Δεν αρκεί να διαβάσεις μια περιγραφή, ούτε μπορεί να το αποδώσει οποιοσδήποτε σχολιασμός. Ακόμη και αν σου το μεταφέρουν με τον πιο παραστατικό τρόπο και πάλι δεν θα έχεις την πραγματική εικόνα. Για να καταλάβεις, για να το έχεις όλο, για να μη σου λείπει τίποτα, θα πρέπει να παρατηρήσεις το βλέμμα, τις κινήσεις των χεριών, τη στάση του σώματος, θα πρέπει να αισθανθείς τη βλακεία να διαχέεται με εξωλεκτικούς τρόπους, να τρυπάει το γυαλί της μικρής οθόνης και να ανακατεύεται με τον μικροαστισμό του σαλονιού ή να βγαίνει μέσα από το laptop σου σαν βρώμικο κύμα που δεν μπορείς να αποφύγεις, πέφτει πάνω στο πρόσωπό σου και το λερώνει.
Δεν φτάνει να υποθέσεις ούτε να φανταστείς κολλώντας τα κομμάτια που είδες, άκουσες και σου είπαν. Πρέπει να καρφωθείς στο κανάλι με τις ώρες, να τους παρακολουθήσεις έναν-έναν και μετά τον έναν να μιλάει πάνω στον άλλο, να βρίζονται και να φτύνονται, περισσότερο έντονα οι σύντροφοι μεταξύ τους, γιατί πάντα τα εμφύλια πάθη είναι πιο ακραία από τις έριδες μεταξύ ξένων που δεν έχουν να χωρίσουν το ίδιο σπίτι και τα ίδια ρούχα.
Δεν έχει νόημα να συγκρίνεις με άλλες φορές, να ψάξεις για ανάλογα παραδείγματα, προκειμένου να καθησυχαστείς μέσα από τη γενίκευση. Πρέπει να το βιώσεις χωρίς να αναζητάς συνάφειες με διαφορετικούς κόσμους και πραγματικότητες ή να προσπαθείς να το εντάξεις στην πορεία του χρόνου, να το συνδέσεις με τη συγκυρία και την εποχή. Πρέπει να το δεις πέρα και έξω από ιστορικά συμφραζόμενα, να σεβαστείς την αυτονομία και την ιδιαιτερότητά του, έτσι όπως εκδηλώνεται με βίαιο τρόπο, με πρωταγωνιστές που δεν θυμίζουν κανέναν και δεν πρόκειται να τους μοιάσει κανείς, είναι μοναδικοί και ανεπανάληπτοι.
Οσοι παρακολούθησαν για αρκετές ώρες κανάλι της Βουλής, πριν από την ψηφοφορία για το τρίτο μνημόνιο, ξέρουν πολύ καλά γιατί δεν υπάρχει ελπίδα. Ακόμη και αν από το ξενύχτι δεν θα μπορούσαν να βάλουν σε μια σειρά τους λόγους για τους οποίους η παρτίδα -ή η πατρίδα- είναι χαμένη, έχει κυκλοφορήσει μέσα τους η ουσία του ελληνικού αδιεξόδου. Εχουν καταλάβει κι ας μην μπορούν να το περιγράψουν γιατί είμαστε η μοναδική χώρα της ευρωζώνης εκτός αγορών και εντός μνημονίου και ξέρουν γιατί παραμένουμε μέσα στο πηγάδι της ύφεσης και της κρίσης χωρίς μεγάλες πιθανότητες να βγούμε στο φως – μόνο κατά τύχη μπορεί να μας συμβεί.
Δεν χρειάζεται να προσπαθήσεις να κατανοήσεις τι ήθελε να πει η πρόεδρος της Βουλής, αρκεί να αφεθείς στην τονικότητα του λόγου της – σε χτυπάει σαν με σφυρί ψάχνοντας να βρει “πώς δικαιολογείται το κατεπείγον”.
Και τι δεν μάθαμε για τον κανονισμό της Βουλής και όσα προβλέπει για τροπολογίες, φρεσκάραμε τις νομικές μας γνώσεις, μπλεχτήκαμε με τις ΠΝΠ, τις εξουσιοδοτήσεις, τις αρμοδιότητες, τα εκπροθέσμως κατατεθέντα.
Τίποτα δεν μάθαμε για το περιεχόμενο της συμφωνίας με τους πιστωτές, ποιες μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνει, αν και ποιες είναι δίκαιες, ποια σημεία θα μπορούσαν και πώς να βελτιωθούν, τι θα σημαίνει η εφαρμογή της και τι η μη εφαρμογή της για τη ζωή μας.
Κάτι μάθαμε για εμάς τους ίδιους. Αν είμαστε ό,τι ψηφίζουμε, κοιταχτήκαμε στον καθρέφτη και κομπάσαμε, τρομάξαμε ή απλώς αποστρέψαμε το βλέμμα γιατί έχει πάψει να μας ενδιαφέρει η αλήθεια – επομένως και η δική μας αλήθεια.