Προοδευτικός ευρωπαϊκός πόλος: Η ΔΗΜΑΡ μπορεί!

Γιάννης Μεϊμάρογλου 15 Απρ 2013

Οι δημοσκοπήσεις έχουν πάντοτε δύο αναγνώσεις: την εύκολη -τα ποσοστά των κομμάτων και τις μεταβολές τους- και την πιο απαιτητική, αυτήν δηλαδή που απαιτεί βαθύτερη ανάλυση των ποιοτικών δεδομένων.

.

Από τις έρευνες κοινής γνώμης που είδαν το φως της δημοσιότητας αυτό το Σαββατοκύριακο, φαίνεται πως έμειναν όλα τα κόμματα ευχαριστημένα. Εκφράσθηκε, μάλιστα, ως είθισται πλέον, και η κοινή ανησυχία για την άνοδο της Χρυσής Αυγής και… η ζωή συνεχίζεται. Υπάρχει ωστόσο ένα εύρημα που «υποφωτίσθηκε» και που αφορά το διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό των ευρωσκεπτικιστών και, ιδιαίτερα, των συμπολιτών μας που εκφράζονται ανοιχτά πια υπέρ της επιστροφής στη δραχμή. Το κλασικό από τη μέρα της συγκρότησης της τρικομματικής, ερώτημα, «Πόσο θα αντέξει αυτή η κυβέρνηση», φαίνεται ν’ αντικαθίσταται σταδιακά από το «Πόσο θ’ αντέξει η κοινωνία μας να στηρίζει τις ελπίδες της στην Ευρώπη και στο ενιαίο νόμισμά της, προκειμένου να δει καλύτερες μέρες».

Η κυβέρνηση συνεχίζει την προσπάθεια να εξασφαλίσει οικονομικές ανάσες, διαπραγματευόμενη, πριν από την καταβολή κάθε δόσης. Αλλά ακόμα και στη διαπραγμάτευση αυτή, συντηρούνται σύνδρομα και μεταπολιτευτικές νοοτροπίες που μας έφεραν ως εδώ. Ταυτόχρονα, η πολιτική ατζέντα που θέτει, αποκτά όλο και πιο ευκρινή συντηρητικά χαρακτηριστικά, λόγω και της φύσης, αλλά και των εκλογικών βλέψεων της ΝΔ. Εθνικό σχέδιο μιας συνολικής ανασυγκρότησης, που θα ανοίγει νέους δρόμους και προοπτικές για τη χώρα, δεν έχει καν αρχίσει να εκπονείται! Η αντιμνημονιακή αντιπολίτευση, από την άλλη, χάνει συνεχώς την αξιοπιστία της, θολώνοντας ολοένα και περισσότερο τα νερά ανάμεσα στο ευρώ και τη δραχμή, ανάμεσα στην ακροδεξιά και την ακροαριστερά, προσπαθώντας να στολίσει με φανταχτερές λαϊκίστικες διακηρύξεις το μέλλον μιας ζοφερής πραγματικότητας.
Το πολυδιαφημισμένο εναλλακτικό της σχέδιό… «κουρεύτηκε» πρόσφατα στην Κύπρο!

Η εκπόνηση και η εφαρμογή ενός σχεδίου εξόδου από την κρίση, ενός παραγωγικού σχεδίου οικονομικής ανάπτυξης σε προοδευτική κατεύθυνση, που θα εξασφαλίζει την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, αποκτά στις μέρες μας υπαρξιακό χαρακτήρα, καθώς από αυτό θα κριθεί το αύριο της κοινωνίας και της χώρας.

.

Ποιος, όμως, μπορεί να αναλάβει μια τέτοια ιστορική ευθύνη; Η συντηρητική ΝΔ, ή μήπως ο όλο και περισσότερο αλλοπρόσαλλος πολιτικά, ΣΥΡΙΖΑ; Ο πρόεδρος της συμμαχίας Δημοκρατών και Σοσιαλιστών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Hannes Swovoda, υπογράμμισε προχθές την ανάγκη «Να βρεθεί τρόπος στενής συνομιλίας μεταξύ του ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ και “λογικών” ανθρώπων του ΣΥΡΙΖΑ». Πρόκειται για μία γνώμη με ιδιαίτερο βάρος, που εκφράζεται μάλιστα από ένα πρόσωπο που έχει αποδείξει, χρόνια τώρα, ότι ενδιαφέρεται για το ξεπέρασμα της κρίσης στην Ελλάδα και για την αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων.

