Το άρθρο της Βάσως Κιντή «Άρχισαν οι στυγνοί εκβιασμοί» (07/05/2014) οδήγησε στην ανάπτυξη πλούσιου διαλόγου (27 σχόλια) στη «Μεταρρύθμιση». Αφορμή η προειδοποίηση του Ε. Βενιζέλου ότι κινδυνεύει η κυβερνητική σταθερότητα αν δεν υπερψηφιστεί επαρκώς η Ελιά.
Οι κυβερνώντες θα όφειλαν να κάνουν αυτό που θεωρούν σωστό, εφαρμόζοντας το πρόγραμμα για το οποίο εξελέγησαν, ανεξάρτητα από περιστασιακές αντιδράσεις. Αιτιάσεις περί δυσαρμονίας ανάμεσα στο λαϊκό αίσθημα και στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία, σαν η διακυβέρνηση να πρέπει να ακολουθεί κατά πόδας τις δημοσκοπήσεις και η στιγμιαία λαϊκή βούληση να μετασχηματίζεται σε πολιτική απόφαση, δεν είναι απλώς δημαγωγικές, αλλά εγκυμονούν και κινδύνους ολοκληρωτισμού. Ο λαός δεν είναι θεσμός. Μια λαϊκή αποδοκιμασία στις ευρωεκλογές δεν σημαίνει ότι «η κυβέρνηση παραιτείται, άντε να περάσουν οι επόμενοι». Εάν κάποτε θεσπιστεί η ανακλητότητα των εκλεγμένων, αυτό θα γίνει με συγκεκριμένους κανόνες και, φυσικά, χωρίς αναδρομική ισχύ. Όταν ο λαός διαμορφώνει μια πολιτική επιθυμία, έχει την ευκαιρία να την εκφράσει στο χρόνο που προβλέπεται από τους ισχύοντες θεσμούς. Δεν καλείται να αποφασίσει για την κυβέρνηση όποτε θέλει, αλλά τότε που ορίζουν οι νόμοι.
Στις εκλογές του 2012 το ΠΑΣΟΚ, συμφωνώντας με το πακέτο στήριξης από την Ε.Ε., ανέλαβε την ευθύνη να μετέχει στην κυβέρνηση με ορίζοντα τετραετίας. Σήμερα, ο αρχηγός και βασικά στελέχη του, για να γλυτώσουν από μια οδυνηρή αποτυχία, συνδέουν το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών με τη δική τους υποχρέωση να στηρίξουν τη χώρα. Με άλλα λόγια, βάζουν σε κίνδυνο την σταθερότητα, για να την εξασφαλίσουν οι ίδιοι. Ξέρουν βέβαια ότι, αν γίνονταν υπαίτιοι πτώσης της κυβέρνησης, θα εξαφανίζονταν στις επόμενες εκλογές. Εξ άλλου, το να κουνάνε το δάκτυλο στην χειμάζουσα κοινωνία πιθανώς να είναι πιο επικίνδυνο για τη σταθερότητα, αφού επιτείνει τα αισθήματα αγανάκτησης. Η στάση αυτή, είτε αποκληθεί εκβιασμός είτε όχι, προδίδει μια ενσυνείδητη ταύτιση του δημόσιου με το προσωπικό πολιτικό συμφέρον. Ουσιαστικά, άνθρωποι που έχουν γίνει ένα με την εξουσία προβάλλουν την πεποίθησή τους ότι είναι αυτονοήτως απαραίτητοι για τη χώρα. Αλλοίμονο, δεν υπάρχουν άλλοι ικανοί να διαχειριστούν τα κοινά, έστω και με κάποιον ερασιτεχνισμό;
Τα κόμματα συνηθίζουν να βάζουν διάφορα ψευδή διλήμματα στο γνωστό πλαίσιο διεξαγωγής του προεκλογικού παιχνιδιού. Η ΝΔ ισχυρίζεται ότι, αν δεν βγεί πρώτη στις ευρωεκλογές, θα κινδυνέψουμε με εθνικές εκλογές. Το ΠΑΣΟΚ απειλεί ότι αν υποχωρήσουν πολύ τα ποσοστά του, θα πέσει η κυβέρνηση. Μπροστά σ’ αυτά, το δίλημμα του Σ. Θεοδωράκη είναι δείγμα αυτογνωσίας: όταν τα νέα κόμματα εμφανίζουν χαμηλά ποσοστά, τότε, καλύτερα να πηγαίνουν σπίτι τους.
Τους περασμένους μήνες, ένα κεντροαριστερό πολιτικό μήνυμα είχε ενθουσιώδη αποδοχή από την κοινωνία: ενότητα και ανανέωση. Η εμπειρία αυτή δεν απέδωσε πολλά αλλά δεν πήγε χαμένη. Έχει γίνει πια σαφές ότι η ανανέωση πρέπει να προηγηθεί της ενότητας, αφού σύμπραξη με φθαρμένα πρόσωπα και μηχανισμούς είναι αδιέξοδη και επιζήμια. Σήμερα, το αίτημα για την ανανέωση της Κεντροαριστεράς και του μεταρρυθμιστικού χώρου προβάλλει προκλητικό και αμείλικτο: απαιτείται ο εξοστρακισμός όλων των φθαρμένων στελεχών πρώτης γραμμής. Τί ελπίδες αναπτυξιακής πορείας θα είχε ένα νέο σχήμα όπου θα έπαιζαν ρόλο πρόσωπα όπως οι Ε. Βενιζέλος, Φ. Κουβέλης και επιτελείο, Α. Λοβέρδος, Κ. Σκανδαλίδης, Π. Κουκουλόπουλος, Χ. Καστανίδης, Φ. Γεννηματά, Μ. Χρυσοχοϊδης, Π. Μπεγλίτης, Χ. Πρωτόπαππας, Μ. Καρχιμάκης, Σ. Ράπτη κ.λπ.; Η ανανέωση πρέπει να σαρώσει το φθαρμένο προσωπικό. Είναι αλήθεια ότι κάποιοι έβαλαν πλάτη στα δύσκολα αλλά και αυτοί είχαν μέρος της ευθύνης για ό,τι συνέβη πριν από τα δύσκολα. Μαζί με τους πολιτικούς που βαρύνονται για την χρεωκοπία και την κατάντια της χώρας είναι αναπόφευκτο να πληρώσουν το κόστος ακόμα και μερικοί που έκαναν προσπάθειες αλλά δεν απέφυγαν τη φθορά της κρίσης. Η κακοδιαχείριση των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων δεν έφθασε πάντα στα όρια της παρανομίας, χαρακτηρίστηκε όμως από αλαζονεία στην άσκηση της εξουσίας, αίσθηση ιδιοκτησίας του κράτους, εμμονές σε ξεπερασμένα ιδεολογήματα, υστερόβουλο λαϊκισμό, πελατειακές σχέσεις, προνόμια στις συντεχνίες.
Τελικά, το κύριο νόημα της ψήφου δεν είναι η ανταμοιβή κάποιων που ανταποκρίθηκαν στις υποχρεώσεις τους. Ψηφίζουμε κυρίως για το μέλλον, το πώς σκοπεύουν οι πολιτικοί να διαχειριστούν τα προβλήματα που βρίσκονται μπροστά μας. Το ότι σώζουν την χώρα τώρα δεν είναι επαρκής λόγος για να διαιωνίζεται η πολιτική ύπαρξή τους, ακόμα λιγότερο για να τους δοθεί η δυνατότητα αύριο να ξανακάνουν τα ίδια λάθη.