Πρωθυπουργοί και συνθήματα

Σίμος Ανδρονίδης 15 Απρ 2023

Ο πρόεδρος του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος-Κινήματος Αλλαγής Νίκος Ανδρουλάκης και το επικοινωνιακό επιτελεί που διεξαγάγει την προεκλογική καμπάνια του κόμματος, ‘απάντησαν’ στην κριτική που ασκείται στο κόμμα σχετικά με τη θέση του πρωθυπουργού.

 Ή ορθότερα, στο πιο πολιτικό πρόσωπο προτείνει το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής για την θέση του πρωθυπουργού, εφόσον έχει καταστήσει ως βασική ή αλλιώς, ως κεντρική προεκλογική θέση, το ‘ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας.’

 Η απάντηση όμως, δεν είναι η αναμενόμενη, αυτή που ίσως ανέμεναν αρκετοί (εδώ συμπεριλαμβάνουμε και μέλη του εν Ελλάδι Κεντροαριστερού φορέα), καθότι, αντί προσώπου με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, το κόμμα και κυρίως όλοι όσοι ασχολούνται με την προεκλογική του καμπάνια, έσπευσαν να δώσουν στη δημοσιότητα ένα βίντεο, το οποίο περιλαμβάνει πρόσωπα και κατηγορίες στις οποίες απευθύνεται το κόμμα εν όψει των βουλευτικών εκλογών της 21ης Μαϊου του 2023.[1]

Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως μέσω αυτού του βίντεο, η απάντηση στο ερώτημα περί του ποιον προτείνει το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη, δεν συγκεκριμενοποιείται, όπως θα ήσαν το δόκιμο και το ορθό πολιτικά σε αυτή την περίπτωση.

Αλλά, προσωποποιείται, στο εγκάρσιο σημείο όπου λαμβάνει χώρα η παράθεση μίας σειράς προσώπων με συγκεκριμένο προφίλ και χαρακτηριστικά, που δεν φαντάζουν ως ‘πρωθυπουργήσιμοι’ ή αλλιώς, ως υποψήφιοι πρωθυπουργοί,[2] αποτελώντας την «άμεση έκφραση της ιδεολογίας που συνήθως περιορίζεται στις πιο γενικές της γραμμές»,[3] όπως τονίζει ένας μελετητής των προεκλογικών συνθημάτων και της επίδρασης τους, όπως ο Denton.

Υπό αυτό το πρίσμα, το βίντεο και η αφήγηση που αυτό εμπεριέχει, περισσότερο λειτουργεί σαν ένα συμπίλημα ήδη διατυπωμένων θέσεων σε επίπεδο Κεντρικής Επιτροπής και Συνεδρίου, σαν μία προσπάθεια «δημιουργίας κοινωνικής ταυτότητας»[4] δια των συνθημάτων, σύμφωνα με τον Γιώργο Μαυρογένη.

Εκεί όπου ο υποψήφιος πρωθυπουργός που δεν προτείνει ευθέως, μέχρι τώρα το κόμμα, πρέπει να ‘υπηρετεί’ τα συγκεκριμένα πρόσωπα και να τα ‘κάνει να χαμογελάσουν.’ Εμβαθύνοντας περαιτέρω λοιπόν, εντοπίζουμε ένα κριτήριο που πρέπει να πληροί ένας υποψήφιος πρωθυπουργός. Κάτι που είναι θεμιτό.

Και αυτό είναι το να καταφέρει να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των ως άνω προσώπων, διασφαλίζοντας πως ειδικά για τους νέους[5] θα προκύψουν περισσότερες ευκαιρίες κοινωνικής ανόδου και φθηνής και ποιοτικής στέγασης. Και πάλι όμως δια της τεθλασμένης, ξεφεύγουμε από το προκείμενο, από το όνομα του κατάλληλου πρωθυπουργού (μήπως πρέπει να είναι και ο πρωθυπουργός νέος ηλικιακά; ), από την στιγμή μάλιστα όπου και τα ίδια τα πρόσωπα που συμμετέχουν στο βίντεο και συμβάλλουν στη διαμόρφωση και αναπαραγωγή συνθηματολογικού υλικού, θα επιθυμούσαν, κατά πάσα πιθανότητα να γνωρίζουν περισσότερα για το ποιον προτείνει για τη θέση το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.

