Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τις παρεμβάσεις του Γ. Πανούση. Έναν άνθρωπο που θεωρώ αξιόλογο από παλιά, πολύ πριν γίνει υπουργός της κυβέρνησης Τσίπρα. Όταν ήταν ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, πανεπιστημιακός δάσκαλος, πάντα με τον δικό του λόγο.
Ο Γ. Πανούσης στην κυβέρνηση του κ. Τσίπρα λειτουργεί ως προβολέας, και λόγω της κρίσιμης αρμοδιότητάς του και λόγω της θεσμικής του ευθύνης, που όντας καθηγητής νομικής και εγκληματολογίας την αντιλαμβάνεται πολύ καλά. Επιδιώκει να μας προσανατολίσει προς έναν άλλο Τσίπρα, όχι αυτόν που φαίνεται δια γυμνού οφθαλμού.
Ο Γ. Πανούσης θεωρεί ότι ο δικός του ρόλος μέσα σε αυτή την κυβέρνηση, που παραβιάζει συνειδητά και με στόχευση θεμελιώδεις αρχές της δυτικής δημοκρατίας, είναι αυτός του θεματοφύλακα της συνταγματικής νομιμότητας και της κοινοβουλευτικής αστικής δημοκρατίας, τον όποιον ανέλαβε αυτοβούλως ως αναπληρωτής υπουργός αρμόδιος για τη δημόσια τάξη και την προστασία του πολίτη. Θέση στην οποία πράγματι τον διόρισε και τον διατηρεί ο Τσίπρας, παρά την κατακραυγή από το κόμμα και τους υπέρμαχους του μπάχαλου.
Το θεώρημα Πανούση είναι ότι ο Τσίπρας περιβάλλεται από -και άρα εφάπτεται με- κύκλους, ομάδες, πρόσωπα που στεγάζονται κομματικά, εκλογικά, ακόμη και κοινοβουλευτικά (ως βουλευτές) στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αμφισβητούν, υπονομεύουν, αντιστρατεύονται την συνταγματική νομιμότητα, την κοινοβουλευτική αστική δημοκρατία και το κράτος δικαίου.
Αυτό το κάνουν με πράξεις σχετικές με την ασφάλεια (π.χ. συμμετοχή σε πράξεις βίας ή υπόθαλψη ή εγκωμιασμός και ενθάρρυνση της τρομοκρατίας) ή με πράξεις σχετικές με τη συμμετοχή της χώρας στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις οποίες ο ίδιος ο Γ. Πανούσης τις χαρακτήρισε «εσχάτη προδοσία» (π.χ. σχέδιο Λαφαζάνη για κατάληψη δικτύου της Τράπεζας της Ελλάδος, σχέδιο Βαρουφάκη για χακάρισμα των ΑΦΜ κ.ο.κ.), ή με πράξεις που αλλοιώνουν το πολίτευμα, το ρόλο της Βουλής και του Προέδρου της σε σχέση με την Κυβέρνηση και τις πολιτικές της (π.χ. όλο το «έργο» της κας Ζωής Κωνσταντοπούλου).
Άρα ο Γ. Πανούσης λέει: Δείτε με τι παλεύει το παλικάρι μας ο Τσίπρας. Ας τον στηρίξει ο αστικός κόσμος. Ας τον κάνει «δικό του» ηγέτη ώστε να διαχωρίσει τη θέση του από ύποπτες ομάδες, την αριστερή πλατφόρμα, άρρωστους ανθρώπους κ.ο.κ.
Όμως ο Τσίπρας λέει: Καλύπτω τον Γ. Βαρουφάκη, ενήργησε κατ’ εντολή μου. Ασκώ κριτική αλλά δεν συγκρούομαι με τη Ζ. Κωνσταντοπούλου, παραμένει εν λευκώ ΠτΒ. Θέλω να κυβερνώ μόνο με τον Καμμένο. Θα προχωρήσω την εφαρμογή του μνημονίου, που εγώ έφερα με τους χειρότερους όρους, με τον Κατρούγκαλο, τον Βούτση, τον Δρίτσα, τη Χριστοδουλοπούλου, τον Σκουρλέτη, τον Χαϊκάλη και άλλους έγκυρους ευρωπαϊστές πολιτικούς. Στηρίξτε με, ψηφίστε με, δοξάστε με! Κι όταν θα είμαι έτοιμος, θα ξαναρχίσω την ταξική πάλη και πάλι με χρόνια και καιρούς πάλι δικά μας θα ’ναι.