Ας το επισημάνουμε -ακόμα μία φορά-  όσο γίνεται πιο καθαρά: η πολιτική ζωή της χώρας χρειάζεται την ύπαρξη ενός τρίτου προοδευτικού πόλου, αποφασισμένου να ανασυγκροτήσει την οικονομία και την κοινωνία μας, ώστε να συνεχίσει την κοινή πορεία, μαζί με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι συνθήκες για τη δημιουργία ενός τέτοιου πόλου, είναι ώριμες, όχι μόνο λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης, αλλά και γιατί οι ίδιες οι πολιτικές δυνάμεις που μπορεί να τον συγκροτήσουν, συνειδητοποιούν πια αυτήν την αναγκαιότητα.
Η ΔΗΜΑΡ κατάφερε ήδη να αποτελέσει μια αξιόπιστη αριστερή δύναμη της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το υπολογίσιμο ποσοστό που διατηρεί στις δημοσκοπήσεις, σε συνθήκες ακραίας κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης. Μπορεί -και δικαιούται- ωστόσο, να παίξει ένα ρόλο πολύ ευρύτερο, απ’ αυτόν που της δίνει η σημερινή της εμβέλεια, στο πλαίσιο μιας προοδευτικής συμμαχίας που θα σφραγίσει το μέλλον του τόπου.

.

Το ΠΑΣΟΚ διαπιστώνει καθημερινά τις δυσκολίες μιας ουσιαστικής ανάκαμψης, μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια της κρίσης. Από την άλλη, δεν μπορεί να αποτελεί κίνητρο για τα στελέχη και την ηγεσία του -πολύ περισσότερο, πολιτικό στόχο- η εσαεί στήριξη μιας κυβέρνησης με συντηρητική πλειοψηφία, ή ο στόχος ενός… διψήφιου εκλογικού ποσοστού. Η πρόταση για διάλογο που διατύπωσε πρόσφατα, παρ’ ότι προσυνεδριακή και λίγο βιαστική, δείχνει ότι υπάρχει η διάθεση για πολιτικό διάλογο και κοινές πρωτοβουλίες με τις άλλες δυνάμεις που κινούνται στο δημοκρατικό και σοσιαλιστικό χώρο.
Οι Κεντροαριστερές Κινήσεις που έχουν δημιουργηθεί και έχουν ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες διαλόγου και συντονισμού, συσπειρώνουν ένα δραστήριο πολιτικό δυναμικό, αφοσιωμένο στην υπόθεση της συγκρότησης ενός τέτοιου πόλου, που θα έχει ασφαλώς ουσιαστική συμβολή. Το ίδιο ισχύει και για οικολογικές κινήσεις που προωθούν το αίτημα της ισόρροπης ανάπτυξης, μέσα από πλατύτερα σχήματα συνεργασίας.

.

Αλλά και στο χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, διευρύνεται όλο και περισσότερο το χάσμα ανάμεσα σε όσους πιστεύουν στην ανάγκη μιας αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης εξόδου από την κρίση, στο πλαίσιο της ευρωζώνης, και στην λαϊκίστικη εξουσιομανή πολιτική της ηγεσίας Τσίπρα, που βάζει σε κίνδυνο το μέλλον της χώρας. Όσο η πολιτική αυτή θα γίνεται όλο και πιο τυχοδιωκτική, τόσο οι διαφοροποιήσεις -που ήδη διαβάζουμε, βλέπουμε και ακούμε- θα γίνονται πιο ηχηρές και ουσιαστικές. Δεν είναι λίγα ωστόσο τα μέλη και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ -οι «λογικοί άνθρωποι» κατά τον Swoboda- που έχουν θέση στον προοδευτικό ευρωπαϊκό πόλο, φέρνοντας μαζί τις επεξεργασίες, τις ανησυχίες και τις αντιρρήσεις τους για την πορεία υλοποίησης των πολιτικών εξόδου από την κρίση, αλλά και για πλευρές της ευρωπαϊκής ενοποίησης, μέσα από τις αντιθέσεις και τα προβλήματα που έχουν ανακύψει.

Την επόμενη εβδομάδα, ο Φώτης Κουβέλης θα επισκεφθεί -όπως έκανε και προεκλογικά- τις Βρυξέλλες. Η συνέπεια λόγων και έργων που έδειξε η ΔΗΜΑΡ και το αυξημένο κύρος που έχει αποκτήσει στην Ευρώπη, θα του επιτρέψουν να έχει ουσιαστικές συζητήσεις με θεσμικούς παράγοντες και κορυφαίους ευρωπαίους πολιτικούς. Θα τους ακούσει, αλλά και θα τους εκφράσει τις ελληνικές απόψεις, καθώς και την αγωνία του για την ανάγκη διεξόδου από τη σημερινή συγκυρία, μέσα από αναπτυξιακές, κοινωνικά ευαίσθητες πολιτικές και όχι μέσα από πολιτικές λιτότητας.
Ίσως η εμπειρία και αυτής της επίσκεψης, να φέρει την πρωτοβουλία για τη συγκρότηση ενός τρίτου, αξιόπιστου, ευρωπαϊκού και προοδευτικού πόλου στην πολιτική μας σκηνή, ακόμα πιο κοντά!