Και από την στιγμή όπου δεν έχουμε κάτι τέτοιο, που συν τοις άλλοις θα ενίσχυσε το θεσμικό προφίλ και την θεσμική σοβαρότητα του κόμματος που σαφώς, υπάρχει, αναδεικνύεται στην επιφάνεια ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο σημασιοδοτείται το γλωσσικό πρόθεμα ‘Είναι’ από το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής και από τον επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα.

 Εάν στο βίντεο του ΠΑΣΟΚ, η γλωσσική χρήση του ‘είναι’ φανερώνει επιθυμητά πρόσωπα που χαμογελούν και εκλαμβάνονται με θετικό τρόπο ως το σύγχρονο ‘πρόσωπο της Ελλάδας που μπορεί και αξίζει περισσότερα’ (‘θα φροντίσει το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής για αυτό), στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα, η επένδυση πόρων στο ‘Είναι’ ‘φορτίζεται’ περισσότερο αρνητικά.

Καθώς αυτό, στη Συριζαϊκή-Τσιπρική ιδιόλεκτο (το ‘Είναι’ προτιμάται από αρκετούς πολιτικούς γιατί μπορεί και λειτουργεί κυριολεκτικά), εκφράζει και θέτει στο προσκήνιο όλες τις ‘πληγές’ που ‘επισώρευσε στο κοινωνικό σώμα’ η διακυβέρνηση Μητσοτάκη,’ με όλα τα ‘Είναι’ αθροιστικά να συγκεντρώνονται φτιάχνοντας όχι παραγράφους αλλά ολόκληρο αφήγημα και καταλήγοντας στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα.

 ‘Ποιος εγγυάται πως το Μητσοτακικό ‘είναι’ την επομένη των εκλογών θα καταστεί παρελθόν,  ένα μη-είναι; Μα ποιος άλλος; Ο Αλέξης Τσίπρας.’

 