Και η αντιπολίτευση του λέει: Ναι, μεγάλε ηγέτη, σε στηρίζουμε, σε ψηφίζουμε, θέλουμε να μας κυβερνήσεις και άλλο, έχεις υποχρέωση βάσει των εκλογών του Ιανουαρίου, μείνε στη θέση σου και συνέχισε τη γραμμή σου που δεν στηρίζει ο Λαφαζάνης και η Ζωή, αλλά στηρίζουμε χωρίς όρους εμείς. Δεν μπορείς να πας σε εκλογές, ακόμη και μετά τη διάσπαση στο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Τσίπρας απαντά: Οκ! Τότε βουλώστε το και απλώς να ψηφίζετε ό,τι σας φέρνω. Και όταν σας βρίζω και σας ξεφτιλίζω, να μη μιλάει κανείς. Τώρα καθαρίζω το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Αμέσως μετά θα καθαρίσω και με ό,τι έχει απομείνει από την αντιπολίτευση!
Σε αυτό το σχήμα μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι προσεκτικές παρεμβάσεις του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Γ. Δραγασάκη με σημαντικότερη όλων την παρέμβασή του στην κεντρική επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ που δόθηκε στη δημοσιότητα το Σάββατο: Μια πλήρης ιστορική ομολογία της ευθύνης τους, που είναι πάντα η ίδια ιστορική ευθύνη της κομμουνιστικής αριστεράς για τα παλιότερα και παντοτινά λάθη της. Για τον εμφύλιο, αλλά και για την τωρινή ήττα της χώρας. Πάντα με τον ίδιο τρόπο.
Λέει ουσιαστικά ο Γ. Δραγασάκης, ο ειλικρινής και σοβαρός, ο παρ’ ολίγον ΓΓ του ΚΚΕ: Τα κάναμε μαντάρα, φταίει η αντίληψή μας, η θεωρία μας, τα στερεότυπά μας. Φταίνε τα ψέματα και οι δημαγωγίες μας. Δεν είχαμε καταλάβει τίποτα για το συσχετισμό των δυνάμεων και τη διαπραγμάτευση. Και εξακολουθούμε να μην καταλαβαίνουμε πού πάμε και πού οδηγούμε τη χώρα. (Ό,τι δηλαδή θα μπορούσε να λεχθεί και το 1949.) Όμως και πάλι ωραίοι είμαστε. Συνεχίζουμε. Οποίος δεν θέλει, φεύγει. Οι υπόλοιποι να μείνουν πειθαρχημένοι. Πιστοί στο κόμμα και τον αρχηγό. Σημασία έχει μόνο το να κρατηθούμε στην εξουσία. Δεν θα κάνουμε τα λάθη του 1944 ή του 1946.
Στο μεταξύ όμως συμφωνία δεν υπάρχει ακόμη. Το ΔΝΤ αντιδρά. Ο κατάλογος των μέτρων είναι οδυνηρά απροσδιόριστος. Η δραχμοφιλία των απελπισμένων και των δήθεν αριστερών και ακροδεξιών εθνικολαϊκιστών θα αυξάνει. Το σενάριο του Grexit θα ζεσταίνεται. Οι επιχειρήσεις θα κλείνουν. Οι άνεργοι θα αυξάνουν. Η χώρα θα αποσυντίθεται.
Ο Τσίπρας όμως θα συνεχίζει να κυβερνά, ως πρώτη φορά και αριστερά και δεξιά και ολόγυρα. Ως εκφραστής της εθνικής κρίσης και της μεγαλύτερης συλλογικής αδικίας που έκανε ο ελληνικός λαός εναντίον των λίγων που είπαν την αλήθεια και ανέλαβαν το κόστος των υπευθύνων πράξεων και λόγων τους –και δεν αναφέρομαι μόνο σε πολιτικούς αλλά για όποιον τόλμησε να εκφέρει έναν κάποιον άλλο λόγο– τελικά όμως εναντίον του ίδιου του του εαυτού. Ως πότε όμως;
Μήπως ως την ημέρα εκείνη που ο Τσίπρας θα νιώσει και πάλι έτοιμος να προχωρήσει το σχέδιο του: να γίνει ηγέτης ενός «άλλου καθεστώτος», ένας ηγέτης τύπου λατινικής αμερικής, ο δικός μας Μαδούρο; Μήπως ως τη μέρα εκείνη που η φτωχοποίηση της πατρίδας μας θα έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που η απαίτηση για επιστροφή στη δραχμή θα είναι παλλαϊκή και ίσως και αναγκαία για να μπορεί να τραφεί ο λαός; Και τότε θα ξαναμιλήσουμε για «ολετήρες της Ελλάδας», αλλά θα είναι αργά.
Μήπως, λοιπόν, έχει έρθει η στιγμή όσοι καταλαβαίνουν και νιώθουν να ενωθούν, να κινητοποιηθούν, να μιλήσουν, να δράσουν ώστε να σταματήσουμε το κακό, πριν να έρθει η στιγμή που όλοι (και πάλι) θα σωπαίνουν κατεβάζοντας τα μάτια;
*«Σπανίως πλάνη υπήρξε περισσότερον τραγική…» έγραφε ο Βρετανός Χάρολντ Νίκολσον, θερμός φιλέλληνας, αναφερόμενος στα γεγονότα 1919-1922.