- Το θέμα της συγκυβέρνησης «κεντρο-δεξιάς ή προοδευτικής» επανέρχεται συνεχώς, όσο πλησιάζουν οι εκλογές, χωρίς ωστόσο στο δημόσιο διάλογο να διερευνώνται οι ουσιαστικές προϋποθέσεις της. Οι δημοσκόποι, οι εκλογολόγοι και οι αναλυτές εξαντλούνται σε ατέλειωτες εκδοχές πιθανών αποτελεσμάτων πρώτου και δευτέρου γύρου των τριών κομμάτων-υποψήφιων για μετεκλογική συνεργασία. Πέρα από το πιθανό ασύμπτωτο των ιδεολογικών αντιπαραθέσεων και αξιακών διαφοροποιήσεων, που συχνά υπερτονίζονται στην εκλογική δίνη των υπερβολών, η συγκυρία (πόλεμος Ουκρανίας, ακρίβεια, ελληνοτουρκικά, υποκλοπές ) δημιουργεί μια εξαιρετική πίεση στην κατεύθυνση κοινά αποδεκτών λύσεων, σε πολλά θέματα. Ωστόσο, η επείγουσα αναγκαιότητα μιας ισχυρής μετεκλογικής κυβέρνησης επιβάλλει σαφήνεια αλλά και επίγνωση των δυνατοτήτων στη διαμόρφωση ενός πλαισίου συνεργασίας ισότιμου και ικανού να αντιμετωπίσει τα πολλαπλά προβλήματα όχι με αυτοσχεδιασμούς και κατά περίπτωση. Αυτή φαίνεται να είναι η αναγκαία και ικανή συνθήκη ώστε να μην καταστραφεί πολιτικά ο μικρότερος εταίρος, όπως έγινε στις δυο προηγούμενες συνεργασίες (ΝΔ- ΠΑΣΟΚ και Σύριζα -Αν ελ). Χαρακτηριστικά, η πρόσφατη εμπειρία της κεντροαριστεράς από την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου άφησε επιτυχίες, που πιστώθηκε η ΝΔ, και αποτυχίες, που χρεώθηκαν δυσανάλογα στο ΠΑΣΟΚ και οδήγησαν στην κατάρρευση του. Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι και στις δυο πρόσφατες εγχώριες περιπτώσεις δεν υπήρξε ουσιαστική προγραμματική συμφωνία, ούτε δέσμευση πάνω σε θέσεις ή πολιτικές αλλά μόνο συνεργασία επί σκοπόν, μέσα στο πιεστικό μνημονιακό περιβάλλον. Από την άλλη, η τωρινή γενίκευση συμμαχικών κυβερνήσεων σε όλη την Ευρώπη, σημείο της εποχής των αναταράξεων που ζούμε, δείχνει ειδικά την τελευταία περίοδο, τη μεγάλη δυσκολία σχηματισμού μονοκομματικών κυβερνήσεων
- Στις πιθανές μετεκλογικές εκδοχές ΝΔ -ΠΑΣΟΚ και «προοδευτικής» διακυβέρνησης Σύριζα -ΠΑΣΟΚ-ανεξαρτήτως α ή β γύρου- τίθενται θέματα ουσίας πέρα από αυτά της διαδικασίας. Η τεράστια ψυχική απόσταση από την εκστρατεία άλωσης του ΠΑΣΟΚ από τον Σύριζα, οι απίστευτες ύβρεις και καταγγελίες, για την καταλυτική ενοχή του κυρίαρχου κόμματος της μεταπολίτευσης στη δημιουργία του χρέους, ήταν επί χρόνια μόνιμη στάση απαξίωσης και ισοπέδωσης του χώρου. Αλλά και η μεταστέγαση ενός ικανού αριθμού στελεχών (γενίτσαρων κατά τον Ανδρουλάκη), με πρόσφατη και εμβληματική την «αξιοποίηση» του Τζουμάκα, που προσχώρησαν με διάφορους τρόπους και προσχήματα στην «αριστερή καθαρότητα» λειτούργησε σαν άλλοθι στο να μεταβληθούν σε φανατικούς πολέμιους αυτής της παράταξης, που υπηρέτησαν χρόνια. Πώς μπορεί να είναι δυνατή η σύγκλιση σε μια προοδευτική διακυβέρνηση και ποια μπορεί να είναι τα σημεία συμπόρευσης με αυτούς, που φέρουν όλα τα λάθη της πορείας της χώρας διαχρονικά; Αλλά -το δυσκολότερο -πώς μπορεί να συγκλίνει ο εγγενής λαϊκίστικος πυρήνας του Σύριζα, της υπερβολής και της καταγγελίας, με την υπεύθυνη στάση μεταρρυθμισμού, που προσπαθεί να υπηρετήσει, ως συνέχεια της σοσιαλδημοκρατικής παράδοσης, η σύγχρονη κεντροαριστερά;
