Στις 18-06-2012 υπάρχουν οι εξής εκδοχές αναφορικά με τη διακυβέρνηση:
1. Κυβέρνηση αυτοδύναμη ή όχι, με κεντρικό κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ.
2. Οικουμενική πλην ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ.
3. Κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ και ίσως Στ. Μάνου.
Γίνεται φανερό, αποτιμώντας τις τρεις εκδοχές με νηφαλιότητα, ότι τα σχήματα 2 και 3 θα προσπαθήσουν κατά το δυνατόν να ομαλοποιήσουν την κατάσταση και στη συνέχεια… γεια σας!
Η δυνητική περίπτωση κυβερνητικής ηγεμονίας του ΣΥΡΙΖΑ, δε νομίζω ότι θα φέρει τα πάνω κάτω, όσο τουλάχιστον του αποδίδεται. Είναι πάγια τακτική των μαξιμαλιστών λαϊκιστών να οπισθοχωρούν από την ανεφάρμοστη ακρότητα και να εγκαθίστανται στο εργαστήρι χρονοβόρων ερασιτεχνισμών και αλυσιτελών πειραματισμών.
Πιο πολύ η περίπτωση ΤΣΙΠΡΑ-ΣΥΡΙΖΑ μου θυμίζει τους μοιραίους πρώτους μήνες της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, μια κυβέρνηση του τίποτα και του πουθενά, που μετέτρεψε σε ρημαδιό και τις λίγες δυνάμεις που άφησε όρθιες ο Νεοκαραμανλής.
Διαισθάνομαι πάντως ότι κυβέρνηση θα υπάρξει, κι ανεξάρτητα πώς θα αποκληθεί, θα είναι οιονεί μεταβατική, με όχι μεγάλο χρόνο ζωής.
Συνεπώς, πρέπει από τη μεθεπόμενη της 18-06-2012, να αρχίσει να δουλεύεται ένας σφιχτός οδικός χάρτης κυριολεκτικής ανόρθωσης της χώρας.
Όσο θα υποχωρεί η αμφιθυμία και η οργή των πολιτών, τόσο θα πρέπει να σχηματοποιούνται οι επόμενες συστημικές πολιτικές σταθερές, που όταν μορφοποιηθούν, θα καταθέσουν χωρίς κομπασμούς την κυβερνητική πρόταση ανόρθωσης.
Ένας νέος και σκληρός πολιτικός παίχτης είναι αυτό που θα προκύψει νομοτελειακά ως νέος φορέας στο χώρο του ριζοσπαστικού κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας.
Θα ήταν λάθος να σχηματοποιηθεί αυτός σε μια μηχανιστική άθροιση των σημερινών χώρων του ΠΑΣΟΚ με τη ΔΗΜΑΡ. Εκτιμώ ότι στο ξεκίνημα, μιλάμε για ένα μόρφωμα τύπου «ΕΛΙΑ» της Ιταλίας, με σαφή συμφωνία και επί μέρους συγγένειες των συνιστωσών του.
Αργά ή γρήγορα, οι εντός του νέου φορέα συγκλίσεις και οσμώσεις, θα ομογενοποιήσουν την εγχώρια «ΕΛΙΑ» σε ενιαίο πολυτασικό φορέα σοσιαλδημοκρατών, μετριοπαθών φιλελεύθερων, ανένταχτων εκσυγχρονιστών και όσων άλλων συμπαραταχθούν στο εγχείρημα.
Εκεί λοιπόν πρέπει να αναπτυχθεί το ιδεολόγημα της φιλελεύθερης κεντροαριστεράς, που θα επεξεργαστεί σφιχτά προγράμματα με λύσεις για το κράτος, την παιδεία, την οικονομία, κ.ά.
Η φορά του οφείλει να είναι πλήρως δυτικόστροφη και να αναλύσει, προτείνοντας ισοδύναμες λύσεις, ζητήματα – ταμπού για το χώρο της εγχώριας πολιτικής ελίτ. Κοντολογίς, να προτείνει μια ουσιαστική «αντικυκλική» πολιτική σκληρών μεταρρυθμίσεων, που ενδεικτικά θα μπορούσαν να είναι:
• Αποπαρασιτισμός του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα.
