιζαν» ΧΑ, άλλο φιλοξενώντας στελέχη τους, άλλο λανσάροντας σενάρια για συγκλίσεις των «σοβαρών» τραμπούκων με τη ΝΔ και άλλο πρωταγωνιστώντας στην εξίσωση ΣΥΡΙΖΑ και ΧΑ, ξάφνου, σαν να υπακούουν σε ένα μαγικό ραβδί, εξαπέλυσαν μιαν άνευ προηγουμένου προπαγανδιστική καμπάνια ενάντια στους νεοναζί. Φυσικά, σε μια δημοκρατική πολιτεία δεν νοείται τα ΜΜΕ να είναι «ουδέτερα» απέναντι στον φασισμό. Γι? αυτό ακριβώς ήταν απαράδεκτη η νομιμοποίηση που του έδιναν μέχρι χθες. Εδώ όμως δεν πρόκειται γι? αυτό: πρόκειται για μιαν ατέλειωτη, ενορχηστρωμένη και μονοθεματική πλύση εγκεφάλου των τηλεθεατών που θυμίζει σε ποιότητα αντίστοιχες καμπάνιες της εποχής του μακεδονικού, για να μην πούμε και την χουντική τηλεόραση. Οι εκπομπές έχουν μετατραπεί σε δικαστήρια που δικάζουν τους χρυσαυγίτες, συχνά με επιχειρήματα που εγγίζουν ή και ξεπερνούν τα όρια της γελοιότητας (και στα οποία, είναι αλήθεια, βοηθιούνται και από διάφορους «κύκλους» που τους προμηθεύουν «επιχειρήματα» και, ως μη έδει, κείμενα και εικόνες). Αντίλογος δεν υπάρχει: όποιος εκφράσει οποιαδήποτε επιφύλαξη (και δεν εννοώ βέβαια τους τραμπούκους) εξορκίζεται με τρόπους που μόνο ως ιδεολογική τρομοκρατία μπορούν να χαρακτηρισθούν.
.
Η ζημιά που προκαλούν οι πρακτικές αυτές στη δημοκρατία δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Ούτε και μπορεί να αποσιωπηθεί στο όνομα του ότι οι δημοσιογράφοι υφίστανται χυδαίες επιθέσεις από τους λυσσασμένους της ΧΑ. Ο λαϊκισμός των ΜΜΕ υπονομεύει ευθέως το κράτος δικαίου και την ελευθερία έκφρασης και κλονίζει την αξιοπιστία και το ηθικό κύρος των αντιφασιστών. Και αύριο μπορεί να στραφεί εναντίον οιουδήποτε θα αποφάσιζαν να «χτυπήσουν». Ήδη λ.χ. ο κ.Πρετεντέρης έχει επιχειρήσει πάνω από μια φορά να μας πείσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προετοιμάζει εκτροπή (επειδή –όπως οι αντιπολιτεύσεις όλων των εποχών- ο Τσίπρας είπε ότι ο «δρόμος» θα ανατρέψει την κυβέρνηση!).
.
Κοιτάζοντας μπροστά
.
Όλοι όσοι πραγματικά επιθυμούμε το νεοναζιστικό καρκίνωμα να πάψει να αποτελεί υπολογίσιμο παράγοντα στην πολιτική μας ζωή, πρέπει να δούμε με ποιο τρόπο, από τη σημερινή κατάσταση, η δημοκρατία θα βγει τελικά κερδισμένη. Γιατί αυτό δεν έχει διασφαλιστεί.
.
Κατ? αρχάς οι βαρύγδουπες «πολιτικά ορθές» δηλώσεις περί εμπιστοσύνης στην ελληνική δικαιοσύνη είναι περιττές (βλέπε σχετικά το εξαιρετικό κείμενο του Ανδρέα Πετρουλάκη στο Protagon). Μια δικαιοσύνη που περίμενε τους 33 φακέλους του κ.Δένδια για να κινηθεί εναντίον πασίγνωστων εγκληματιών και σήμερα κινείται με τον τρόπο που βλέπουμε είναι δυστυχώς μάλλον μέρος του προβλήματος. Κυρίως όμως οι δημοκρατικές δυνάμεις της χώρας δεν πρέπει να μεταθέτουν στους δικαστές την ευθύνη για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος που, παρά τις όποιες ποινικές του όψεις, είναι πρώτιστα πολιτικό.
.
Πολιτική αντιμετώπιση της ΧΑ σημαίνει πρώτα και κύρια σφυρηλάτηση ενός ισχυρού, πλατειού και μαζικού μετώπου για την απομόνωση των φασιστών και την απαξίωσή τους σε όσους τους ψηφίζουν. Η μαζική κινητοποίηση των πολιτών και η ενεργός σύμπραξη των αντιφασιστικών κομμάτων δεν είναι ούτε ξεπερασμένη ούτε «κομμουνιστική», αλλά ζωτική ανάγκη για τη δημοκρατία. Αρκεί να θυμηθούμε ανάλογες κινητοποιήσεις σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία ή η Νορβηγία.
.
Η ΝΔ έχει τεράστια ευθύνη αρνούμενη να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με την αντιπολίτευση ή να φέρει το θέμα στη Βουλή, ή απέχοντας από συλλαλητήρια, όπως αυτό της ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ. Η εμμονή του πρωθυπουργού και στενών συνεργατών του σε μια συμμετρική αντιμετώπιση ΧΑ και ΣΥΡΙΖΑ, που συνεχίζεται ακόμη και σήμερα, καθιστά αδύνατο το αντιφασιστικό μέτωπο και αποτελεί βόμβα στη δημοκρατική ομαλότητα.
