Η κυβερνητική πλειοψηφία αποφάσισε να ισχύσει η σταυροδοσία στις επερχόμενες εκλογές για την ανάδειξη του νέου Ευρωκοινοβουλίου τον Μάϊο του 2014. Η αντιπολίτευση αποδίδει στα κόμματα, τα οποία συγκροτούν την κυβερνητική πλειοψηφία, σκοπιμότητες, οι οποίες σχετίζονται με την βιωσιμότητα της κυβέρνησης μετά από ένα αρνητικό αποτέλεσμα. Ο δημόσιος διάλογος κυριαρχείται από επιχειρηματολογία, η οποία δεν υπερβαίνει την ίδια,κοινή αφετηρία και της μιας και της άλλης πλευράς. Και αυτή δεν είναι άλλη από την αποκόμιση πολιτικού οφέλους στο πλαίσιο της διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας σε εθνικό επίπεδο ή της πολιτικά ανεκτής εκπροσώπησης των μικρότερων κομμάτων. Σε αυτό το σημείο εξαντλούνται τα όρια αυτού του διαλόγου, χωρίς να γίνεται σε βάθος ανάλυση των επιπτώσεων αυτής της ποιότητας πολιτικής λειτουργίας τόσο στην ευρωπαϊκή προοπτική, όσο και στη Δημοκρατία και στην πολιτική δυναμική που αναπτύσσεται στην κοινωνία.
Έχει όμως ενδιαφέρον μια ενδεικτική προσέγγιση των επισημάνσεων, οι οποίες γίνονται στο πλαίσιο του δημοσίου διαλόγου. Η σταυροδοσία στις ευρωεκλογές θα συμβάλλει «στην αποθέωση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης», ως σχόλιο, βασίζεται στην παραδοχή, ότι η αναγνωρισιμότητα θα αποτελέσει κυρίαρχο κριτήριο στις επιλογές του εκλογικού σώματος. Και μιά και όποιος υποψήφιος επιθυμεί την εκλογή του, θα πρέπει να οργώσει όλη την επικράτεια, είναι πολύ πιο βολική η εικονική επικοινωνία με τους ψηφοφόρους. Η πρόσβαση όμως στα Μ.Μ.Ε. δεν είναι ίδια για όλους. Εξάλλου το κόστος του προεκλογικού αγώνα θα είναι απαγορευτικό για τους «μη έχοντες». Οπότε η λεγόμενη «ανανέωση» με την μετατόπιση της «ευθύνης επιλογής» από τους πολιτικούς αρχηγούς και τα κόμματα στο εκλογικό σώμα ή κατ’άλλους στο λαό θα βασισθεί στο βαθμό αναγνωρισιμότητας των υποψηφίων ευρωβουλευτών και στην οικονομική τους επιφάνεια. Με αυτή την έννοια αναρωτιέται κάποιος, για ποιά ανανέωση γίνεται λόγος.
Ένα άλλο σχόλιο είναι, ότι η σταυροδοσία εξυπηρετεί σκοπιμότητες εσωκομματικού χαρακτήρα, παραπέμποντας βεβαίως στα κόμματα της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Με άλλο τρόπο διατυπωμένο αυτό το σχόλιο σημαίνει «παρελθόν το προνόμιο των αρχηγών, τώρα ισχύει η μεθόδευση των αρχηγών και των κομματικών μηχανισμών».
Βεβαίως ακούγονται και απόψεις, όπως «προτιμώ το λάθος του λαού». Πιο προσεκτικά και με πολιτικό τρόπο διατύπωσης εκφράζονται ακόμη και από πολιτικά συλλογικά υποκείμενα υποθέσεις, ότι «η σταυροδοσία μπορεί να ενθαρρύνει την συμμετοχή των πολιτών και να λειτουργήσει στην κατεύθυνση εκδημοκρατισμού των κομμάτων και της δημόσιας ζωής». Ανεξάρτητα όμως από τα σχόλια, τα οποία γίνονται για το νέο τρόπο εκλογής των ευρωβουλευτών, όλα τα κόμματα ασχολούνται με την διαδικασία επιλογής των υποψηφίων και τα κριτήρια συγκρότησης των ψηφοδελτίων, ώστε να υπάρχουν κίνητρα συμμετοχής των πολιτών και υπερψήφισης τους.
Είναι εμφανές, ότι η κυρίαρχη προσέγγιση στο πολιτικό γίγνεσθαι δεν αντιλαμβάνεται την Δημοκρατία ως ένα σύστημα αξιών, αλλά ως ένα πλαίσιο τυπικών κανόνων, οι οποίοι προσαρμόζονται ανάλογα με τις σκοπιμότητες της συγκυρίας. ΄Οσο για τη συμμετοχή των πολιτων λόγω της σταυροδοσίας, η οποία μάλιστα θα «μπορούσε να προωθήσει τον εκδημοκρατισμό των κομμάτων», δείχνει, ότι η έννοια του πολίτη δεν έχει ουσιαστικό περιεχόμενο. Ο ρόλος του είναι τυπικός και χρήσιμος ως νομιμοποιητικός παράγων ενός πολιτικού συστήματος, τα μέλη του οποίου λειτουργούν «μακριά» από τους πολίτες. Σε μια ουσιαστική δημοκρατική λειτουργία ο πολίτης θα πρέπει να πραγματώνει των ελεύθερη του βούληση και να έχει σφαιρική και σε βάθος γνώση της πραγματικότητας, ώστε να κρίνει και να επιλέγει βασιζόμενος στον ορθολογισμό και στην προοπτική των επιλογών του. Ειδάλλως η όποια εκλογική διαδικασία και ιδιαιτέρως στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποκτά διαστάσεις πολιτικού καφενείου σε πανελλαδική κλίμακα. Γι’αυτό και η Ευρώπη έχει παραμείνει στα χέρια πολιτικών και οικονομικών ελίτ, χωρίς να συμμετέχουν ουσιαστικά οι πολίτες στην οικοδόμηση της.
