Είναι συχνό το φαινόμενο της διατύπωσης προτάσεων, συνήθως ατεκμηρίωτων, για την έξοδο της χώρας από την μεγαλύτερη κρίση που γνώρισε μετά τον πόλεμο. Πρώτον, να αυξήσουμε την παραγωγική μας βάση, ώστε να αυξηθούν οι εξαγωγές και να μειωθούν οι εισαγωγές. Δεύτερο, να διοχετεύσουμε χρήμα στην αγορά, να δανείσουμε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις με κεφάλαια κίνησης και επιβίωσης και, συγχρόνως, να αυξήσουμε την κατανάλωση, ώστε να διατηρηθεί ή και να αυξηθεί ο ήδη μεγάλος αριθμός των επιχειρήσεων οι οποίες ασχολούνται με την μεταπώληση καταναλωτικών αγαθών. Με αυτόν τον τρόπο θα αρχίσει η μείωση της ανεργίας και θα αυξηθεί το ΑΕΠ.
.
Τουλάχιστον για το πρώτο δεν έχω διαβάσει στην καθημερινή αρθρογραφία προτάσεις για τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα επιτευχθεί, ενώ οι ιθύνοντες συνεχίζουν να συντηρούν τις αποτυχημένες μας επιλογές στην εκπαίδευση. Όσο για το δεύτερο, διατηρώ τις αμφιβολίες μου, βασιζόμενος πρωτίστως στη φύση και στο παραγόμενο προϊόν του μεγαλύτερου ποσοστού των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
.
Την ίδια στιγμή, οι πολιτικοί (και οι πολίτες) που ευθύνονται για την σημερινή κρίση, διστάζουν να δεχθούν ή αποκηρύσσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για συρρίκνωση του Κράτους. Προσπαθούν να διατηρήσουν άχρηστους και υπεράριθμους υπαλλήλους, μετατάσσοντας και όχι απολύοντας, αναιρώντας την υποχρέωσή μας να μειώσουμε τις κρατικές δαπάνες.
.
Η επιτυχία του πρώτου εγχειρήματος είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις προτεραιότητες που η κοινωνία μας δίνει στην εκπαίδευση. Έχουμε αναλύσει κατ’ επανάληψη (δείτε άρθρα του υπογράφοντος στο www.protagon.gr και στο www.todiktio.eu/index.php/topics/youth-education-employment) τον στρεβλό τρόπο ανάπτυξης του εκπαιδευτικού μας συστήματος με το υπερβολικό πλήθος ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (Πανεπιστήμια και ΤΕΙ), τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό εισακτέων κατ’ έτος σε αυτά, χωρίς προγραμματισμό αναγκών της χώρας, την έμφαση που δίδεται στη γενική εκπαίδευση (πρώτοι στον ΟΟΣΑ) και την υποτίμηση της τεχνικής εκπαίδευσης (προτελευταίοι στον ΟΟΣΑ).
.
Είναι σαφές και αυταπόδεικτο ότι δεν μπορεί το ποσοστό των Ελλήνων που έχουν τις ικανότητες να ολοκληρώσουν (σε λογικό χρονικό διάστημα φυσικά και όχι σε χρόνο διπλάσιο του κανονικού) σπουδές μηχανικού, νομικού, ιατρού, μαθηματικού, φυσικού, βιολόγου και χημικού να είναι διπλάσιο ή τριπλάσιο του αντίστοιχου των Γερμανών, των Γάλλων ή των Ιταλών. Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί το Κράτος να δαπανά τεράστια ποσά εκπαιδεύοντας νέους στις ανωτέρω αναφερθείσες ειδικότητες, τους οποίους δεν χρειάζεται και οι οποίοι μοιραία θα μεταναστεύσουν ή θα μείνουν άνεργοι, αφού δεν μπορούν να μετατραπούν σε εξειδικευμένους τεχνίτες και εργάτες, μετά από μία μακρά περίοδο ανώτατων σπουδών.
.
