Πρώτα οι ένστολοι

Αγγελική Σπανού 25 Φεβ 2014

Η κυβέρνηση μοιράζει το πρωτογενές πλεόνασμα και έχει επιλέξει ως πρώτους δικαιούχους τους αστυνομικούς/στρατιωτικούς/λιμενικούς. Αυτό θα συνέβαινε -γιατί είχε ήδη εξαγγελθεί- ακόμη και αν δεν είχε προηγηθεί η απόφαση του ΣτΕ που έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές στη συγκεκριμένη κατηγορία δημοσίων υπαλλήλων με το σκεπτικό ότι αποτελούν τον “σκληρό πυρήνα του κράτους”. Γιατί προηγούνται οι ένστολοι; Μια προφανής απάντηση είναι ότι η Νέα Δημοκρατία έχει παραδοσιακά εκλογικά ερείσματα σε αυτούς τους επαγγελματικούς χώρους τα οποία σε μεγάλο βαθμό έχασε λόγω μνημονίων και τώρα φιλοδοξεί να επαναφέρει τους ψηφοφόρους που πήγαν λίγο δεξιότερα δίνοντας τους πίσω κάποια λεφτά. Άλλη ερμηνεία είναι ότι και αξιακά, η Νέα Δημοκρατία το εννοεί, θεωρεί ότι πράγματι πρέπει να έχουν ειδική μεταχείριση οι ένστολοι γιατί επιτελούν σημαντικότερο έργο από όσο, ας πούμε, οι νοσοκομειακοί γιατροί που σώζουν ζωές ή οι δάσκαλοι/καθηγητές που διαμορφώνουν συνειδήσεις και τους πολίτες του μέλλοντος.

Η δεύτερη ομάδα που θα ευνοηθεί από τη διανομή του πρωτογενούς πλεονάσματος είναι οι λεγόμενοι χαμηλοσυνταξιούχοι, όσοι δηλαδή παίρνουν κάτω από 1.000 ευρώ το μήνα, με βάση όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι στιγμής από την κυβέρνηση. Αυτό θα συμβεί ανεξάρτητα από την ηλικία τους και τη συνολική περιουσιακή τους κατάσταση, ανεξάρτητα δηλαδή από το αν βρίσκονται ή όχι σε οικονομική δυσπραγία, θα γίνει οριζόντια, όπως οριζόντια άλλωστε έγιναν και οι περικοπές, όπως όλα γίνονται οριζόντια, γιατί είναι και πιο εύκολο και στα μέτρα του συστήματος εξουσίας.

Είναι εντυπωσιακό ότι ο κύκλος της παροχολογίας που άνοιξε δεν έχει προκαλέσει αντι-δράσεις, παρά μόνο με όρους ακόμη μεγαλύτερου πελατειασμού/λαϊκισμού. Δηλαδή, το ΠΑΣΟΚ ζητά να μοιραστεί το πλεόνασμα από τους δημάρχους και τους περιφερειάρχες (γιατί έχουμε και αυτοδιοικητικές εκλογές και γιατί η Τ.Α αποτελεί προνομιακό χώρο για το ΠΑΣΟΚ), ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να μοιραστούν ακόμη περισσότερα σε ακόμη περισσότερους.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι υπάρχει ένα μεγάλο επίτευγμα, το πρωτογενές πλεόνασμα, που πρέπει να αξιοποιηθεί προς όφελος της κοινωνίας -σωστά, αλλά ποιας κοινωνίας; Γνωρίζουμε ότι έχουμε περίπου 1,4 εκατομμύριο ανέργους, οι περισσότεροι από τους ο-ποίους δεν παίρνουν καν επίδομα ανεργίας. Γνωρίζουμε ότι έχουμε τουλάχιστον 500.000 απλήρωτους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, ενώ δεν γνωρίζουμε ακριβώς πόσοι είναι οι συμπολίτες μας που ζουν στο όριο της φτώχειας ή και κάτω από αυτό, αλλά έχει επισήμως ανακοινωθεί ότι η χώρα μας έχει τη μεγαλύτερη φτώχεια στην Ευρώπη. Οπωσδήποτε δεν συγκαταλέγονται ανάμεσα στους φτωχούς οι ένστολοι ή οι συνταξιούχοι των 900 ευρώ, εκτός αν πρόκειται για ειδικές περιπτώσεις, που συντηρούν πολλά άπορα μέλη της οικογένειάς τους ή είναι υπερχρεωμένοι. Γενικά, δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι δεν είναι μεταξύ αυτών που στέκονται στις ουρές για το συσσίτιο. Παρόλα αυτά η κυβέρνηση θεωρεί ότι η πρώτη μοιρασιά δεν πρέπει να αφορά αυτούς που βρίσκονται στη δυσκολότερη κατάσταση όλων, ενώ και κανένα άλλο κόμμα δεν έχει κάνει κάποια συγκεκριμένη και ορθολογική πρόταση για το πώς θα εντοπιστούν με αξιόπιστο τρόπο όσοι έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη προκειμένου να υποστηριχθούν, είτε έχουν καταφύγει στις υπάρχουσες κοινωνικές δομές ζητώντας βοήθεια είτε όχι.