- Από την άλλη πλευρά διατηρείται στον κόσμο του ΠΑΣΟΚ ένα είδος αντι-δεξιού αντανακλαστικού που σημαίνει, πέρα από ιστορικά συμφραζόμενα της μεταπολεμικής περιόδου, τη δυσφορία απέναντι στους συντηρητικούς νοικοκυραίους και στις διαχρονικές πελατειακές πρακτικές των «δικών μας παιδιών» της λαϊκής δεξιάς. Ακόμα περισσότερο σε ακροδεξιές και εθνικιστικές κραυγές για τους πρόσφυγες, την πολυπολιτισμικότητα, την κλιματική αλλαγή, πού συχνά ακούγονται συγκαλυμμένα σε αυτόν τον χώρο. Ταυτόχρονα συνυπάρχει η πιο πρόσφατη φιλελεύθερη συνιστώσα Κεραμέως της ΝΔ, μιας ελίτ αξιοκρατίας των golden boys, διεθνοποιημένης και παγκοσμιοποιητικής, βαπτισμένης στο διαρκή ανταγωνισμό και ατομικισμό, όπου όμως ο σπουδαγμένος και προσοντούχος δεν είναι αναγκαστικά και ικανός στην διεκπεραίωση δημόσιου έργου. Πώς είναι δυνατόν να υπηρετηθεί ο εθνικός μετασχηματισμός και το κοινωνικό ζήτημα επαρκώς, με τέτοιες αντιστάσεις και νοοτροπίες;
Βέβαια τα μεγάλα ερωτήματα, που θα τεθούν, θα αφορούν πάντα την ρύθμιση της σχέσης του κόσμου της εργασίας και των ανθρώπων της αγοράς αλλά και των έλεγχο των εντόπιων ολιγαρχών και των ξένων επιδράσεων. Και πρέπει να είναι σαφές και φανερό ποιος είναι στο πιλοτήριο.
Η δημιουργία συγκυβέρνησης, σε όποια κατεύθυνση, απαιτεί μια δύσκολη υπέρβαση αυτών των προκαταλήψεων και τραυμάτων, αλλά και σημαντικών ιδεολογικών ή υπαρξιακών αντιθέσεων και προσπάθεια σοβαρής προγραμματικής συμφωνίας στα μεγάλα θέματα για το εθνικό συμφέρον (εθνικά, οικονομία, εργασία, κοινωνική πολιτική, θεσμικά). Παρότι αυτό είναι πρωτοφανές στην ελληνική πραγματικότητα των διαρκών αυτοσχεδιασμών είναι ο ασφαλέστερος, όσο και δύσκολος δρόμος, που να κάνει δυνατή την συμπόρευση. Οι αποφάσεις που θα παρθούν από την επόμενη κυβέρνηση για το ταμείο ανάκαμψης, την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων αλλά και για τα εθνικά θέματα θα προσδιορίσουν την πορεία μας την επόμενη δεκαετία. Όλα αυτά θα πρέπει να αποτελέσουν μέτωπα ουσιαστικής διαπραγμάτευσης της όποιας συγκυβέρνησης, που θα κληθεί πιθανόν να δώσει ταυτόχρονα και επείγουσες απαντήσεις στην πίεση της στιγμής (ακρίβεια ,ενέργεια), αλλά και στην εμφάνιση αστάθμητων παραγόντων (ελληνοτουρκικά).
Προφανώς η προοπτική μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης, με ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο να είναι ένα ισχυρό προεκλογικό μήνυμα για το ΠΑΣΟΚ, αλλά σε μια συνεργασία συγκυβέρνησης, θα τεθεί σε μια βάσανο εφαρμοσμένης πολιτικής. Πέρα από ευχολόγια και τις γενικότητες θα πρέπει να υπάρξουν επεξεργασμένες και κοστολογημένες προτάσεις- πλαίσια μεγάλων πολιτικών αλλά και κοινά αποδεκτά μέτωπα μεταρρυθμίσεων και από τον άλλο εταίρο, και όχι αποσπασματικές συγκλίσεις, διαχείριση καθημερινότητας, ευκαιριακές επιδοτήσεις και πυροσβεστικά μέτρα. Η χώρα μπορεί και πρέπει να αλλάξει, να υπερβεί την τοξικότητα του τέλματος, την τυραννία-παγίδα της καθημερινότητας και των κατασκευασμένων επιφαινόμενων και να διαλέξει έναν ορίζοντα που της αξίζει .