Έτσι, η στρέβλωση αυτή αποστερεί σημαντικές δυνάμεις από την εκπαίδευση τεχνιτών και ειδικευμένων εργατών σε σημαντικά και απαραίτητα επαγγέλματα για τη λειτουργία μιας κοινωνίας. Η προγραμματισθείσα από την τότε υπουργό παιδείας Α. Διαμαντοπούλου, προσπάθεια σταδιακής, αλλά γενναίας, μείωσης των εισακτέων στα ΑΕΙ και προώθησης μεγάλου αριθμού νέων στην Τεχνική Εκπαίδευση από τον Οκτώβριο 2009 έως τον Φεβρουάριο 2012 προσέκρουσε στην αδυναμία και απροθυμία των επομένων ηγεσιών (Γ. Μπαμπινιώτης, Κ. Αρβανιτόπουλος) να θέσουν τον δάκτυλο επί των τύπων των ήλων και να ανταποκριθούν στις άμεσες και αναγκαίες αλλαγές. Απόδειξη η, εκ μέρους τους, αποτυχία και απροθυμία να εφαρμόσουν το νόμο 4009/2011 για ουσιαστική και απαραίτητη μείωση τμημάτων και ιδρυμάτων της ανώτατης εκπαίδευσης και κατάργηση άχρηστων και άνευ γνωστικού αντικειμένου με σχεδόν μηδενική ζήτηση σχολών.
.
Αξίζει επισήμανσης η προσπάθεια μείωσης του αριθμού των εκπαιδευτικών τον Οκτώβριο 2009, με στόχο να έχουν όλοι διδακτικό φόρτο 21 ωρών εβδομαδιαίως, τη στιγμή μάλιστα που περίπου 18.000 δάσκαλοι και καθηγητές της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης απουσίαζαν μονίμως από τα σχολεία τους, ενώ μερικές χιλιάδες είχαν ελάχιστο διδακτικό φόρτο.
.
Αν θέλαμε να στοχεύσουμε στην άνοδο των παραγωγικών μονάδων με καινοτόμα, τεχνολογικά και ποιοτικά προϊόντα, που θα έχουν ζήτηση στο εξωτερικό και θα υποκαταστήσουν ένα μέρος των εισαγομένων και θα φέρουν πλούτο στη χώρα, θα έπρεπε ήδη να είχαμε ενεργήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Η αρχή έγινε το 2009, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια. Το δε αποτέλεσμα θα ήταν ορατό μετά από μία δεκαετία. Τώρα όμως; Μήπως χάνουμε το τραίνο αφ’ ενός μεν με την ατολμία της Κυβέρνησης αφ’ ετέρου δε με την ανασταλτική, λαϊκίστικη και κατ’ ουσίαν συντηρητική πολιτική της αξιωματικής, αλλά και της ήσσονος, αντιπολίτευσης για επαναφορά (φυσικά με νέα δανεικά) στα προ του 2010 επίπεδα μισθών, συντάξεων και απασχολουμένων στο Δημόσιο;
.
Όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος, τα στοιχεία που είναι στη διάθεση του κάθε ενδιαφερόμενου είναι συντριπτικά. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην πλειονότητα έχουν μεταπρατικό χαρακτήρα και, κατά συνέπεια, είναι χωρίς προστιθέμενη αξία, ενώ απασχολούν ένα μεγάλο μέρος του εργατικού, υπαλληλικού, τεχνικού και επιστημονικού προσωπικού. Το ποσοστό των παραγωγικών μονάδων, τα προϊόντα των οποίων μπορούν να εισαγάγουν πλούτο στη χώρα είναι μικρό. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε και την υπερβολικά υψηλή απασχόληση (και προώθηση οικονομικών πόρων) στις οικοδομικές δραστηριότητες, οι οποίες κατά κανόνα δεν λύνουν το πρόβλημα της αύξησης του εξαγωγικού προϊόντος.
.
