Εσχάτως κάποιοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ απευθυνόμενοι στη ΔΗΜΑΡ της ζητούν «να κάνει δημόσια αυτοκριτική για τις επιλογές της το προηγούμενο διάστημα» ως προαπαιτούμενο για μια ενδεχόμενη συνεργασία της με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ζητούν ανανήψαντες σε λάθος πολιτικό χώρο και σε μια πολιτική συγκυρία που θέτει άλλα πολιτικά προτάγματα .
Όσοι σήμερα παραμένουν στη ΔΗΜΑΡ έχουν δώσει τις εξετάσεις τους μέσα από δοκιμασίες. Τη δοκιμασία να είσαι αριστερός και να μετέχεις σε μια κυβέρνηση για να βοηθήσεις τη χώρα σου να παραμείνει στον ευρωπαϊκό δρόμο. Τη δοκιμασία να δίνεις μάχη μέσα σε μια κυβέρνηση με αρνητικούς συσχετισμούς για να προωθηθεί η γραμμή της επαναδιαπραγμάτευσης των επαχθών όρων του μνημονίου. Τη δοκιμασία να αποχωρείς από την κυβέρνηση όταν διαπιστώνεις ότι έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια παρέμβασης σου και να επιχειρείς την επανατοποθέτηση σου χωρίς τη λογική του άσπρου μαύρου. Τη δοκιμασία να υφίστασαι την ανοίκεια επίθεση των μεγάλων συμφερόντων με χλεύη, συκοφαντία και υπονόμευση όταν με τις επιλογές σου αμφισβητείς την πολιτική σταθερότητα που τους εξυπηρετεί. Τη δοκιμασία να υφίστασαι μια συντριπτική εκλογική ήττα και να μην το βάζεις στα πόδια, ούτε να οδηγείσαι σε συμβιβασμό αλλά αντίθετα να συμβάλλεις με τη στάση σου στο θέμα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας ώστε η χώρα να οδηγείται σε εκλογές, παρά τις δυσμενέστατες συνθήκες για το κόμμα σου.
Όσοι ζητούν δηλώσεις μεταμέλειας από τη ΔΗΜΑΡ δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό που απασχολεί τον κόσμο της ΔΗΜΑΡ δεν είναι η ενσωμάτωση στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά οι όροι με τους οποίους θα γίνει δυνατή μια βιώσιμη πολιτική αλλαγή σε προοδευτική κατεύθυνση, ζήτημα που αποτελεί το πρόταγμα της παρούσας πολιτικής περιόδου. Είναι εγκλωβισμένοι σε μια ψυχολογία πολιτικής επιβεβαίωσης και προσκολλημένοι σε ιδεολογικά στερεότυπα. Συμπεριφέρονται ως κριτές που περιμένουν στη γωνία τους μεταμεληθέντες για «να τους βάλουν στο σωστό πρόγραμμα».
Απαντούμε:
Δε θα πάρουμε. Ούτε μεταμέλεια για τις επιλογές μας ούτε μετάνοια «για ανανέωση του βαπτίσματος». Τον δρόμο που θα βαδίσουμε θα τον διαλέξουμε εμείς. Και εκεί που θα φτάσουμε, εάν φτάσουμε, θα υπάρχουν κάποιοι με τους οποίους θα σφίξουμε τα χέρια και όχι κάποιοι για να μας τα δέσουν.