Πότε θα πάνε χαμένες οι θυσίες

Κώστας Καλλίτσης 03 Μαρ 2014

Υπάρχει κίνδυνος να πάνε χαμένες οι θυσίες του ελληνικού λαού;

Πολλά μπορούν (και πρέπει) να ειπωθούν για το πώς φτάσαμε στο ξέσπασμα της κρίσης, ποια ήταν η αντίδραση των Ευρωπαίων ηγετών, του ημεδαπού πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας, όταν οι αγορές αρνήθηκαν να συνεχίσουν να μας δανείζουν. Πέραν της πολιτικής υπάρχει, ωστόσο, και η οικονομία. Κι η αλήθεια είναι ότι η κρίση δεν ήρθε ως αποτέλεσμα μιας «λαθεμένης» πολιτικής. Ηταν η βίαιη εκδήλωση της εξάντλησης ενός ολόκληρου μοντέλου ανάπτυξης, κρίση του μοντέλου παρασιτικού καπιταλισμού με τα παρακολουθήματά του – διευρυμένες ανισότητες, βαθιά διαφθορά, στέγνωμα της δημοκρατίας σε ένα καθεστώς με καταθλιπτική την κυριαρχία στη λήψη των αποφάσεων μιας ευάριθμης ομάδας πλούτου-media-εξουσίας.

Στα χρόνια που μεσολάβησαν, αυτό το μοντέλο συρρικνώθηκε αλλά επιβιώνει. Και καθιστά τις συνέπειες της ύφεσης πιο επώδυνες και παρατεταμένες. Οι θυσίες θα πάνε χαμένες εφόσον αυτό το μοντέλο καταφέρει να διασωθεί. Οπως επιχειρείται.

Οι μεταρρυθμίσεις με θετικό κοινωνικό και παραγωγικό φορτίο καρκινοβατούν, η ίδια η έννοιά τους διασύρεται καθώς επικολλάται σε δήθεν μεταρρυθμιστικά μέτρα, που είναι προσανατολισμένα στο βαθύ παρελθόν της Ελλάδας της «φτηνής εργασίας». Το κοινωνικό κράτος υποχωρεί παρατώντας τις υποχρεώσεις του στα κοινωνικά δίκτυα αλληλεγγύης, το κράτος απουσιάζει όλο και συχνότερα εκεί όπου και όταν το χρειάζεσαι, πιο δαιδαλώδες και εχθρικό, δαπανά λιγότερα αλλά το πλέγμα μιας κακής γραφειοκρατίας μεγαλώνει, ταλαιπωρεί την ανάπτυξη και την κοινωνία περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Ξένα κεφάλαια δεν αγγίζουν την Ελλάδα, οι τράπεζες δεν διευκολύνουν τη μεταφορά πόρων σε δυναμικούς τομείς, οι περιορισμένοι πόροι εγκλωβίζονται σε αδιαφανείς ρυθμίσεις και στην απροθυμία του τραπεζικού κατεστημένου να συγκρουστεί με συμφέροντα που πλούτισαν κλέβοντας τις επιχειρήσεις τους και τώρα τις ρίχνουν στον Καιάδα. Η προϋπάρχουσα παραγωγική δυναμικότητα καταστρέφεται, νέα δυναμικότητα δεν δημιουργείται.

Ο ελληνικός λαός έχει κάνει τεράστιες θυσίες. Αλλά, το άρρωστο πολιτικό σύστημα δεν τις σεβάστηκε. Στα τέσσερα χρόνια περίπου, αφότου οι αγορές αρνήθηκαν να μας δανείζουν, αυτό που κυρίως έλειψε δεν ήταν τα λεφτά – έτσι ή αλλιώς, η τρόικα μας δανειοδοτεί με 220 δισ. ευρώ περίπου. Αυτό που έλειψε ήταν η βούληση να τελειώνουμε με το μοντέλο του παρασιτικού καπιταλισμού.

Ελλειψε η βούληση να καταρτιστεί ένα μεταρρυθμιστικό σχέδιο για τη μετά-την-κρίση-Ελλάδα, με τεκμηρίωση και με τη φιλοδοξία της ευρύτερης δυνατής εθνικής συνεννόησης. Αποτέλεσμα, η χώρα να σύρεται ακυβέρνητη, με βασικές παθογένειες (ανισότητες, ανομία, διαφθορά…) να μένουν ως δομές άθικτες, με τη δικαιοκρατία και τη δημοκρατική λειτουργία σε υποχώρηση. Η χώρα φτωχαίνει και φθηναίνει, οι αξίες καταρρέουν σιωπηρά, έτσι χωρίς σχέδιο ανοίγει τον δρόμο της η καταστροφή-χωρίς-δημιουργία.

Σήμερα ακόμη, αντί να κυριαρχεί μια αγωνιώδης προσπάθεια για την επεξεργασία ενός σχεδίου και μιας στρατηγικής για την οικοδόμηση ενός νέου μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης, τον τόνο δίνουν προεκλογικές τακτικές για την εξουσία, κραυγές λαϊκισμού και «συνιστώσες της ανοησίας». Ο παρασιτισμός σαρκάζει.

Δεν είναι τα λεφτά το πρόβλημα. Λεφτά για να χρηματοδοτήσουν ένα νέο παραγωγικό μοντέλο υπάρχουν. Δεν εννοώ την εσωτερική αποταμίευση (αυτή είναι μικρή και απομειώνεται…) αλλά την τεράστια ρευστότητα, τις μάζες των διεθνών κεφαλαίων που αναζητούν κερδοφόρες τοποθετήσεις παντού και, δη, στον ευρωπαϊκό νότο. Αλλά, δεν τα προσελκύουμε, παρά μόνον κατ’ εξαίρεση. Γιατί; Οι μελετητές της Τράπεζας της Ελλάδας έχουν καταγράψει τις επτά διαρθρωτικές αιτίες: (α) Μη προβλέψιμο φορολογικό σύστημα (β) ασταθές κανονιστικό πλαίσιο (γ) καθυστερήσεις στη δικαστική επίλυση διαφορών (δ) χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες (ε) έλλειψη διαφάνειας και διαφθορά (στ) ανεπάρκεια σύγχρονων υποδομών και (ζ) δυσλειτουργίες και ακαμψίες στην αγορά εργασίας. Από όλα αυτά, έχει αλλάξει μόνο ένα: Εχει διαλυθεί η αγορά εργασίας και έχουν καταρρεύσει οι αμοιβές της μισθωτής εργασίας. Ετερον σημαντικό, ουδέν.

Ο κίνδυνος μιας Ελλάδας φτωχότερης αλλά και παραγωγικά αδύναμης, που θα σέρνει τα πόδια της την επόμενη 10ετία, είναι ορατός. Η απειλή της διάσωσης του παρασιτισμού, υπαρκτή. Αν το καθεστώς του παρασιτισμού καταφέρει να επιβιώσει και αυτής της κρίσης, τότε οι θυσίες του ελληνικού λαού θα έχουν πάει χαμένες.