Πόσο τεφάλ είναι ο ΣΥΡΙΖΑ;

Νίκος Μπίστης 20 Οκτ 2015

Οσο και η ΝΔ του Κώστα Καραμανλή. Δηλαδή καθόλου. Και αυτό παρά την ατέχνως και πολύ χοντροκομμένα δημιουργούμενη εντύπωση περί του αντιθέτου με την καλλιεργούμενη αίσθηση του κυρίαρχου Τσίπρα που τίποτα δεν κολλάει επάνω του. Τα ίδια ακριβώς έλεγαν για τον Κώστα Καραμανλή μετά την επιτυχία του στις εκλογές του 2007, τρία χρόνια -και όχι 7 μήνες- μετά την πρώτη του εκλογική νίκη. Η Ελλάδα είχε καεί από τις πυρκαγιές, υπαρκτά αλλά και αμφισβητούμενα σκάνδαλα είχαν ξεσπάσει, η επανίδρυση του κράτους είχε φορτώσει με χιλιάδες υπαλλήλους το Δημόσιο, όσοι καταλάβαιναν από οικονομία προειδοποιούσαν για τα επερχόμενα αδιέξοδα. Τίποτε από αυτά δεν φαινόταν να ακουμπάει τον Καραμανλή, θεωρείτο πανίσχυρος, κυρίαρχος για την προσεχή δεκαετία τουλάχιστον. Επιπλέον είχε να αντιμετωπίσει κάποιον που θεωρούσε του χεριού του, τον Γιώργο Παπανδρέου με τη σφραγίδα του looser. Σε λιγότερο από δύο χρόνια κατέρρευσε όχι τόσο για τη μεγάλη ζημιά που προξένησε στην οικονομία και στο κράτος -τα αποτελέσματα έγιναν αισθητά μετά την απόδρασή του στη Ραφήνα-, αλλά για το σκάνδαλο του Βατοπεδίου.

Είχε αναγάγει την ηθικολογία σε ύψιστη πολιτική αρετή με σύνθημα το αλήστου μνήμης «σεμνά και ταπεινά». Μοιραία και με δεδομένο ότι δεν υπάρχουν κοινωνίες ή κόμματα αγγέλων, έπεσε στην παγίδα που έστηνε στους πολιτικούς του αντιπάλους. Ετσι, σε λίγους μήνες το 2009 ο Παπανδρέου ήταν θριαμβευτής, με την καυτή πατάτα στο χέρι του και με μια κοινή γνώμη που ήθελε να πιστεύει ότι «λεφτά υπάρχουν». Και όταν ξέσπασε το Βατοπέδι όλα τα άλλα λειτούργησαν αθροιστικά και σωρευτικά, ήρθαν και κόλλησαν πάνω στον μέχρι εκείνη τη στιγμή τεφάλ Καραμανλή. Η συγκυρία μπορεί να επιτρέψει σε κάποιους να επιπλεύσουν, να παραπλανήσουν, να κερδίσουν εκλογές. Ομως τελικά ο καθένας κρέμεται από το ποδαράκι του και μόνο αυτό μπορεί να εξασφαλίσει διάρκεια και παραγωγή έργου. Και τα ποδαράκια του Καραμανλή και του Τσίπρα παρουσιάζουν εντυπωσιακές αναλογίες.

Απουσία σχεδίου για την οικονομία, πλεόνασμα δημαγωγίας και ψεμάτων. Και το έλλειμμα πολιτικής το καλύπτουν με την ηθικολογία που βρίσκεται στον αντίποδα της ηθικής και στην πράξη υπονομεύει τους δημοκρατικούς θεσμούς ενώ πάντα γυρίζει μπούμερανγκ. Οταν ακούμε για αρχαγγέλους της κάθαρσης και μεγαλόστομες εξαγγελίες πάταξης της διαφθοράς ξέρουμε πλέον ότι πρέπει να κρατάμε πολύ μικρό καλάθι. Και αυτόματα μας έρχεται στον νου το ρεσιτάλ υποκρισίας του Βασίλη Αυλωνίτη στην «Ωραία των Αθηνών» με τη διαχρονική του αναφορά στο «πνεύμα και ηθική». Σε αυτό το σημείο βρίσκονται σήμερα η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ. Το πολυδιαφημισμένο ηθικό πλεονέκτημα καταρρέει από πρωτοκλασάτους υπουργούς που ξεχνάνε να μεταβιβάσουν μετοχές ή να δηλώσουν εκατομμύρια. Κυρίως από την ηχηρή σιωπή του Μαξίμου. Προφανώς θεωρούν -όπως ακριβώς έκανε και ο Καραμανλής στην αρχή- ότι είναι τεφάλ, ότι τίποτε δεν τους ακουμπάει, ότι τελικά μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν και να το καλύπτουν. Θα καταλάβουν ότι τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και εκδικητικά και ότι ήδη έχουν πέσει μέσα στην παγίδα που έστησαν για άλλους.