.
Η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ασφαλώς πιο εποικοδομητική (κατά κανόνα δεν αποκλείει κανένα που δεν αποκλείει αυτήν). Όμως ενέργειες όπως η αποχή από το κοινό κείμενο των ελλήνων ευρωβουλευτών, ή και η ερωτοτροπία στελεχών της με την άποψη πως δεν χωρούν στο αντιφασιστικό μέτωπο οι μνημονιακές δυνάμεις δεν προδίδουν πολιτική ωριμότητα. Και δεν αναφέρομαι καν εδώ στις γραφικές (αν δεν ήταν επικίνδυνες) απόψεις από την Κομιντέρν του 1928 περί «μακράς χειρός του συστήματος» που ενστερνίζεται το νεολιθικό ΚΚΕ, και όχι μόνο αυτό.
.
Πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο δεν θα υπάρξει ενόσω δεν αποδεχτούμε ότι θα συνεχίσουμε να διαφωνούμε ως προς τα αίτια του φαινομένου, χωρίς αυτό να μας εμποδίζει να συμπαραταχθούμε εναντίον του. Κάποιοι θα συνεχίσουν να θέλουν να βλέπουν την «αριστερή ανομία» ως την κύρια ρίζα του κακού. Κάποιοι άλλοι θα συνεχίσουν τις αναλύσεις τους για την ευθύνη του καπιταλισμού. Και εμείς οι υπόλοιποι όπως και ο κόσμος όλος (αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στο διεθνή τύπο) δεν θα πάψουμε να συνδέουμε άμεσα την εκκόλαψη του φιδιού με την πολιτική των μνημονίων. Μπορούμε όμως και πρέπει να κατέβουμε στους δρόμους όλοι μαζί ενάντια στην ΧΑ. Και τα αντιφασιστικά κόμματα θα πρέπει να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να σταθούν σ? αυτό μαζί. Αν το κατάλαβε ο Δημητρώφ το 1935, δεν νομίζω πως ζητάμε σήμερα πολλά. Ακόμη κι από την ελληνική δεξιά που, αν και ιστορικά δεν διακρίθηκε για την οριοθέτησή της από τον φασισμό, μπορεί ασφαλώς να αντλήσει κι αυτή από φωτεινές σελίδες της ιστορίας της (π.χ. μεταπολίτευση), καθώς και από το ευρωπαϊκό «κεκτημένο» του χώρου της.
.
Ενότητα κατά του φασισμού δεν θα υπάρξει και αν η κυβέρνηση επιμένει να την χρησιμοποιεί για άλλους σκοπούς. Πρέπει να χωνέψει ότι βάζουμε πλάτη όχι για να τη σώσουμε, ούτε για να στηρίξουμε τα μνημόνια, αλλά για να μη μας δέσουν όλους μαζί μεθαύριο οι τραμπούκοι. Ο κόσμος δεν θα πάψει να υποφέρει από την ασκούμενη οικονομική πολιτική επειδή πιάστηκε ο Μιχαλολιάκος. Και όσοι παλεύουμε κατά της πολιτικής αυτής και της κυβέρνησης που την υλοποιεί φυσικά και θα συνεχίσουμε, ο καθένας με τον τρόπο που αυτός κρίνει ορθό. Αν συνέβαινε το αντίθετο, πλην των άλλων, θα ενισχύαμε τελικά και τη ΧΑ.
.
Υπάρχει τέλος και η ποινική πλευρά. Ζητούμενο είναι ένα ασφυκτικό πολιτικό κλίμα που να «ενθαρρύνει» την ανεξάρτητη δικαιοσύνη και τις εξαρτημένες διωκτικές αρχές να προχωρήσουν σε βάθος και ως το τέλος στη δίωξη των ήδη διαπραχθέντων εγκλημάτων και στην αποτροπή ή την καταστολή όσων ετοιμάζονται. Η κάθαρση του κρατικού μηχανισμού είναι εξίσου κρίσιμη και κανείς δεν πιστεύει βέβαια ότι έχει ολοκληρωθεί. Κάποια στιγμή θα πρέπει να αναζητηθούν και οι πολιτικές ευθύνες για να μην επιβεβαιωθεί ότι στη χώρα μας η έννοια αυτή είναι ανύπαρκτη.
.
Ταυτόχρονα όμως, έστω τώρα, χρειάζεται πιστεύω περισσότερη προσοχή και σοβαρότητα στη δίωξη ενός πολιτικού κόμματος, κι ας είναι η ΧΑ. Να θυμηθούμε το τεκμήριο της αθωότητας στις θεσμικές διαδικασίες. Να βρεθούν τρόποι οι βουλευτές που δεν έχουν εκπέσει του αξιώματός τους να μπορούν να ασκούν πλήρως τα δικαιώματά τους στη Βουλή. Να μην επιτρέψουμε μεν στη ΧΑ να γελοιοποιήσει τους θεσμούς μας, αλλά και να μην νοθεύσουμε τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς με αποφάσεις αστυνομικών και εισαγγελέων. Να σκεφτούμε ξανά δυο φορές πριν οδηγηθούμε στην εν τοις πράγμασι απαγόρευση της ΧΑ. Και αν το επιχειρήσουμε, να πατάμε πολύ γερά στη νομιμότητα και τη δημοκρατική πρακτική.