Πρώτα η σταθερότητα

Γιώργος Σιακαντάρης 26 Σεπ 2014

Στην ομιλία του για τα 40 χρόνια ΠΑΣΟΚ, ο Κώστας Σημίτης ήταν κατά της πολιτικής ατζέντας που περιλαμβάνει τις δόσεις του ΕΝΦΙΑ, τον τρόπο εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων τραπεζικών δανείων, την επανεξέταση των φορολογικών προστίμων και την έκπτωση από τις ιατρικές δαπάνες.

Στην υπόλοιπη Ευρώπη, προφανώς, η πολιτική ατζέντα είναι πολύ διαφορετική. Το ερώτημα εκεί δεν είναι ανάπτυξη ή λιτότητα. Είναι: πώς θα επιτευχθεί η ανάπτυξη. Η παλαιότερη αντίληψη τη θεωρούσε αποτέλεσμα πολιτικών αύξησης της ανταγωνιστικότητας, μέσω μείωσης φορολογίας των μεγάλων εισοδημάτων, μείωσης μισθών, απαξίωσης των συνδικάτων και των συλλογικών συμβάσεων, άρνησης αμοιβαιοποίησης των χρεών και σύνδεσης του αντιπληθωρισμού με την απασχόληση – όλα αυτά που οδηγούν στη γλύκα των γρήγορων και εύκολων αποδόσεων του χρηματιστηριακού κεφαλαίου, αλλά όχι στην ανάπτυξη.

Κατά μια άλλη αντίληψη των πραγμάτων, όμως, η ανάπτυξη ξεκινά με τη στήριξη του κράτους πρόνοιας. Αυτό σημαίνει σύνδεση της αντιπληθωριστικής πολιτικής με την απασχόληση, δημιουργία θέσεων εργασίας μέσω δημόσιων επενδύσεων, λογικές αυξήσεις μισθών, μεγαλύτερη φορολόγηση των υψηλότερων εισοδημάτων, αμοιβαιοποίηση των χρεών στηριγμένη σε πολιτικές αυστηρού ελέγχου μιας λελογισμένης δημοσιονομικής πειθαρχίας. Εθνικός νεοφιλελευθερισμός έναντι ευρωπαϊκού κεϊνσιανισμού.

Στην Ελλάδα, όσο ακόμη βρισκόμαστε σε μηχανισμό στήριξης, δεν είμαστε σε θέση να θέσουμε αυτόνομα αυτό το δίλημμα. Το πολιτικό εκκρεμές κινείται μεταξύ της βούλησης της πλειοψηφίας των Ελλήνων, η οποία, ενώ επιθυμεί την παραμονή της χώρας στο ευρώ, δεν αντέχει τη συνέχιση της σημερινής κυβερνητικής πολιτικής. Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ ικανοποιεί το δεύτερο σκέλος αυτής της βούλησης, αλλά δεν εγγυάται το πρώτο.

Βεβαίως, η δαιμονοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν διευκολύνει τη δημιουργία ενός ισχυρού κεντροαριστερού συνασπισμού εξουσίας, που δεν θα θεωρεί το Μνημόνιο ως πολιτικό σχέδιό του ενώ θα μπορούσε στρατηγικά να συμμαχήσει με μια ορθολογική Αριστερά – κάτι που είναι σύνηθες στην Ευρώπη. Αλλά άλλο να μη δαιμονοποιούμε τον ΣΥΡΙΖΑ, άλλο να θέλουμε τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης της Κεντροαριστεράς με την Αριστερά και άλλο να μη βλέπουμε πως ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι έτοιμος να αναλάβει σοβαρά τη διαχείριση της κρίσης. Η εμμονή του σε μονομερείς πολιτικές διαχείρισης του χρέους μπορεί να μετατρέψει τη δική του παταγώδη αποτυχία σε απαξίωση κάθε μελλοντικής κεντροαριστερής και αριστερής διακυβέρνησης.

Αν θέλουμε η σημερινή ατζέντα του εθνικού νεοφιλελευθερισμού να γίνει σοσιαλδημοκρατική, πρέπει πρώτα να μη διακινδυνεύσουμε την παραμονή της χώρας στο ευρώ. Αυτό σημαίνει αποφυγή πρόωρων εκλογών, λόγω μη εκλογής Προέδρου. Η εκλογή Προέδρου είναι αναγκαία για να δοθεί χρόνος στη χώρα να διαπραγματευτεί το χρέος, στην Κεντροαριστερά για να συγκροτηθεί και στον ΣΥΡΙΖΑ για να αποκτήσει πραγματική αριστερή φυσιογνωμία.

Αντί προκήρυξης εκλογών, οι αρχηγοί των κομμάτων οφείλουν να συζητήσουν καθαρά και ανοικτά, σε μια κοινή σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, τι πρέπει να προτείνει η χώρα μας για την αναδιάρθρωση του χρέους. Θα ήταν πολύ θετικό μια τέτοια πρόταση να την είχαν ήδη κάνει τα δύο κόμματα της ελληνικής «Κεντροαριστεράς».

Και τώρα το κρίσιμο ερώτημα: τι Πρόεδρο χρειαζόμαστε ακριβώς; Αν είναι σωστή η ανάλυση που θεωρεί ότι στο άμεσο μέλλον αλλάζει η πολιτική ατζέντα στην Ευρώπη, τότε η Ελλάδα χρειάζεται Πρόεδρο που θα μπορεί να εκπροσωπεί τα στοιχεία του ευρωπαϊκού κεϊνσιανισμού.

Ονόματα υπάρχουν, αλλά νομίζω ότι δεν είναι αυτό το μείζον. Το μείζον είναι η εκλογή Προέδρου να αποτελέσει την αφετηρία για αλλαγή της πολιτικής ατζέντας. Διαφορετικά θα συνεχίσουν να τη θέτουν λογιστές, εφοριακοί, συμβολαιογράφοι, αρχαιολόγοι και μετεωρολόγοι της πρωινής τηλεοπτικής ζώνης και να την εφαρμόζουν οι πολιτικοί. Αν αυτό συνεχιστεί, τότε θα αναγκαστούμε να αναφωνήσουμε σαν τον κύριο Τραγάκη: ωχ, Παναγία μου!