Στις πρόσφατες εκλογές της Πορτογαλίας οι Συντηρητικοί και οι Σοσιαλιστές πήραν περίπου το 70%, με το 37% να ανήκει στους πρώτους που είναι οι νικητές. Το ομόδοξο με τον ΣΥΡΙΖΑ πορτογαλικό κόμμα έλαβε 11%, ανεβάζοντας σε ιστορικά υψηλά το ποσοστό του. Κάτι ανάλογο προβλέπουν πως θα συμβεί και στις επερχόμενες εκλογές στην Ισπανία , εκτός απροόπτου.
Παρατηρούμε, πως σ’ αυτές τις χώρες της Ιβηρικής το συστημικό τοπίο τείνει να διαμορφωθεί, έχοντας δύο – περίπου – ισοδύναμους πολιτικούς πόλους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τους παραδοσιακούς στύλους της αστικής δημοκρατίας και έναν τρίτο, που εκφράζει την εξω- σ/δημοκρατική αυτοπροσδιοριζόμενη Αριστερά με δύναμη περίπου στο 35% αυτής του πρώτου κόμματος. Έχουμε δηλαδή ένα οιονεί τριπολικό πολιτικό σύστημα.
Στη χώρα μας – αντίθετα μ’ όσα ειπώθηκαν παραπάνω –, το σύστημα είναι μεν τριπολικό αλλά ανεστραμμένο, υπό την έννοια πως ως τρίτος πόλος κατατάσσεται ό, τι συνηθίζουμε να αποκαλούμε Κ/αριστερά, ενδιάμεσος Σ/δημοκρατικός χώρος, κοκ. Πάντα μιλάμε για το ποσοστιαίο άθροισμα των δύο υπαρκτών όμορων χώρων, που σήμερα είναι στα επίπεδα του 10%. Στις Ευρωεκλογές το ποσοστό ήταν στο 15%, τον Ιανουάριο στο 12%, ενώ πριν 2 χρόνια προσέγγιζε το 20%.
Κατά συνέπεια υπάρχει μια καταγραφόμενη πτωτικότητα , που σε βραχύ χρονικό διάστημα είναι ανεπαίσθητη, αλλά σε μακρύτερο διάστημα πχ. διετία, ακουμπά στο ½ της πρότερης συνολικής δυναμικής.
Θα επιχειρήσω να αναδείξω, κάποιες από τις αιτίες αυτής της καθοδικότητας.
- Ο όχλος των απανταχού αγανακτισμένων διάλεξε να εκπροσωπηθεί – πάντα με τιμωρητική διάθεση – από τον , συγκριτικά, πιο υπαρκτό σχηματισμό της πλ. Συντάγματος , τον ΣΥΡΙΖΑ. Η παραδοξότητα είναι πως επιχειρήθηκε ο κολασμός των «δεινών» του απερχόμενου παλαιού δικομματισμού λαϊκιστικής χροιάς, μ’ έναν νέο σκληρό ποπουλισμό, ο οποίος χωρά και χωνεύει, μάλλον, πολλά περισσότερο από τον παλιό αντίστοιχο.
- Στην πορεία προς την κορυφή ο επικεφαλής φορτώθηκε με ιδιότητες που δεν διέθετε κι έτσι γρήγορα ετερο- επενδύθηκε με μαγικά ανορθολογικά χαρακτηριστικά, που ως τέτοια είναι απολύτως ψευδή. Υπάρχει – υποτίθεται – στην φαρέτρα του το μαγικό, που θα απλοποιήσει το δυσάρεστο κι όταν μπορέσει θα καταφέρει το ακατόρθωτο. Κι όλα τούτα, χωρίς κανέναν αιτιώδη και αποδεικτικό λόγο. Αρκεί η προσωπική και συλλογική μυθοπλασία, που οδηγεί κατευθείαν στην πολιτική μαγεία.
- Η μαγεία μαζί με την εμμονική ιδεοληψία, συνιστούν ένα εκρηκτικό μείγμα που στα χέρια των πολλών οι οποίοι δεν ακολουθούν, συνήθως, τον πραγματισμό των δρώντων πολιτών λειτουργεί καταστροφικά μαζί με την κρυφή ηδονή της αυτοηρωοποίησης.
- Κατά το παρελθόν, πιο πρόσφατο ή παλαιότερο, κάποιες λίγες φορές ακούσαμε έναν εκσυγχρονιστικό, μεταρρυθμιστικό λόγο, λιγότερο ή περισσότερο, εμπεριστατωμένο ωστόσο δεν υπήρξε η χρονική επάρκεια για την εμπέδωσή του.
- Οι μεταρρυθμίσεις είναι δύσκολες, υπό την έννοια πως προϋποθέτουν αντίληψη, παιδεία, οργάνωση, πειθώ. Αν ο πολιτικός λαϊκισμός είναι ένα καλοδεχούμενο χάδι, η προσπάθεια για την μεταρρυθμιστική επιτυχία είναι κάτι σαν αμόνι, που σφυροκοπείται.
Συνεπώς η καθοδικότητα, που θα αντιστραφεί και η ανάταξη που θα ακολουθήσει – μιλώντας πάντα για το ρεφορμιστικό πολιτικό τόξο – προϋποθέτει κάποια εσωτερικά και κάποια εξωτερικά χαρακτηριστικά. Η απομάγευση του κυρίαρχου πολιτικού λόγου και των βασικών εκφραστών του, οδηγεί στην γείωση της πολιτικής πράξης και στην αποτίμησή της με πραγματιστικά κριτήρια. Σε τέτοιες ιδιόμορφες κρίσεις και αντιστροφές, ο άλλος λόγος, ο ρασιοναλιστικός, πρέπει να ειπωθεί από κάποιον/α με απροσδιόριστη χαρισματικότητα, είτε από πριν γνωστή είτε στην πορεία εμφανιζόμενη, που θα τον καταστήσει αγώγιμο και πειστικό ταυτοχρόνως για τους πολίτες – αποδέκτες. Τα συνέδρια, οι συγκολλήσεις, οι οργανωτισμοί είναι σαφείς προαπαιτήσεις, αρκεί η εξέλιξη να μην βαλτώσει εκεί. Ο ηγέτης κι ο λόγος του πρέπει να ’ναι τα απότοκα, όσων θα προηγηθούν.
Όταν το πλήθος άκουγε, πριν πολλά χρόνια, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, να απαντά στο αίτημα για Συνταγματική Εθνοσυνέλευση, – χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι κι αλλάζοντας παλιότερη απόφασή του – «Αναθεωρητική, είπα», ήταν φανερό πως επρόκειτο για έναν ηγέτη με πραγματιστικό λόγο.
Κλείνοντας να πούμε, πως σε επίπεδο πολιτικής ανάλυσης μικρή σημασία έχει η αναδιανομή ρόλων στο στενό πλαίσιο των δύο κομμάτων της περιοχής του ριζοσπαστικού Κέντρου, μιας και νομοτελειακά οι συνθήκες θα επιβάλλουν την ενιαιοποίηση προς κάτι ακόμα πιο καινούργιο, με πυρήνα το πολιτικό πεδίο του χώρου αλλά – ενδεχομένως – κι οτιδήποτε άλλο παρεμφερές παρουσιαστεί.
Κι επειδή πάντοτε η Κυβέρνηση φροντίζει – και – για την προκοπή της Αντιπολίτευσης, είναι πιθανότατο – παρότι τώρα δεν φαίνεται – να ζήσουμε την άρση της πτωτικότητας και την αποκατάσταση των παραμετρικών σταθερών του συστήματος.