[1] Εν όψει της εκ νέου εισαγωγής μίας δεύτερης νομοθετικής ρύθμισης που θα θέτει επιπλέον εμπόδια στην κάθοδο του πολιτικού σχηματισμού του Ηλία Κασιδιάρη στις βουλευτικές εκλογές (το μόνο που απομένει πλέον, είναι η απόφαση του αρμόδιου τμήματος του Αρείου Πάγου στις αρχές Μαϊου, σχετικά με το αν η όχι επιτραπεί η κάθοδος του κόμματος ‘Έλληνες’ του Ηλία Κασιδιάρη στις εκλογές), πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση, από πολιτικούς επιστήμονες, συνταγματολόγους και πολιτικούς, σε ένα λεπτό σημείο. Και ποιο είναι αυτό το σημείο; Είναι το γεγονός πως ο ίδιος ο Ηλίας Κασιδιάρης προσωπικά, έχει θέσει σε εφαρμογή, από την στιγμή όπου ψηφίστηκε η νομοθετική ρύθμιση με τις ψήφους των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, το ό,τι ο Cas Mudde, προσδιορίζει θεωρητικά ως «μηχανισμό στιγματισμού». Κάτι που σημαίνει πως μέσω αυτού του εθνικο-λαϊκιστικού «μηχανισμού» δεν παύει να στηλιτεύει, να καταγγέλλει και να απορρίπτει τις θεωρούμενες ως ‘μηχανορραφίες’, τις ‘δοσοληψίες’, τις ‘αντισυνταγματικές και έκνομες ενέργειες’ του ‘κομματικού-πολιτικού κατεστημένου’ να απαγορέψει με ‘δόλια και αθέμιτα μέσα’ την κάθοδο του ιδίου και του κόμματος του στις εκλογές, παρουσιάζοντας το κόμμα του ως ένα ιδιαίτερο «αντικόμμα», το οποίο, εν αντιθέσει με τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα (δεν καταγγέλλονται μόνο η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, αλλά όλο το κομματικό-πολιτικό σύστημα συλλήβδην), είναι το μόνο κόμμα που μιλάει για την ‘πραγματική δημοκρατία και την υπερασπίζεται.’ Όταν τα άλλα κόμματα ομνύουν σε μία ‘ψευδεπίγραφη δημοκρατία κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους.’ Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η έννοια της δημοκρατίας ανα-νοηματοδοτείται και λαμβάνει χαρακτηριστικά τέτοια που στοχεύουν   στη ‘δικαίωση’ των ισχυρισμών Κασιδιάρη, εκεί όπου ο ίδιος δεν προβάλλει εαυτόν ως ‘ήρωα’, αλλά, στοχεύει περισσότερο στην αναζήτηση συμμάχων εντός της δημοκρατίας και των θεσμών τους προκειμένου να ενισχύσει το βασικό του αφήγημα. Με τον πρώην ανώτατο δικαστικό (θα μπορούσε να αναλάβει έναν τέτοιο ρόλο ο ιδιοκτήτης της ΚΑΕ Παναθηναϊκός Δημήτρης Γιαννακόπουλος; Όχι, είναι η απάντηση μας) κατάφερε εν μέρει τον σκοπό του, επιταχύνοντας τους ρυθμούς λειτουργίας του «μηχανισμού στιγματισμού» που έχει συγκροτήσει, αποσκοπώντας πλέον στο εξής: Όσο περισσότερο στιγματίζει, τόσο περισσότερο να ‘αποστιγματοποιείται’ ο ίδιος και το κόμμα του, φθάνοντας έως τις εκλογές, ακόμη και αν τελικά δεν συμμετάσχει σε αυτές, ως διωκόμενος. Μία πρώτη και δη άμεση συνέπεια που είχε η ψήφιση της νομοθετικής ρύθμισης από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, ήσαν το ό,τι εμπόδισε το κόμμα του να διαμορφώσει τοπικούς πυρήνες και δίκτυα λειτουργίας και να βρει στελέχη, προσελκύοντας και μέλη άλλων πολιτικών κομμάτων. Βλέπε σχετικά, Mudde, Cas., ‘The paradox of Anti-Party Party,’ Party Politics, Τόμος 2, 2, 1996, σελ. 265-276.  

[2] Ακόμη και εν στενή εννοία να προσεγγίσουμε το θέμα, θα αναρωτηθούμε για τα εξής: Είναι, γενικά και αόριστα, κάποιος νέος υποψήφιος πρωθυπουργός; Κάποιος αγρότης και κάποιος συνταξιούχος; Τα άτομα αυτά είναι κατάλληλα για πολιτική διαφήμιση, όχι όμως και για την ανάληψη πρωθυπουργικών καθηκόντων, από την στιγμή όπου, πρώτα και κύρια, δεν την διεκδικούν και δεν θέλουν να εμφανισθούν ως υποψήφιοι πρωθυπουργοί. Αντί λοιπόν στοχευμένης απόκρισης που θα απαντά στο πλήθος των ερωτημάτων που έχουν προκύψει, προτιμάται η τακτική όχι του ‘αποφεύγω να απαντήσω’, αλλά, του ‘απαντώ με τρόπο που θα δημιουργήσει εντυπώσεις και ξάφνιασμα’ και θα οδηγήσει σε αναπροσαρμογή της προεκλογικής στρατηγικών της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ ως προς αυτό το θέμα.  Όμως, το βίντεο δημιουργεί, τουλάχιστον προς ώρας, περισσότερες απορίες από αυτές που ίσχυαν πριν από την κυκλοφορία του, διευκολύνοντας τη στρατηγική των δύο άλλων κομμάτων,  κάτι που υπό προϋποθέσεις μπορεί να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για να προκληθεί πολιτική και ψυχο-συναισθηματική σύγχυση μεταξύ των εκλογέων του κόμματος (αυτών που σίγουρα θα το υποστηρίξουν εκλογικά), και των εκλογέων, που έχουν ένα Κεντρογενές προφίλ κινούμενοι μεταξύ μεταρρυθμισμού και φιλο-ευρωπαϊσμού, και που παρατηρούν πάντα με ενδιαφέρον τις θέσεις και τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, επιζητώντας πρώτα και κύρια, καθαρότητα, σαφήνεια και αξιοπιστία λόγων και έργων. Και όσον αφορά την προσέγγιση έστω και ενός τμήματος από τη δεύτερη κατηγορία, η πρόκληση σύγχυσης (‘τι έκαναν πάλι;’ ) δεν είναι και ο καλύτερος τρόπος που μπορεί να υπάρξει.