Είναι γνωστό ότι οι Έλληνες κατέχουν την πρώτη θέση παγκοσμίως σε κατοχή ακίνητης περιουσίας. Αυτό μεταφράζεται σε διάθεση τεράστιων πόρων, οι οποίοι δεν αποδίδουν πλούτο στη χώρα, αλλά αντιθέτως έχουν δεσμεύσει και αδρανοποιήσει τεράστιες επενδύσεις, που προέρχονται τόσο από την προσωπική αποταμίευση όσο και από το δανεισμό των τραπεζών. Άρα, το εργατικό, υπαλληλικό, τεχνικό και επιστημονικό προσωπικό, που απασχολείται ή απασχολήθηκε στις επιχειρήσεις αυτές, δεν προσφέρουν και ποτέ δεν προσέφεραν στη μείωση του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών, δηλαδή στην αύξηση των εξαγωγών και στη μείωση των εισαγωγών. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να μειωθούν κατά πολύ οι μεταπρατικές επιχειρήσεις και να αυξηθούν κατά πολύ οι παραγωγικές και μεταποιητικές μονάδες, που θα δώσουν ώθηση στις εξαγωγές και στην υποκατάσταση εισαγομένων προϊόντων. Αυτό όμως προϋποθέτει αλλαγή πορείας στην εκπαίδευση με μεγάλο φυσικά πολιτικό κόστος.
.
Όσοι προσπάθησαν ουσιαστικές και απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για την επιβίωση της χώρας μας πληρώθηκαν με το νόμισμα της απόρριψης. Τρανά παραδείγματα οι Κ. Μητσοτάκης, Α. Γιαννίτσης, Α. Παπαδόπουλος, Κ. Σημίτης, Μ. Γιαννάκου, Α. Διαμαντοπούλου και άλλοι, οι οποίοι ακριβώς επειδή τόλμησαν να θίξουν συμφέροντα συντεχνιών απερρίφθησαν και έμειναν εκτός πολιτικής (εύχομαι προσωρινά για τους πλείστους εξ αυτών). Το σύστημα των κρατικοδίαιτων (δήθεν) επιχειρηματιών και πολίτες, οι οποίοι έχουν εθιστεί στον λαϊκισμό και την παροχολογία, δεν ανέχονται αυτής της ποιότητας πολιτικούς.
.
Απλές σκέψεις, που χρειάζεται τόλμη για να διατυπωθούν δημοσίως και να τύχουν λύσεων. Αυτό, όμως, δεν είναι αποκλειστική ευθύνη των κομμάτων που απαρτίζουν την Κυβέρνηση. Αυτά έχουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης, αφού αυτά κυβέρνησαν τη χώρα από το 1974 έως σήμερα, συμμετέχοντας στη δημιουργία του προβλήματος, ενώ παράλληλα έχουν εξουσιοδοτηθεί από την κοινωνία να σχεδιάσουν, να πάρουν τολμηρές αποφάσεις και να ενεργήσουν. Είναι ευθύνη και των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, αλλά και των ίδιων των πολιτών. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι εκτός από την συλλογική ευθύνη υπάρχει και η ατομική, δηλαδή του καθενός εξ ημών.
.
Να γιατί είναι ανάγκη των καιρών η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού κεντροαριστερού κόμματος, που θα σπάσει τα ταμπού της Μεταπολίτευσης, θα επισημάνει ευθέως τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις και θα προτείνει τεκμηριωμένες λύσεις, αγνοώντας το πολιτικό κόστος και τις πελατειακές σχέσεις που βαραίνουν όλα τα κόμματα, μηδέ της Αριστεράς εξαιρουμένης. Μόνο που αυτό το κόμμα θα πρέπει να κάνει την υπέρβαση και να βασίσει τις αρχές του στην αριστοτέλειο ρήση: «οι εμφύλιες διαμάχες και οι πολιτικές έριδες προκαλούνται όταν ή ίσοι άνθρωποι νέμονται άνισα αγαθά (εφαρμοσμένος Καπιταλισμός) ή άνισοι ίσα (εφαρμοσμένος Κομμουνισμός)» (όταν ή μη ίσα ίσοι ή μη ίσοι ίσα έχωσι και νέμωνται).
.
Υπ’ όψιν δε ότι παρθενογενέσεις συμβαίνουν μόνο στα εκκλησιαστικά κείμενα και στους μύθους. Η άμεση επαναφορά στην ενεργό δράση ανθρώπων του βεληνεκούς των προαναφερθέντων είναι επιτακτική.