Πρώτη φορά Αριστερά χωρίς ταυτότητα

Γιάννης Βούλγαρης 14 Ιουν 2019

Ζούμε καθώς φαίνεται τις απαρχές ενός νέου πολιτικού κύκλου. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι σε αποδρομή και διαχειρίζεται το μέγεθος της ήττας της. Εκ πρώτης όψεως δεν υπάρχει κάτι ιδιαίτερο σε αυτό, συμβαίνει στις δημοκρατίες ιδίως σε περιόδους κρίσεων. Εδώ όμως υπάρχει κάτι αξιοπρόσεκτο. Είναι το κενό πολιτικού λόγου, οράματος και προγράμματος που χαρακτηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ στην πτώση του. Συζητήθηκε πολύ αν υπέστη μια «στρατηγική ήττα». Ασφαλώς δεν μπορεί να μπλοκάρει πλέον θεσμικά τις εξελίξεις καθώς από όσο φαίνεται η ΝΔ του Κ.Μητσοτάκη θα έχει τα χέρια ελεύθερα στον νέο πολιτικό κύκλο. Και ο ΣΥΡΙΖΑ όμως αναδεικνύεται σε δεύτερο κόμμα εξουσίας για το ορατό τουλάχιστον μέλλον. Τα ποσοστά θα φανούν στις κάλπες. Αλλά το πρόβλημά του είναι άλλης τάξης. Η ασάφεια και η αντιφατικότητα της φυσιογνωμίας του εξηγούν την πολιτική και προγραμματική αφασία του. Κοντολογίς, βιώνει μια ήττα ταυτοτική.

Είναι σαφές πλέον ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν γέννημα της κρίσης, εξέφρασε τον αιφνιδιασμό που αισθάνθηκαν οι πολίτες με τη χρεοκοπία. Στάθηκε ικανός να εκμεταλλευτεί το κενό αντιπροσώπευσης, δεν κατάφερε όμως ούτε είχε τις προϋποθέσεις να μεταπλάσει τη διαμαρτυρία σε σχέδιο. Δεν είχε ούτε έχει τα ιδεολογικά και προγραμματικά εφόδια για να προσανατολίσει την Ελλάδα σε έναν μελλοντικό στρατηγικό εθνικό στόχο και να διευθύνει την πορεία σε αυτόν. Ήταν επίλογος και όχι πρόλογος. Στο μέτρο αυτό υπήρξε το κατεξοχήν μνημονιακό κόμμα. Όχι γιατί «πρόδωσε», ή γιατί «υπερέβαλε», όπως τον κατηγορούν οι εξ αριστερών αντίπαλοί του. Απλούστατα το μνημόνιο ήταν το μόνο πρόγραμμα που έδωσε κάποια συνοχή στην κυβερνητική του δράση. Αντιαναπτυξιακή, φορομπηχτική ή ό,τι άλλο, αλλά συνοχή και στοχοθεσία. Εκτός των όρων του μνημονίου ο απολογισμός είναι στασιμότητα, σπασμωδικότητα και αντιμεταρρύθμιση (βλέπε εκπαίδευση, υγεία, ΔΕΗ, Δημόσια Διοίκηση). Ως προς δε τη θεσμική κουλτούρα της χώρας, οπισθοδρόμηση. Με εξαιρέσεις βεβαίως όπως η επίλυση του «μακεδονικού» και διάφορα μέτρα εκσυγχρονισμού των κοινωνικών ηθών. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ μη έχοντας δικό του σχέδιο, αντιμετώπισε το μνημόνιο με την απέχθεια του πρώην αντιμνημονιακού. Εφάρμοζε και αποκήρυσσε. Αποκήρυσσε και εφάρμοζε. Τι άλλο θα ήταν μια κραυγαλέα κρίση ταυτότητας;

Το εντυπωσιακό πάντως με τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήταν η καθήλωσή της στο παρελθόν. Πορεύτηκε κοιτώντας πίσω. Όλες οι αναφορές, οι συμβολισμοί και τα «πρότυπα» που προσπάθησε να μιμηθεί ανήκαν στο παρελθόν. Και ήταν φυσικό γιατί αποτέλεσε την τελευταία εφεδρεία των μεταπολιτευτικών παθογενειών, των συμφερόντων και των νοοτροπιών που αντιστάθηκαν και αντιστέκονται στην προοπτική μιας εθνικής ανόρθωσης. Αποτέλεσε μια οριζόντια συμμαχία πασοκικής, νεοδημοκρατικής και αριστερής προέλευσης υπό την καθοδήγηση του ηγετικού κύκλου που σχηματίστηκε γύρω από τον Τσίπρα. Ο αριστερός ΣΥΡΙΖΑ ενσωμάτωσε τον παρακρατικό μηχανισμό της δεξιάς στη Δικαιοσύνη, συμμάχησε με τον ακροδεξιό Καμμένο, και προσεταιρίστηκε πελατειακά δίκτυα του χειρότερου ΠΑΣΟΚ. Μόνο από θαύμα το συνοθύλευμα αυτό θα παρήγαγε μια νέα ταυτότητα και μάλιστα αριστερή. Θαύματα όμως δεν γίνονται κάθε μέρα. Απόδειξη ότι η πολιτική κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να ριζώσει στις τοπικές κοινωνίες, στα συνδικάτα και στις μαζικές οργανώσεις. Έμεινε και μένει ως ευρεία εκλογική βάση επικοινωνιακά συγκροτούμενη «από τα πάνω». Ήταν θέμα χρόνου; Θα χρειαζόταν άλλη μια τετραετία για να γίνει παράταξη; Πιστεύω ότι το πρόβλημα θα είναι πιο σύνθετο.

