Ξυπνάς το πρωί και μια αυτάρεσκη φωνή σού λέει από το ραδιόφωνο: «Αν οι Γερμανοί θέλουν να μας πτωχεύσουν, να πτωχεύσουμε μόνοι μας. Τώρα αμέσως. Είναι το μόνο μας όπλο». Είναι οικονομολόγος και ξέρει τι λέει, λες από μέσα σου, ενώ το μόνο που θέλεις είναι να γυρίσεις από την άλλη και να σε ξαναπάρει ο ύπνος μπας και δεις κανένα όνειρο και γλιτώσεις την πτώχευση. Ομως μια άλλη φωνή, νηφαλιότερη και λιγότερο αυτάρεσκη της πρώτης, πλην όμως εξίσου έγκυρη, καθότι οικονομολόγος και αυτός ή κάτι σχετικό, παρεμβαίνει στο λυκόφως της συνείδησής σου και σε διαβεβαιώνει πως δεν υπάρχει θέμα πτώχευσης. «Θα φτωχύνουμε, αλλά δεν θα πτωχεύσουμε». «Τι είναι 230 δισ. μπροστά στην αιωνιότητα;», σκέφτεσαι και πάλι γυρίζεις πλευρό προσπαθώντας να αναβάλεις για λίγο ακόμη το βάρος της ημέρας. Και μετά έρχεται ακόμη μία δήλωση Σόιμπλε. Πόσες δηλώσεις την ημέρα κάνει αυτός ο άνθρωπος; Τουλάχιστον μία κι επειδή δεν τον ακούς ποτέ τον ίδιο έχεις συνδυάσει το αυστηρό του πρόσωπο με τη φωνή της εκφωνήτριας η οποία, κάθε μέρα, λέει ό,τι της λέει ο Σόιμπλε να πει. «Εγώ ποτέ δεν είπα ότι περιφρονώ την Ελλάδα», λέει ο Σόιμπλε λοιπόν, και πάνω που πας να αναθαρρήσεις, γιατί δεν είναι και λίγο να μη σε περιφρονεί κάποιος σαν τον Σόιμπλε, συμπληρώνει η εκφωνήτρια: «Πλην όμως θα πρέπει και οι Ελληνες να μη μας κοροϊδεύουν, να συνεχίσουν τις προσπάθειες». Κι εσύ, μόλις ακούς τη λέξη προσπάθεια, γυρίζεις και πάλι από την άλλη, μπας και σε πάρει λίγο ακόμη ο ύπνος για να κερδίσεις δυνάμεις για την προσπάθεια που πρόκειται να συνεχίσεις εντός ολίγου, γιατί τώρα δεν αντέχεις. Στο σημείο αυτό, κάπου ανάμεσα στον ύπνο και στον ξύπνιο, ακούγεται από μακριά η φωνή του Βενιζέλου. Είναι μίλια μακριά, ήδη έχει φτάσει στις Βρυξέλλες και πριν μπει στην αίθουσα του Eurogroup, τεντώνει τα νεύρα σου για να πάρει φόρα. «Η Ελλάδα έχει εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις της», λέει, κι εσύ ψιθυρίζεις, «πάει τέλειωσε, αυτό ήταν, τα καταφέραμε», για να προσθέσει όμως αμέσως μετά πως «όλα όμως θα κριθούν στις λεπτομέρειες της δανειακής σύμβασης». Κι ενώ ο Βενιζέλος δεν έχει ακόμη προλάβει να φύγει για την αίθουσά του, σκάει και πάλι μύτη ο αυτάρεσκος οικονομολόγος: «Να μας παρατήσουν με τις λεπτομέρειες και τις δανειακές συμβάσεις. Να πτωχεύσουμε τώρα, χθες!». Είσαι πια έτοιμος να σηκωθείς από το κρεβάτι σου για να πτωχεύσεις όταν διαπιστώνεις πως δεν είσαι μόνος. Στο δωμάτιο, στον διάδρομο, στην είσοδο της πολυκατοικίας, έξω στο πεζοδρόμιο έχει συγκεντρωθεί κόσμος για να σου συμπαρασταθεί. Αγγλοι, Γάλλοι, Βέλγοι και Αμερικανοί φωνάζουν ρυθμικά: «Είμαστε όλοι Ελληνες!». «Εξω γίνεται χαμός από συμπαραστάτες κι εγώ κάθομαι και κοιμάμαι. Θα με πάρουν για γαϊδούρι οι άνθρωποι». Τότε πια ξεχνάς και το βάρος της ημέρας και σηκώνεσαι από το κρεβάτι για να έρθεις αντιμέτωπος με τη συνείδησή σου η οποία, καθαρότατη σαν το δροσάτο αγέρι της αυγής, σου υπενθυμίζει ότι δεν πρέπει με τίποτε να χάσεις την ψυχραιμία σου. Κυρίως αυτό. Μη χάνεις την ψυχραιμία σου, παιδί μου!