Έχει πολύ ενδιαφέρον το «κουβεντολόι» τόσο σε πολιτικό όσο και σε μιντιακό επίπεδο για τα «μηνύματα», που θα στείλουν οι πολίτες με το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Αν η κυβερνητική πλειοψηφία δεν υποστεί ήττα με μεγάλη διαφορά ως προς τα ποσοστά, θα μπορέσει να συνεχίσει να κυβερνά. Αν όμως χάσει με μεγάλη διαφορά, τότε πρέπει να παραιτηθεί και να γίνουν εθνικές εκλογές. Ο τέλειος παραλογισμός. Από το ένα μέρος η ψήφος είναι «ευρωπαϊκή», από το άλλο όμως το αποτέλεσμα έχει εθνικές επιπτώσεις. Σε σχέση δε με το περιεχόμενο του προεκλογικού διαλόγου η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο προβληματική, διότι δεν έχει ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Τα κόμματα δεν έχουν ευρωπαϊκή στρατηγική, ενώ οι πολίτες, ανάλογα με τη χώρα προέλευσης τους, βιώνουν την Ευρωπαϊκή Ένωση είτε ως πηγή χρηματικών εισροών (Ελλάδα),είτε ως πηγή χρηματικών εκροών(Γερμανία). Αυτή την περίοδο της οικονομικής κρίσης η διαφορετική θεώρηση είναι όχι μόνο εμφανής αλλά και καταλύτης για την ανάπτυξη του ευρωσκεπτικισμού και του εθνικισμού και την εξαφάνιση του όποιου ίχνους αλληλεγγύης υπήρχε μεταξύ των ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Δυστυχώς η ασκούμενη πολιτική διαχειρίζεται την ευρωπαϊκή προοπτική μόνο ως οικονομικό σύστημα, χωρίς να ασχολείται με την μέχρι τώρα πολυδιάστατη δυναμική και δημιουργική ιστορική της διαδρομή. Η επικράτηση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού μετέτρεψε τον ευρωπαίο πολίτη σε μηχανιστικό εξάρτημα του οικονομικού συστήματος. Κυρίαρχες κοινωνικές αξίες είναι ο καταναλωτισμός, ο ατομικισμός και ο εξοντωτικός ανταγωνισμός για την απόκτηση πλούτου. Η «πιστή εφαρμογή» τους διασφαλίζει στο άτομο την ευημερία και την δυνατότητα συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε όλα τα κοινωνικά συστήματα. Τα πιο σημαντικά βεβαίως είναι το οικονομικό και το πολιτικό, διότι καθορίζουν τις κατευθύνσεις της κοινωνικής δυναμικής.
Η πολιτισμική, με την ένννοια της κουλτούρας, συνέχεια διεκόπη βιαίως. Όμως μόνο το οικονομικό σύστημα δεν διασφαλίζει την ευρωπαϊκή κοινωνική συνοχή. Σε περιόδους κρίσης αυτό είναι εμφανές. Η διάσταση της ενσυναίσθησης και η αλληλεγγύη γίνονται «αγαθά εν ανεπαρκία». Η κάθε κοινωνία φροντίζει και ενδιαφέρεται μόνο για την δική της ευημερία, ακόμη και εάν αυτή βασίζεται στην εκμετάλλευση των εταίρων της. Μορεί η Marion Grafin Donhoff να κάνει έκκληση («Zivilisiert den Kapitalismus», 1997, Stuttgart), ότι «πρέπει πάλι να γίνουν αντικείμενο συζήτησης ερωτήματα σε σχέση με το νόημα της εργασίας και της παραγωγής, τα όρια της εξουσίας, την ουσία της προόδου, το μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης», τα οποία είναι επίκαιρα και απαραίτητο να απαντηθούν. Η διαμορφωμένη πραγματικότητα όμως δεν φαίνεται να «συγκινείται», ή να προβληματίζεται. Η μονοδιάστατη υλιστική με ηδονιστικά χρακτηριστικά οπτική προσέγγισης και διαχείρισης της πραγματικότητας αποτελεί κυρίαρχο σημείο αναφοράς και δικαίωσης των σύγχρονων κοινωνιών. Έχει χαθεί η ισορροπία σε σχέση με την προβολή της σε πνευματικό επίπεδο. Γι’αυτό υπάρχει και η πολιτισμική, με την έννοια της κουλτούρας, παρακμή.
Με αυτά τα δεδομένα η πολιτική δραστηριότητα και ο δημόσιος διάλογος για τις σκοπιμότητες, οι οποίες υπηρετούνται από την σταυροδοσία στις ευρωεκλογές, παύουν να έχουν νόημα. Κουβέντα να γίνεται, χωρίς να δρομολογούνται οι αναγκαίες διεργασίες για την ανάπτυξη δυναμικής στην πορεία οικοδόμησης της Ενωμένης Ευρώπης και της βιώσιμης αντιμετώπισης των συστημικών προβλημάτων, τα οποία αντιμετωπίζει η γηραιά ήπειρος. Σε αυτό το πλαίσιο η εικονική πραγματικότητα των μίντια σίγουρα θα γνωρίσει την «αποθέωση». Είναι όμως το αντίστοιχο ενός πολίτη καταναλωτή πολιτικής και προϊόντων, ο οποίος δεν θέτει ερωτήματα για την βιωσιμότητα του ισχύοντος μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης, τα όρια της εξουσίας, το νόημα της εργασίας και την ουσία της προόδου.