• Σμίκρυνση του κράτους και αποκατάσταση μερικώς των αποχωρούντων εργαζομένων, περίπου με το μοντέλο της Σουηδίας και των προτάσεων Ολάντ.
• Χάραξη εθνικής αποτελεσματικής πολιτικής στο μεταναστευτικό και τη Δημόσια Ασφάλεια, ρεαλιστικής και ταυτόχρονα ανθρωπιστικής.
• Συνεργασία Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα, σε περιπτώσεις όπου το Δημόσιο, ως προς τα παρεχόμενα δημόσια αγαθά, υστερεί, με ορισμένου χρόνου προγραμματικές συμβάσεις, λ.χ. ανάμεσα σε δημόσια και ιδιωτική περίθαλψη, προς όφελος του περιθαλπόμενου.
• Σταδιακή τροποποίηση του μείγματος πολιτικής «κρατικού – ιδιωτικού» σε «ιδιωτικό – κρατικό» και μετατόπιση του κράτους σε διαιτητή, καταλύτη των κοινωνικών διεργασιών και εγγυητή παροχής επιλεγμένων δημόσιων αγαθών.
• Εξεύρεση μιας ορθολογικής λύσης – που προφανώς δεν την έχω, αλλά διάβολε θα βρεθεί – στον εξορθολογισμό των δαπανών Εθνικής Άμυνας. Οι περιπτώσεις φανερών ή κρυφών Τσοχατζόπουλων, είναι χαρακτηριστικές.
• Διερεύνηση μεικτού χαρακτήρα στην Ανώτατη Εκπαίδευση με Δημόσια και Ιδιωτικά ΑΕΙ και σύνδεσή τους με την εφαρμοσμένη τεχνική στο χώρο της εργασίας.
• Επιβράβευση της παραγωγικότητας σε όλον τον κοινωνικό ιστό, με δημιουργία κινήτρων ανταπόδοσης.
• Οριστική χάραξη μιας νέας σχέσης Κράτους – Εκκλησίας, που θα οδηγήσει σε έναν οιονεί διαχωρισμό, με προφανή ωφελήματα για το Κράτος.
• Αναθεώρηση του Συντάγματος, με περιορισμό της κοινοβουλευτικής πρωθυπουργοκεντρικής μονοκρατορίας και ενίσχυση, μεταξύ άλλων, και του θεσμού του ΠτΔ.
Ο Χάιντεγκερ έλεγε για το θάνατο των ανθρώπων και το μαρασμό των συλλογικών υποκειμένων, ότι αυτός οδηγεί «….στη μη δυνατότητα περαιτέρω δυνατότητας». Εδώ πρέπει να αποφύγουμε το μαρασμό με ένα λειτουργικό σχέδιο εφαρμογής, με προσαρμοστικότητα και ορίζοντα εικοσαετίας.
Οποτεδήποτε η Ελλάδα εργάστηκε με κάποιο συνεκτικό σχέδιο -και αυτό συνέβη τρεις φορές στον 20ο αιώνα και μία στο τέλος του 19ου- πέτυχε, ανεξάρτητα αν το τίμημα από τον πόλεμο των λαϊκιστών κάθε εποχής ήταν σκληρό. Τρικούπης, Βενιζέλος, Καραμανλής, Σημίτης, σχεδίασαν και τα κατάφεραν.
Το διακύβευμα του νέου φορέα είναι η σταθερή μετακίνηση μιας χώρας, γεωγραφικά δυτικής και θεσμικά ανατολίτικης, στη μεγάλη κοίτη που είναι η Ε.Ε. Η Ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι ένα καλό εργαλείο γι’ αυτό, ενώ η σαφής μας εθνική ταυτότητα με την όσμωση των αποδώ και αποκεί χαρακτηριστικών, θετικών εννοείται, θα δώσει τέλος στο ταυτόχρονο παραπάτημά μας στην Οσμανλική βάρκα και στην Ευρωπαϊκή γέφυρα, όπως γράφει ο Κώστας Αξελός.
*Ο Νίκος Γκιώνης είναι Πολιτικός μηχανικός.