 

Τι ευθύνη έχει η Αριστερά για αυτόν τον κυβερνητικό απολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ; Στο ερώτημα δόθηκαν δύο αντιδιαμετρικές απαντήσεις. Όχι – η Αριστερά δεν ευθύνεται γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι αριστερός. Ναι – αυτό ήταν το πραγματικό πρόσωπο της Αριστεράς και είναι καιρός να την απομυθοποιήσουμε αναδρομικά. Και οι δύο είναι κατά τη γνώμη μου άστοχες προσεγγίσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει μια εκδοχή αριστεράς, μάλλον πλησιέστερη στην νεοκομμουνιστική εκδοχή παρά στην ανανεωτική. Όπως συμβαίνει διεθνώς και κατά μείζονα λόγο στην Ελλάδα, η προγραμματική και ιδεολογική καθυστέρηση αυτού του χώρου ερμηνεύει κατά πολύ την αδυναμία του να κατανοήσει και να διαχειριστεί τη συνθετότητα μιας ανεπτυγμένης κοινωνίας και οικονομίας. Από την άλλη, είναι ανιστόρητη μια αναδρομική και συνοπτική αξιολόγηση της μεταπολιτευτικής Αριστεράς με γνώμονα τη διακυβέρνηση Τσίπρα. Όπως δεν μπορούμε να γράψουμε την ιστορία του ΠΑΣΟΚ με επίκεντρο τον Γ.Παπανδρέου ή της ΝΔ με τον Α.Σαμαρά. Άσε που στην Αριστερά οι διαδρομές ήταν δαιδαλώδεις και οι ασυνέχειες εντυπωσιακές.

Η πιο σημαδιακή ασυνέχεια ήταν πιστεύω η ίδια η «γενιά Τσίπρα». Εννοώ τις γενιές που εντάχθηκαν στην αριστερά μετά την πτώση του Κομμουνισμού, στο κλίμα των κινημάτων της «εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης». Γενιές που ωρίμασαν στις συνθήκες της ευημερίας και της δημοκρατικής ομαλότητας κατά την προχωρημένη Μεταπολίτευση. Γενιές που έμαθαν να επικοινωνούν στη γλώσσα του Ιντερνέτ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Σε αυτό το πλαίσιο κυριάρχησε η «καταγγελία» ως βασική μορφή πολιτικού λόγου. Όχι ότι η ιστορική Αριστερά υπήρξε φειδωλή στην «καταγγελία» του συστήματος ή των αντιπάλων της. Συνδυαζόταν όμως εξ αντικειμένου με μια προγραμματική βάση που είχε ως αναφορά είτε τον υπαρκτό κομμουνισμό είτε τον σοσιαλισμό. Στην μετακομμουνιστική Αριστερά η «καταγγελία» ουσιαστικά αυτονομήθηκε από το προγραμματικό της υπόβαθρο. Έτσι και η «ομάδα Τσίπρα», παρά τα αναμφισβήτητα ταλέντα της, παγιδεύτηκε τελικά στον ίδιο τον καταγγελτικό της λόγο. Μέσα από αυτόν διάβασε την ελληνική πραγματικότητα παραμορφώνοντάς την. Παρήγαγε μια φανταστική εικόνα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας και του «παλαιού πολιτικού συστήματος» ισοπεδώνοντας τα θετικά και οικειοποιούμενη τα αρνητικά. Ακόμα χειρότερα, πίστεψε ότι η «επικοινωνία» και ο έλεγχος των παλαιών και νέων μέσων ενημέρωσης μπορούν να χειραγωγήσουν «από τα πάνω» την κοινωνία και να «κατασκευάσουν» την πραγματικότητα. Έτσι το σύνθημα «ένας άλλος Κόσμος είναι δυνατός» από το Πόρτο Αλέγκρε κατέληξε στην εξωφρενική σκηνοθετημένη συνεδρίαση το βράδυ της πυρκαγιάς στο Μάτι που κατά τη γνώμη μου βαθμιαία και σιωπηλά στοίχισε την απομυθοποίηση του Τσίπρα. Γιατί ούτε ο Κόσμος αλλάζει έτσι, ούτε χειραγωγείται έτσι. Η Πολιτική είναι επικοινωνία, αλλά είναι και πρόγραμμα και ιδέες και ταυτότητα. Ευτυχώς.

Με αυτές τις πραγματικότητες θα έπρεπε να λογαριαστούν ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας ως αντιπολίτευση την επομένη των εκλογών. Με τις καθυστερήσεις της Αριστεράς και την ανάγκη να κατανοήσουν καλύτερα τη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Θα έχουν άλλωστε την άνεση του χρόνου αλλά και των ποσοστών. Πόσω μάλλον που δίπλα τους ένας άλλος χώρος, το Κίνημα Αλλαγής, θα μπει στις δικές του ζυμώσεις οι οποίες μετά την αποπομπή του Ευ.Βενιζέλου προβλέπονται έντονες. Και πώς να μην είναι; Ως τώρα το Κέντρο εξέφραζε τον πολυσυλλεκτισμό του με αμφίπλευρες διευρύνσεις. Από τη μια ο Γλέζος από την άλλη ο Γεώργιoς Μαύρος. Η αναζήτηση φυσιογνωμίας μέσω του αυτοακρωτηριασμού είναι καινούργια κατάσταση.