Την 1η Ιουλίου η Γερμανία αναλαμβάνει για το επόμενο εξάμηνο την προεδρία του Συμβουλίου Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ να επιδεικνύει και πάλι μετά από καιρό έντονο ενδιαφέρον για την Ευρώπη και να επιδιώκει βαθύτερη ενοποίηση. Η κα Μέρκελ εμφανίζεται ιδιαίτερα ανήσυχη μάλιστα για την προοπτική της Ένωσης μετά την εκδήλωση της πανδημίας του κορωνοϊού και τις συνέπειές της στην οικονομία, κοινωνία αλλά και τις πολιτικές σχέσεις εντός Ευρωπαϊκού χώρου. Πιστεύει ως εκ τούτου ότι θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για την ενίσχυση/εμβάθυνση της ενοποίησης με πρώτη κίνηση την υιοθέτηση του πακέτου προτάσεων της Επιτροπής για την “Ευρώπη της Νέας Γενιάς” (Ταμείο Ανάκαμψης, πολυετής προϋπολογισμός 2021-2027, κλπ.). Θα εργασθεί επομένως προς την κατεύθυνση αυτή, αν και ως γνωστόν την κύρια ευθύνη για την υιοθέτηση του πακέτου την έχει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το οποίο δεν θα προεδρεύεται από τη Γερμανία αλλά από το σταθερό πρόεδρο Σαρλ Μισέλ. Ακόμη η Γερμανία θα διερευνήσει τις δυνατότητες για το άνοιγμα της διαδικασίας αναθεώρησης των Συνθηκών (Συνθήκη Λισσαβώνας) με πρώτο βήμα τη σύγκληση της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης παράλληλα με τις άλλες προτεραιότητες (Green Deal, ψηφιοποίηση οικονομίας, κλπ.).
Μία όμως από τις προτεραιότητες της Γερμανίας ως προεδρίας του Συμβουλίου θα είναι η Τουρκία, θέμα που για ευνόητους λόγους μας ενδιαφέρει άμεσα. Η Γερμανία και ειδικότερα η κα. Μέρκελ αποδίδουν την περίοδο αυτή υψηλή σημασία στην Τουρκία για λόγους θετικοιύς αλλά και αρνητικούς. Ενδεικτικό του ενδιαφέροντος είναι ότι μόλις τοποθετήθηκε ως πρέσβυς του Βερολίνου στην Άγκυρα ο Nikolaus Meyer – Landrut, κορυφαίος Γερμανός διπλωμάτης, πρώην σύμβουλος (sherpa) της Άγκελα Μέρκελ και βαθύς γνώστης των υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Γερμανία (και παρά τα προβλήματα Γαλλίας – Τουρκίας) θα επιχειρήσει μια κάποια εξομάλυνση των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας. Γι αυτό άλλωστε στο πρώτο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων (ΣΕΥ) στις 13 Ιουλίου το θέμα Τουρκία έχει γραφτεί στην ημερήσια διάταξη με κύριο στόχο την αποκλιμάκωση της έντασης και την “επιστροφή σε μια αληθινή εταιρική σχέση” σύμφωνα με τη δήλωση του Ύπατου Εκπροσώπου για την εξωτερική πολιτική Ζοσέφ Μπορέλ. Στη λογική αυτή σχεδιάζεται να επανεκκινήσουν και οι διαπραγματεύσεις για το προσφυγικό – μεταναστευτικό (τροποποίηση της διαβόητης Δήλωσης της 16ης Μαρτίου 2016) και υπό ορισμένες προϋποθέσεις η συζήτηση για τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης (εάν το επιτρέψουν Γαλλία, Αυστρία και κάποιες άλλες χώρες μέλη).Στη λογική αυτή εντάσσεται και η πρόσφατη επίσκεψη του Ζ. Μπορέλ σε Αθηνα και Λευκωσία.
Αυτονόητα η προοπτική αυτή θέτει ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα για τη χώρα μας. Υπό το φως της τρέχουσας κατάστασης, πώς θα πρέπει να αντιδράσει; Οπωσδήποτε όχι αρνητικά αλλά με ευρηματικότητα και διαπραγματευτική φαντασία. Να δει την προσπάθεια αυτή ως μια ευκαιρία και να την αξιοποιήσει δημιουργικά για τη μεγιστοποίηση των συμφερόντων της. Εάν και εφ όσον προχωρήσει το σχέδιο για την ομαλοποίηση των σχέσεων με την Τουρκία, η Ελλάδα μπορεί να θέσει καίρια ζητήματα και να επιδιώξει ρυθμίσεις προστασίας των ελληνικών συμφερόντων, ρυθμίσεις ειδικής σχέσης ως ένα οιονεί “νέο Ελσίνκι”. Η Άγκυρα φαίνεται να αντιμετωπίζει θετικά την προοπτική ομαλοποίησης των σχέσεων εντάσσοντάς την στη λογική επαναπαροσέγγισης της Δύσης που επιδιώκει τελευταία. Το είπε άλλωστε ο Υπουργός Εξωτερικών Μ. Τσαβούσογλου στο ιδιαίτερα θερμό φιλοευρωπαϊκό του μήνυμα την ημέρα της Ευρώπης, 9 Μαΐου. Βεβαίως το εάν θα καρποφορήσει το εν λόγω σχέδιο παραμένει ένα ζητούμενο.
Πηγή: www.tanea.gr