[3] Bλέπε σχετικά, Denton, R.E., ‘The rhetorical functions of slogans: Classifications and Characteristics,’ Communication Quarterly, Τεύχος 28, 1980, σελ. 12. Η παραδοσιακή, Σοσιαλδημοκρατική στροφή που επιχειρεί το κόμμα υπό την ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη, αποτυπώνεται στην αναφορά στο πρόσωπο του υγειονομικού (δεν έχουμε εδώ κάποιον διαχωρισμό, καθότι όλοι ‘χρειάζονται το ίδιο’), που είναι περήφανο για το Εθνικό Σύστημα Υγείας, άλλη μία ‘Πασοκική κατάκτηση’ ή αλλιώς, άλλο ένα ‘Πασοκικό κεκτημένο’ που πρέπει να υπερ-τονισθεί και να υπερ-προβληθεί εν καιρώ προεκλογικής περιόδου. Για την ακρίβεια, η Σοσιαλδημοκρατικό στροφή που περιέχει ευδιάκριτες κοινωνικές αναφορές συνδέεται με την εν ευρεία εννοία ιδεολογία του ‘Πασοκισμού,’ εντός της οποίας, όσο προχωράμε και πλησιάζουμε κοντά στην ημερομηνία των εκλογών, θα ενσωματώνονται επιτεύγματα και κυβερνητικά κατορθώματα, τέτοια που οι ‘άλλοι ούτε έχουν και ούτε μπορούν να φανταστούν.’ Και η προσπάθεια αυτή έχει διπλό στόχο: Πρώτον, να καταφέρει το κόμμα να επανεφεύρει τον κυβερνητικό του εαυτό, αυτόν που το κατέστησε τοις πάσι γνωστό εντός και εκτός Ελλάδος, και δεύτερον, να αποσείσει εκ των προτέρων τις όποιες κατηγορίες του ασκηθούν για την εκδήλωση της κρίσης και για τις συνέπειες της.

[4] Βλέπε σχετικά, Μαυρογένης, Γιώργος., ‘Τα προεκλογικά συνθήματα στην περίοδο της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας (1974-2004),’ Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, Τεύχος 30, 2007, σελ. 76, Διαθέσιμο στο: Προβολή του Τα προεκλογικά συνθήματα στην περίοδο της Γ' Ελληνικής Δημοκρατίας (1974-2004) (ekt.gr) Στο αφήγημα του ΠΑΣΟΚ, αυτοί είναι οι νέοι μη-προνομιούχοι;

[5] Σε αυτή την προεκλογική περίοδο, ο «εκθειασμός της νεότητας», όπως τον ονομάζει ο Αμερικανός Στάνλεϊ Πέϊν, θα υπάρξει και μάλιστα σε πολλές και διαφορετικές παραλλαγές, με αποτέλεσμα αυτή η προεκλογική εκστρατεία να μπορεί να χαρακτηριστεί ως η ‘προεκλογική εκστρατεία των νέων.’ Βλέπε σχετικά, Πέϊν, Στάνλεϊ., ‘Μια Ιστορία του Φασισμού. 1914-1945,’ Μετάφραση: Γεώρμας Κώστας, Προλογικό Σημείωμα: Ροζάνης Στέφανος, Εκδόσεις Φιλίστωρ, Αθήνα, 2000, σελ. 27.