Υπάρχει και κάτι άλλο πολύ ενδιαφέρον σε σχέση με το πρωτογενές πλεόνασμα και τη μοιρασιά του. Ακόμη και αν δεχτούμε ότι δεν αποτελεί προϊόν δημιουργικής λογιστικής, αλλά πραγματικό, οπωσδήποτε δεν ξέρουμε αν είναι βιώσιμο, αν δηλαδή θα έχει διάρκεια. Αντίθετα, ξέρουμε ότι υπάρχουν κάποιες πολύ ανησυχητικές ενδείξεις για την ελληνική οικονομία, όπως ότι μειώθηκαν οι καταθέσεις τον Ιανουάριο, έφτασε τα δύο εκατομμύρια ο αριθμός των κόκκινων δανείων φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, θα χρειαστούν αρκετά δισ ακόμη για την ανακεφαλαιοποίησή τους οι τράπεζες, διογκώνεται το κύμα αποβιομηχάνισης και αποεπένδυσης. Και αυτά ενώ ξεπερνούν τα 2 εκατομμύρια όσοι έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία και το 1 εκ οι απλήρωτοι λογαριασμοί στη ΔΕΗ. Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς εφόσον δεν σκέφτεται με τα κριτήρια που προτάσσονται όταν κυριαρχεί το άγχος της κάλπης, ότι αυτή η κατάκτηση του πρωτογενούς πλεονάσματος θα πήγαινε για την ενίσχυση του πετσοκομμένου προγράμματος δημοσίων επενδύσεων που αποτελεί και το μοναδικό μοχλό ανάπτυξης/ενίσχυσης της απασχόλησης πέραν των κονδυλίων του ΕΣΠΑ. Και θα ήταν λογικό να ασκηθεί μια τέτοιου είδους κριτική στην κυβέρνηση από τα κόμματα της αντιπολίτευσης και όχι, όπως άλλοτε, ότι μοιράζουν ψίχουλα, αντί να φανούν πραγματικά γενναιόδωροι με τα λεφτά που δεν υπάρχουν. Και δεν υπάρχουν γιατί η βόμβα του ασφαλιστικού είναι έτοιμη να εκραγεί, το χρέος είναι ασήκωτο, οι διαρθρωτικές αδυναμίες/στρεβλώσεις δεν έχουν διορθωθεί, το κράτος δεν έχει γίνει παραγωγικό, η πιστωτική ασφυξία δεν έχει θεραπευτεί, τα μονοπώλια, τα καρτέλ, οι κλειστές δομές της οικονομίας παραμένουν ως είχαν και η παραγωγική βάση μικραίνει αντί να μεγαλώνει, χωρίς μάλιστα να αλλάζει δημιουργικά.

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο λογιστικό, πόσο θα πληρώσουμε αργότερα το πλεόνασμα που θα μοιραστεί τώρα, είναι βαθιά πολιτικό, τι πιθανότητες έχουμε να σωθούμε όταν τίποτα δεν έχει αλλάξει πέρα από την πτώση του βιοτικού επιπέδου και την περιθωριοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Αν μετά από όλα αυτά που έχουν συμβεί στη χώρα πηγαίνουμε σε εκλογές όπως πηγαίναμε κάθε φορά μέχρι τώρα, με υποσχεσιολογία, ανεδαφικές δεσμεύσεις, παροχές από τους κυβερνώντες, πλειοδοσία από την αντιπολίτευση και αφόρητο λαϊκισμό, όταν οι πολίτες αντιμετωπίζονται ακόμη ως πελάτες που μπορεί να ψηφίσουν το κόμμα που θα τους κλείσει πονηρά το μάτι ότι έλα σε εμάς και έχεις λαμβάνειν, τότε πώς το τέλος των μνημονίων και της Τρόικας που διαφημίζεται δεν θα είναι ένα κακό τέλος για τη χώρα.

Ηδη, υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι οι εταίροι/πιστωτές, ενώ στηρίζουν ανοιχτά την κυβέρνηση, παρακολουθούν εμβρόντητοι τη στροφή της σε… επεκτατικές πολιτικές πάνω σε μια εξαιρετικά εύθραυστη οικονομία και με ένα πρόγραμμα προσαρμογής που έχει εκτροχιαστεί.

Το χειρότερο είναι ότι βρίσκουν ακόμη έδαφος αυτές οι πρακτικές του επίμονου παλαιοκομματισμού, ότι υπάρχει κοινό για προεκλογικά ψέματα και πολιτικές απάτες, πόσο μάλλον για υπονόμευση του μέλλοντος στο όνομα μιας πρόσκαιρης ανάσας, δηλαδή για ακόμη περισσότερη επιθετικότητα απέναντι στη νέα γενιά προς όφελος των γονιών της.

Πέρα από τη δημοσιονομική ισορροπία/ανισορροπία υπάρχει ένα στοιχείο που δεν κοστολογείται αλλά έχει τεράστια σημασία για την ανάκαμψη και την οικονομική προοπτική: Ο αυτοσεβασμός μιας κοινωνίας, που, όταν χάνεται, μετά δεν βρίσκεται ακόμη και αν βρεθούν τα λεφτά για μονιμοποίηση της έκτακτης ενίσχυσης ενστόλων και χαμηλοσυνταξιούχων.