«... Ο βάκιλος της πανούκλας δεν πεθαίνει, ποτέ δεν εξαφανίζεται, μπορεί να επιζεί απαρατήρητος για πολλά χρόνια, κρυμμένος σε έπιπλα και σε σεντόνια, να καρτερά υπομονετικά μέσα στα δωμάτια, στα υπόγεια, στα σεντούκια, στα μαντίλια και στα χαρτιά…”
Α. Καμύ, Πανούκλα
Από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα έχουν περάσει πάνω από τρία χρόνια και από την έναρξη της δίκης της Χρυσής Αυγής σχεδόν δύο. Ο Γιώργος Ρουπακιάς είναι στο σπίτι του γιατί πέρασε το 18μηνο της προφυλάκισης χωρίς να καταδικαστεί, οι βουλευτές και τα στελέχη της Χρυσής Αυγής αποθρασύνονται και ξεσαλώνουν, οι ψηφοφόροι τους δείχνουν εντυπωσιακή σταθερότητα στην επιλογή τους, ενώ οι φανατισμένοι οπαδοί τους αποκαλύπτουν όλο και πιο συχνά τη μέσα τους μαυρίλα.
Τα τελευταία θλιβερά επεισόδια, η εξαλλοσύνη Χρυσαυγιτών μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου και η αποκρουστική κραυγή “πού είναι τώρα ο Παύλος σου;” προς τη Μάγδα Φύσσα απλώς μας θυμίζουν ποιος είναι ο βαθύτερος κίνδυνος στην μικρή, υπερχρεωμένη και καθυστερημένη μας χώρα.
Το γεγονός ότι οι θεσμοί δεν μπορούν να απαντήσουν έγκαιρα και αξιόπιστα στο φασιστικό φαινόμενο δεν έχει καμία σχέση με τα μνημόνια, με τις πιέσεις των δανειστών και με την διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση που καρκινοβατεί.
Το αργό σύστημα απονομής Δικαιοσύνης και η θηριώδης γραφειοκρατία γύρω από ο,τιδήποτε αγγίζει την ουσιαστική διάκριση των εξουσιών και την απρόσκοπτη λειτουργία ενός κράτους δικαίου προϋπήρχε της κρίσης, ανήκει στις αιτίες της κρίσης και γιγαντώνεται μέσα από την κρίση.
Η έλλειψη δημοκρατικής παιδείας ενός κομματιού της αστυνομίας (πόσο μεγάλου άραγε;) δεν προκλήθηκε από τη λιτότητα ούτε συνδέεται με τη δημοσιονομική προσαρμογή. Καλλιεργήθηκε και εμπεδώθηκε στα χρόνια της ευημερίας και του εύκολου δανεισμού για τη συντήρηση ενός υψηλού βιοτικού επιπέδου της πλειοψηφίας, χωρίς να ενοχληθεί κανείς από εκείνους που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην διασφάλιση της εσωτερίκευσης του νόμου, από εκείνους δηλαδή που προορίζονται να προστατεύουν την τήρησή του.
Η Χρυσή Αυγή βρήκε εύφορο έδαφος για να αναπτυχθεί μέσα στη διάχυτη αίσθηση ανομίας αξιοποιώντας την αμορφωσιά, την απόγνωση και τα άγρια ένστικτα κοινωνικών ομάδων που θυματοποιήθηκαν μέσα στην κρίση και εκτονώνουν την φόρτισή τους για την αδικία με βία και μίσος. Εκμεταλλεύτηκαν επίσης μια ιδιότυπη ασυλία και δυνατότητα ατιμωρησίας χάρη σε εκλεκτικές ιδεολογικές συγγένειες με τους κατ επάγγελμα διώκτες τους, χάρη στο φόβο των αρχών να τα βάλουν μαζί τους και χάρη στην αδυναμία και την αδράνεια αυτού που τυπικά ορίζεται ως συντεταγμένη πολιτεία να τους απομονώσει και να τους περιορίσει.
Η υποκρισία φαίνεται καθαρά κάθε φορά που εξετάζεται στη Βουλή μιας άρση ασυλίας Χρυσαυγίτη. Αλλος ψηφίζει κατά λάθος όχι, ενώ υποτίθεται ότι ήθελε να ψηφίσει ναι, άλλος απουσιάζει, κάποιος μπερδεύεται και καταλήγει στο λευκό, γίνονται εκ των υστέρων διορθωτικές δηλώσεις που διασύρουν τον κοινοβουλευτισμό και εκθέτουν το δημοκρατικό πολιτικό σύστημα.
Τα έχουμε δει όλα πια: ΓΓ υπουργικού συμβουλίου να συνεννοείται με Χρυσαυγίτες, δήθεν προοδευτικούς να αντιδρούν στις συλλήψεις φασιστών βουλευτών, αβρότητες και χαριεντισμούς δημοκρατών με τους εχθρούς της δημοκρατίας, συμμαχίες ad hoc στις πλατείες της οργής, δημοσιογραφικές αθλιότητες για την ανάδειξη του χρυσαυγίτικου life style.
Η συμφιλίωση με το φίδι προκύπτει από την κοινωνική αδιαφορία όπως εκφράζεται μέσα από την υποβάθμιση κάθε σχετικής είδησης. Το θέμα δεν πολυπουλάει και παρουσιάζεται χαμηλά, σαν να πρόκειται για εξελίξεις ρουτίνας, λίγο πριν “παίζουν” τα σπασμένα ακυρωτικά μηχανήματα στο σταθμό του μετρό, λίγο μετά ο ξυλοδαρμός του καθηγητή στο Πάντειο όταν αποτόλμησε να απευθυνθεί σε βανδαλιστές του χώρου.
Δεν το συζητάμε στις παρέες μας, δεν ξέρουμε ακριβώς πού βρίσκεται η διαδικασία, αναμενόμενες μας φαίνονται οι κραυγές των φασιστών έξω από τα hot spots της δυστυχίας και από τα σχολεία με τα προσφυγόπουλα, θεωρούμε δεδομένο ότι στις επόμενες εκλογές θα έχουν καλή επίδοση και σημαντική εκπροσώπηση στη Βουλή, ξεχνάμε ότι οι επιθέσεις στη μάνα του Φύσσα δεν έχουν καμία σχέση με φτώχεια και αποκλεισμούς, αλλά μόνο με την ανθρώπινη κακία και το έλλειμμα ενοχής για οποιαδήποτε ευτέλεια.
Πού είναι ο Παύλος; Υπάρχει πουθενά; Ή τον σκοτώσαμε μέσα μας;